Πολιτισμός Λογοτέχνες

Γιάννης Μότσιος

 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ:  Ελεύθεροι Πολιορκημένοι και Γκερνίκα.

 (Προβλήματα μεθοδολογικής προσέγγισης διαφορετικών ειδών και κειμένων της τέχνης)

 

Λόγο δεν θα κάνω για διάλογο ανάμεσα σε είδη της τέχνης, ας πούμε: της ποίησης και της ζωγραφικής, αν και παρόμοιο θέμα υπάρχει. Όπως υπάρχει και ο διάλογος ανάμεσα στην ποίηση του Σολωμού και στη μουσική: Σολωμός και Μάντζαρος· Σολωμός και Θεοδωράκης· Σολωμός και Χατζηδάκης· Σολωμός και Μαρκόπουλος κ.ο.κ. Έχουμε, επίσης, διάλογο ανάμεσα στο Σολωμό και σε έλληνες ποιητές. Ένα  μόνο παράδειγμα: Σολωμός και Βάρναλης: «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» και «Σκλάβοι Πολιορκημένοι».

 

Θα αναφερθώ σε μεθοδολογικά ζητήματα, σε πρακτικές διαδικασιών και καλλιτεχνικής πορείας που προσβλέπουν σε αναζητήσεις με στόχο την επίτευξη όχι απλώς πληρότητας, αλλά και του ανώτατου δυνατού σε έργα τέχνης, στην προκειμένη περίπτωση ποίησης και ζωγραφικής.

 

Κριτήριο για τη συνέχιση αυτού του είδους της δημιουργικής διαδικασίας από την πλευρά των δημιουργών  παραμένει η διαίσθηση ή ακόμα και η συνείδηση της  απόστασης ανάμεσα στο θεωρητικά αναμενόμενο και το ελλιπές της πραγμάτωσης. Οπότε η καινούρια προσπάθεια (συχνότερα πολλές) αποτελεί μονόδρομο. Το θέμα είναι και παλιό, αλλά και επαναλαμβανόμενο. Αναφέρομαι μόνο σε έναν τομέα της ανθρώπινης δραστηριότητας, όπως είναι η τεχνολογία, όπου χωρίς τις απανωτές δοκιμές με τις εξίσου πολλές αποτυχίες δεν εννοείται και δεν υπάρχει κίνηση προς τα εμπρός με κατάληξη την επιτυχία.

 

Για να γίνει περισσότερο κατανοητός ο τρόπος σύνθεσης των «Ελεύθερων Πολιορκημένων», προτείνω να φανταστούμε μια  τοιχογραφία ζωγραφικής (3.50 Χ 7.80 είναι η «Γκερνίκα» του Πικάσο), πάνω στην οποία ο καλλιτέχνης σχεδιάζει ξεχωριστά επεισόδια, κινήσεις και χειρονομίες από τη ζωή, τη δράση, τη σκέψη, τα σύνθετα συναισθήματα των πολιορκημένων Ελλήνων. Αρχική επιθυμία του Σολωμού παραμένει η επίτευξη του καλύτερου δυνατού. Γι’ αυτό κι αναγκάζεται τις περισσότερες από τις ‘σπουδές’ του, να τις επαναλαμβάνει, διορθώνοντάς τες, και να έχουμε σήμερα στη διάθεσή μας τρία Σχεδιάσματα της ίδιας ποιητικής σύνθεσης (εγώ να τα βγάζω τέσσερα), παραλλαγές αποσπασμάτων και μερών, πολλές ώς πάρα πολλές παραλλαγές ξεχωριστών στίχων και στροφών. Χωρίς όμως να κατορθώσει να συνενώσει τα μέρη σε ενιαία λειτουργική ενότητα· πολλά από τα μέρη παρέμειναν λαμπρά, πανίσχυρα ποιητικά σπαράγματα, αλλά για πάντα αποσπασματικά.

 

Ακριβώς σε αυτό το σημείο βρίσκω μεγάλη συγγένεια ανάμεσα στους δρόμους που ακολούθησε  στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» ο Διονύσιος Σολωμός και στην «Γκερνίκα»  («Γκουέρνικα») ο Πάμπλο Πικάσο. Και τα δυο έργα αποτελούν  προσπάθεια ρεαλιστικής και συμβολικής – αλληγορικής αναπαράστασης δυο πατριωτικών πολέμων κατά  αντιδραστικών δυνάμεων (ημεδαπών και κυρίως αλλοδαπών): των Ελλήνων κατά των Τούρκων, των Αιγυπτίων και των μοναρχικών δυνάμεων της Ευρώπης στον 19ο αιώνα· των Ισπανών δημοκρατών  κατά των ντόπιων πραξικοπηματιών και του αναδυόμενου ευρωπαϊκού φασισμού στις χώρες του άξονα στον 20ο αιώνα. Να σημειώσω, ότι κανένας από τους δυο δεν περιγράφει άμεσα την πορεία των μαχών, αλλά διαπραγματεύεται σχεδόν αποκλειστικά τις επιπτώσεις στις γραμμές των αμυνόμενων αυτής της άνισης αντιπαράθεσης και τις αντιδράσεις τους. Και οι δυο συμπαρατάσσονται με τις προοδευτικές ιδέες και είναι με τους φορείς της εποχής που τις πρεσβεύουν· συμπάσχουν μαζί τους και τους ενθαρρύνουν στο σθεναρό αγώνα τους.

