Γιώργος Χατζηνίκος
Πιανίστας και Μαέστρος
Ομιλία του
στην Θεσσαλονίκη, στην Τελετή Αναγόρευσης σε Επίτιμο Διδάκτορα
από το Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου
Μακεδονίας την Πέμπτη 20 Μαΐου 2010
Τι εστί
μουσική; Τι σημαίνει γενικότερα σήμερα
η έννοια της μουσικής, τι
σημαίνει η μουσική αυτή καθ’ εαυτήν;
Καθαρά
ετυμολογικά ο όρος, η λέξη Μουσική ξεκινάει από τον Απόλλωνα τον
Μουσηγέτη και τις εννέα Μούσες, που η καθεμιά τους αντιπροσώπευε
κάποιον κλάδο της Τέχνης. Και τι είναι Τέχνη; Πρόκειται ακριβώς για
αυτό που ξεχωρίζει τον άνθρωπο, επειδή, υπερβαίνοντας το ένστικτο
της αυτοσυντήρησης, αναδύεται από μιαν ανώτερη, μιαν βαθύτερη
ανάγκη. Είναι όμως ιδιαίτερα αξιοσημείωτο πως με το πέρασμα του
χρόνου απ’ όλες αυτές τις τέχνες μόνο η Μουσική αποκρυσταλλώθηκε
παγκόσμια στη σημερινή της έννοια!
Όπως είχε πει
ο διάσημος νομπελίστας Ελίας Κανέττι, το χείριστο κακό των δύο
τελευταίων αιώνων υπήρξε η τάση μιας γενίκευσης της κάθε έννοιας,
μια τάση που μέσα στην επέλαση της παγκοσμιότητας και του
καταναλωτικού πνεύματος εξακολουθεί να επεκτείνεται, οδηγώντας μας
όλο και περισσότερο σε μια γενικώτερη αφυδάτωση εννοιών όπως
δικαιοσύνη, κοινωνία, κοινωνική ευθύνη, αλληλεγγύη, καθώς και
ιδιαίτερα Μουσική.
Έτσι ήδη στα
μέσα του 20ού αιώνος, ο μέγιστος ερμηνευτής της μαέστρος
Furtwängler
διαπίστωνε πως το ερώτημα που τίθεται δεν είναι πλέον τι είναι καλή
ή κακή μουσική, αλλά κυριολεκτικά
τι είναι βασικά Μουσική!
Μιαν απάντηση
σ’ αυτό παρέχει βέβαια η μυθολογία μέσ’ απ’ τη θρυλική μονομαχία του
Μαρσύα με τον Απόλλωνα, αλλά ιδού τι λέει γι’ αυτήν ο Κομφούκιος τον
6ο π.Χ. αιώνα: «Ήθος είναι η σπονδυλική στήλη μιας
κοινωνίας και Μουσική είναι το άνθος του ήθους αυτού. Όπου επικρατεί
μουσική που ερεθίζει και διαστρέφει, βλέπουμε μια κοινωνία που
καταρρέει, όπου όμως επικρατεί μουσική που εμφυσά ήθος, αντικρύζουμε
ένα μεγάλο έθνος. Καθώς η μουσική πηγάζει από τα βάθη της ψυχής του
ανθρώπου, αποτελεί αφ’ εαυτής το πειστικότερο τεκμήριο για τις
σκέψεις και το ήθος που διαπνέει τα μέλη μιας κοινωνίας. Ακυρώνει
έτσι τις προσπάθειες της επίδειξης ενός εικονικού πολιτισμού».
Έχει πει επίσης: «Δείξτε μου τους ρυθμούς ενός λαού και θα σας πω
τον χαρακτήρα του».
Ιδού μάλιστα
πώς διατυπώνεται και ο στόχος μιας γνήσιας μουσικής εκπαίδευσης από
τον αρχαίο Κινέζο αυτοκράτορα Σουν στον κανόνα με τον οποίον
διορίζει τον Κβέι Δάσκαλο της Μουσικής: «Σε διορίζω Διευθυντή της
Μουσικής για να διδάξεις στα παιδιά μας μουσική, ώστε ο τολμηρός να
είναι και ήπιος, ο ευαίσθητος να είναι και αξιοπρεπής, ο δυνατός να
μην είναι τυραννικός και ο αυταρχικός να μην είναι εγωκεντρικός.
