Τάσου Πορφύρη

«Εικόνες»

τέσσερα ποιήματα

     

  

   

  

  

  

   

( Ι )

 

                                 Το γιοφύρι της Κλειδωνιάς                     

 

Πέτρινο γιοφύρι ενώνοντας τον εύφορο κάμπο της Κόνιτσας

Με το άγριο χιονισμένο Πάπιγκο της Δρακόλιμνης με τις

Πέτρες σου λειασμένες από τα πέταλα των φορτωμένων

Μουλαριών απ’ τ’ άρβυλα των συντρόφων του Ρόβα νερά

Αφρισμένα με πέστροφες να δείχνουν τις ασημένιες κοιλιές τους

Το ψίκι 1 να γιομίζει το γιοφύρι -και στο μπαργιάκι 2 κρεμασμένα

Μήλα και κυδώνια- να πάρει τη νύφη απ’ τα κορφοβούνια

Για τα καμποχώρια καθώς οι αρκούδες όρθιες με το χέρι

Στη σκαντάλη στο σύνορο του δρυμού μην τύχει και ραγίσει

Η τάξη του δάσους με τα πουλιά που κελαηδούνε και

Ζευγαρώνουν στις κορφές των βελανιδιών με τον άνεμο

Πάνω τους να φυλάει τον παράδεισο από τους ένστολους αλήτες

Του διαστήματος προς το μεσημέρι γύρισε το ψίκι με τα

Προικιά φορτωμένα στα μουλάρια -και τη νύφη με τα σεγκούνια 3

Καβάλα στη φοράδα στο πλάι- που χάναν το βήμα τους -καθώς

Ήταν μαθημένα να περπατάνε πλάι σε γκρεμούς- και τώρα

Διασχίζουν χωράφια μ’ αψηλές καλαμποκιές αλαφιασμένα ώσπου

Να βγουν στους όχτους 4 ν’ αγναντέψουν τα βουνά στον ορίζοντα.

 

1 ψίκι: πομπή προς το σπίτι της νύφης

2 μπαργιάκι: σημαία

3 σεγκούνια: επίσημη γυναικεία στολή

4 όχτοι: όχθες

 

************************************************

 

( ΙΙ )

 

Μπάμπω 1

 


 

Τα κλωνάρια της κλαίουσας σχεδόν ακουμπώντας

Τα νερά της οβίρας ένα φιδορούτι κρέμεται στα

Κλωνάρια της μια σημαία ανάμεσα στα μαχαίρια

Των αηδονιών και μικρές κραυγές από γράβους

Κι ανθισμένες κρανιές κι η Μπάμπω στο γιοφύρι

Μαυροντυμένη -ο ένας χαμός προλάβαινε τον

Άλλον ισόβιο πένθος- φορτωμένη τσάκνα για

Το φούρνο με τα χέρια ελεύθερα να γνέθει μαλλί

Για τις πατούνες 2 να μην μαργώσουν τα ποδάρια

Των εγγονιών βαμμένες από βρασμένες φλούδες

Που έπεφταν από τις ώριμες κάχτες 3 χρώμα

Από φρεσκοοργωμένο ποτιστικό χωράφι

Υποσχόμενο φρέσκα πολύχρωμα ζαρζαβατικά

Και μελάνι πηχτό για τις πρώτες μας εκθέσεις

Στο μονοτάξιο δημοτικό του χωριού μας.

 

1 μπάμπω: γιαγιά

2 πατούνες: κάλτσες

3 κάχτες: καρύδια

 

    ***********************************************

 

( ΙΙΙ )

 

Νερό

 


 

Στην πλάτη φορτωμένη τη βαρέλα και στο χέρι

Το μπαγκράτσι 1 και δρόμο για το πηγάδι

Το νερό της στέρνας μονάχα για πιώμα έφτανε

Κι εκεί που τέλειωνε γεμίζοντας τη βαρέλα

Την έπιακαν οι πόνοι δεν άργησε το κλάμα

Μάρτυρες μονάχα τα δέντρα και τα πουλιά

Στην πιο ευλογημένη ώρα της ζωής της

Έκοψε με το σουγιά τον ομφάλιο λώρο τον

Έδεσε έβγαλε το μεσοφόρι της τύλιξε το μικρό

Το απόθεσε στη γεμάτη βαρέλα που ’χε

Τοποθετήσει στο ανάχωμα πήρε την τριχιά

Το ’δεσε πάνω της πέρασε τα μπράτσα της

Ανάμεσα βαρέλα και κορμί στο καμπύλωμα

Το φορτώθηκε και πίσω στο χωριό ξαλαφρωμένη

Κι ύστερα αναρωτιόσαστε πώς ζαλώνονταν

Κιβώτια με πολεμοφόδια για την πρώτη γραμμή

Πώς κουβαλούσαν τραυματίες ως τα πρόχειρα

Χειρουργεία οι Μανάδες εκείνου του καιρού.

 

1 μπαγκράτσι: μεταλλικό δοχείο αντλήσεως νερού από πηγάδι ή στέρνα

 

****************************************** 

 

( IV )

 

Αναχώρηση

 


Από την εκδήλωση για την παρουσίαση του συνόλου του έργου του ποιητή
28 Μαΐου 2010
ΑΙΘΟΥΣΑ ΠΑΛΑΙΑΣ ΒΟΥΛΗΣ

Συμμαζεύω τις αποσκευές μου ήρθε η διώχνω 1

Πού να χωρέσουν όλες και κυρίως ολόκληρα

Ανταριασμένα πρωινά τα δέντρα του κήπου

Τα πουλιά ο κερομύτης 2 κότσυφας στη μηλιά

Πού να βολέψω τη ΜΥΡΤΩ με τα κυνηγόσκυλα

Στα σκαλοπάτια του μαγειρειού γλείφοντας τ’ αγια-

-σμένα της χέρια που τα τάιζαν -το σπίτι

Χαμηλώνει τη σκεπή του για να μην γονατίσει

Τη μέρα του αποχωρισμού- με τις φωνές των

Παιδιών στο χοροστάσι και τις πυγολαμπίδες

Να τα οδηγούν στα κρυφά λημέρια των

Περιοδικών τους εκλάμψεων και τα βήματα

Βαριά στα πλακόστρωτα ακολουθώντας τις

Πατημασιές των προγόνων και τις ανάσες τους

Στους τοίχους και να μην ξέρεις αν η υγρασία

Κατεβαίνει από τα λούκια της σκεπής ή έρχεται

Από τα τριχοειδή των ακριβών εκμυστηρεύσεων

Διανύοντας αποστάσεις βιαστικών αναπνοών

Πού να χωρέσουν όλα αυτά πάρεξ στα διογκωμένα

Διάκενα των στίχων τα έτοιμα να διαρραγούν

Από τις σπαραχτικές άριες των φωνηέντων.

 

1 η διώχνω: αυτή που διώχνει

2 κερομύτης: με κίτρινη μύτη

 

περισσότερα για τον ποιητή

 

 
      αριθμός επισκεπτών