Περίπου ένας αιώνας χωρίζει τα δυο έργα: του Σολωμού και του Πικάσο. Σε ότι αφορά τους τρόπους καλλιτεχνικής διαπραγμάτευσης συγγενικών θεμάτων και μοτίβων η ομοιότητά τους είναι από πολύ απλή ώς πολύ σύνθετη. Οι διαφορές τους συνίστανται  στο είδος της τέχνης που χρησιμοποιεί  ο καθένας ή κι αλλιώς - στην τέχνη των εννοιολογικών ήχων και λέξεων στο Σολωμό, στην τέχνη γραμμών, εννοιολογικών σχημάτων και των χρωμάτων τους στον  Πικάσο. Και σε άλλα επίπεδα.

 

α) Ο Σολωμός σημειώνει σε πεζό, σε ιταλική γλώσσα, τις μελλοντικές επεξεργασίες σε στίχους που άλλες πραγματοποιήθηκαν εν μέρει ή εν πολλοίς· γι’ αυτό και ο Πολυλάς, φίλος και πρώτος εκδότης των απάντων του Σολωμού, τις μεταφράζει και τις τοποθετεί όπου νομίζει ότι έτσι γίνονται πιο κατανοητά τα αποσπάσματα των Σχεδιασμάτων. Ξεχωριστοί στίχοι και ολιγόστιχα αποσπάσματα έμειναν ‘άστεγα’, επειδή δεν μπόρεσαν κι ούτε μπορούσαν να βρουν θέση σε μικρές ή μεγάλες ενότητες. Σε τελική ανάλυση, πολλοί απ’ αυτούς έμειναν εκτός βασικών μερών  των «Ελεύθερων Πολιορκημένων».

 

β) Ο Πικάσο χρησιμοποιεί συγγενική μέθοδο καλλιτεχνικής δημιουργίας: ζωγραφίζει ξεχωριστές σκηνές ή μέρη τους από τον  αντιφασιστικό αγώνα των Ισπανών δημοκρατών, όπως τις κατέγραψε η ιστορία  κι όπως τις είδε ο ίδιος με τα μάτια και ιδιαίτερα με τη φαντασία τού μεγάλου καλλιτέχνη· συνεχίζει την επεξεργασία με πολλές παραλλαγές, κρατώντας για την τελική σύνθεσή του τη μια απ’ αυτές - τη μία ζωγραφική σπουδή, ενίοτε προσθέτει και νέες· κι όταν έχει στη διάθεσή του όλες τις παραλλαγές, συνενώνει εκείνες που επέλεξε για το τελικό κείμενο, σε ενιαίο έργο, τις τοποθετεί σε πλαίσιο, διαμορφώνοντάς τες σε καλλιτεχνική κατασκευή, σε πίνακα ζωγραφικής, όπου συνδιαλέγονται γόνιμα διαφορετικές εικόνες για να εκφράσουν την ενιαία τελική άποψη του Πικάσο για τον Ισπανικό πατριωτικό και αντιφασιστικό πόλεμο στη δεκαετία του 1930. Ανεξαρτητοποιεί μία από τις σπουδές και της παράσχει πλήρη αυτονομία, μετατρέποντάς την σε ξεχωριστό έργο της ζωγραφικής του. Υπογράμμισα τη λέξη ‘πλαίσιο’: ο Πικάσο (όπως και κάθε ζωγράφος) κλείνει υποχρεωτικά το κείμενο σε ‘κορνίζα’, ώστε να γίνεται απόλυτα κατανοητό, χειροπιαστό. Πέραν του πλαισίου δεν υπάρχουν  ανοιχτές πόρτες, ανοιχτά παράθυρα κι ούτε καν ένας φεγγίτης ανοιχτός. Ο Πικάσο ζωγραφίζει δεκάδες παραλλαγές του ίδιου θέματος ή ξεχωριστού μοτίβου για να κρατήσει τελικά το ένα. Κι όταν ακόμα έχει ολοκληρώσει τη σύνθεση της «Γκερνίκα», κατασκευάζει άλλες τέσσερεις για να προχωρήσει στην τελική γραφή τού ενός πίνακα. Θα υποστήριζα, μάλιστα, ότι η κάθε νέα επαφή με τα κείμενα του Πικάσο και του Σολωμού, αποκαλύπτουν στοιχεία που δεν είχαν παρατηρηθεί σε προηγούμενες θεάσεις, σε προηγούμενες προσπάθειες κατανόησης. Δείγμα κι αυτό του βάθους και της χρονικής διάρκειας που διαθέτει το κάθε σημαντικό για τον πολιτισμό έργο τέχνης.

 

γ) Ο καθένας από τους δύο χρησιμοποιεί τεχνοτροπίες της εποχής του: ρομαντικές, με έντονη την  παρουσία κλασικιστικών και ρεαλιστικών (καμιά φορά και νατουραλιστικών) στοιχείων ο Σολωμός·  ιμπρεσιονιστικές, ντανταϊστικές, φουτουριστικές, κυβιστικές, υπερρεαλιστικές κ.ο.κ.  ο Πικάσο. Επαναλαμβάνω την κύρια διαφορά Σολωμού και Πικάσο σε επίπεδο καλλιτεχνικού αποτελέσματος: ο πρώτος αφήνει τους «Ε.Π.», καθώς και τα περισσότερα μεγάλα έργα του, σε αποσπάσματα, ενώ ο Ισπανός ζωγράφος τοποθετεί τις επιλεγμένες παραλλαγές του  σε πλαίσιο, ώστε να λειτουργούν πια από δω και πέρα ως ενιαίο σύνολο, χωρίς όμως το καθένα από τα χρησιμοποιημένα στοιχεία να χάνει την αυτόνομη (τουλάχιστο την ημιαυτόνομη) παρουσία του. Ο Σολωμός στις μεγάλες, τοιχογραφικού χαρακτήρα, συνθέσεις του, δυσκολεύτηκε να  συναρμολογήσει, να συνενώσει και να τακτοποιήσει τους στίχους, τις στροφές, τα ξεχωριστά αποσπάσματα και τα μέρη σε ενιαίο και χωρίς χάσματα κείμενο-έργο, ώστε η καλλιτεχνική τους λειτουργία να εξαρτάται από τη συνεισφορά του μέρους, και το μέρος να υποτάσσεται στη γενική ιδέα του συνόλου.

Η προσπάθεια του Σολωμού επικεντρώνεται σε τρεις κατευθύνσεις· προς την επιλογή και τον διαχωρισμό των έτοιμων στίχων από τις πολλές ως πάμπολλες παραλλαγές· στα πλαίσια αποσπασμάτων και μερών· προς την  τελική διαμόρφωση των Σχεδιασμάτων, αν και το πέρασμα από ένα Σχεδίασμα σε άλλο σηματοδοτεί αυτόματα και την εγκατάλειψη της περαιτέρω επεξεργασίας του προηγούμενου. Έτσι, ο Σολωμός όχι μόνο δεν ολοκληρώνει τα ποιητικά κείμενα των Ε.Π., αλλά αφήνει ανοιχτό το σύνολο για πρόσθετες επεξεργασίες. Η οποιαδήποτε πρόσθεση, αφαίρεση ή διόρθωση στίχων είναι θεμιτή, ίσως και αναμενόμενη, για τον συνθέτη των Ε.Π.

 

 Ενδεικτικές ‘σπουδές’, παραλλαγές της ζωγραφικής και της ποιητικής  τέχνης: 

 


 

Μητέρα, μεγαλόψυχη στον πόνο και στη δόξα

 

 

Αλλά, Θεά, δεν ημπορώ ν΄ ακούσω τη φωνή σου;

Φτερά ’χετε, π’ ανέγγιχτα παντού πετούν, Αγγέλοι

  

 

Ακίνητες, αδάκρυτες, κοιτώντας μελετώντας

   

 

Μούπε με θείο χαμόγελο βρεμένο μ’ ένα δάκρυ

Χωρίς φιλί, χαιρετισμό, ματιά, βασίλισσές μου

Καλές πνοές παρηγοριά στη μαύρη νύχτα κι έρμη

Όχι φιλί, χαιρετισμό, μήτε ματιά να δώσω

 

  

Τα μάτια δείχνουν έρωτα για τον απάνου κόσμο

Κι όμορφη βγαίνει κορασιά και θεϊκιά στο φως του

Το θεϊκό σου πάτημα δεν άκουσα, δεν είδα

   

 

Κι απάνω της είν’ όμορφο το φως το μαγεμένο

 

 

Εγύρισε η παράξενη του κόσμου ταξιδεύτρα

  

 

(Αυτή η ‘σπουδή’ του Πικάσο αυτονομήθηκε κι έκτοτε λειτουργεί και σαν ξεχωριστό έργο, αλλά και σαν μέρος της «Γκερνίκα».)

Κι όμορφη βγαίνει κορασιά στημένη  μες στο φως του

Ιδού που τα σφυροκοπώ στον ανοιχτόν αέρα

 

Σημ.: Τα ποιητικά και ζωγραφικά στοιχεία (‘σπουδές’ και παραλλαγές) που έχουμε στη διάθεσή μας είναι πολύ περισσότερα  από αυτά που εδώ παραθέτουμε.

   

      αριθμός επισκεπτών