Ποίηση είναι η έκφραση της βαθύτερης σκέψης και Άσμα είναι η
ευρύτερη μορφή αυτής της έκφρασης. Οι ήχοι που συνοδεύουν την μορφή
αυτή εναρμονίζονται με τους καθιερωμένους αυλούς, οπότε τα οκτώ είδη
των οργάνων ταιριάζουν. Έτσι κανένα δεν υπερέχει ούτε εισβάλλει στην
περιοχή του άλλου και η αρμονία κυβερνά τους ανθρώπους και τις
σκέψεις τους».
Ο Ευριπίδης
συμβούλευε μάλιστα «μη
ζώειν μετ’ αμουσίας», που επαναλαμβάνει αργότερα ο
Nietzsche
λέγοντας «ένας βίος χωρίς μουσική θα ήταν εσφαλμένος», ενώ ο
Πλάτων, αναφερόμενος στον Δάμωνα, τον παιδαγωγό του Περικλή, λέει
στην Πολιτεία (Δ, 424C)
με τη φωνή του Σωκράτη: «Ουδαμού γαρ κινούνται μουσικής τρόποι
άνευ πολιτικών νόμων των μεγίστων, ως φησί τε Δάμων και εγώ
πείθομαι» («διότι πουθενά δεν αλλάζουν οι τρόποι της
μουσικής, χωρίς να αλλάζουν παράλληλα και οι θεμελιώδεις νόμοι της
πολιτείας, όπως λέει ο Δάμων και το πιστεύω και εγώ»). Ο
Πλάτων θέτει επίσης
εκεί και το ερώτημα «Τι συνέχει την κοινωνία;»
και καταλήγει στο
συμπέρασμα: Δικαιοσύνη. Αναρωτώμενος κατόπιν τι εστί
δικαιοσύνη την διευκρινίζει ως Αρμονία. Τη σύστασή του δε να
ασκούν οι άνθρωποι μουσική αιτιολογεί ως εξής: «Ίνα καταστώσιν
ημερώτεροι, ευρυθμώτεροι και ευαρμοστώτεροι».
Παράλληλα διαπιστώνει και ο Λι-Γκι
στο «Βιβλίο των
Ηθών» του: «Όταν κυριαρχεί η μουσική, τότε γίνονται σαφή τα
κοινωνικά καθήκοντα. Το μάτι και το αυτί αποκτούν φως και βάθος, η
ζωτικότητα και η ιδιοσυγκρασία ισορροπούνται».
Σε τι
συνίσταται, τι αποτελεί λοιπόν αυτή καθ’ εαυτήν η μουσική;
Ξαφνιάζεται βέβαια κανείς ακούγοντας την θρυλική αναφώνηση του
Charles
Ives
«Προς Θεού,
τι σχέση έχει η μουσική με τον ήχο!»,
αναφερόμενος ασφαλώς σ’ αυτό που πιστεύεται γύρω μας γενικά. Ιδού
λοιπόν ο αρχικός ορισμός του
Guido
d’Arezzo:
«Μουσική είναι η κίνηση των
ήχων». Εννοεί βέβαια την κίνηση εκείνη με την οποίαν ο άνθρωπος,
υπακούοντας σε μιαν εσώτερη, μια βαθύτερή του ανάγκη, εμφυσά σε
ήχους νοήματα, επιθυμίες και νοσταλγίες που αναδύονται μέσα του στην
καθημερινή του ζωή. Πρόκειται ασφαλώς για την κίνηση εκείνη που,
σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, αποτελεί το θεμέλιο της ζωής («Η
ζωή εν τη κινήσει εστίν»). Από
αυτήν λοιπόν την κίνηση
γεννιέται και η Μουσική!
Πώς όμως
μεταδίδεται η κίνηση αυτή στη μουσική μας εκπαίδευση, που στηρίζεται
βασικά σε μετρικά δεδομένα και γενικευμένες εντολές; Μαθαίνουμε
δηλαδή ουσιαστικά πώς να εκτελούμε ήχους απλώς μετρικά
καταγραμμένους πάνω στο πεντάγραμμο, με κινήσεις που καθορίζονται
από τον μετρονόμο και από γενικευμένες έννοιες όπως
Allegro,
Andante
κ.λπ., αντί να μαθαίνουμε να αναζητούμε εκείνη την έσωθεν
γενεσιουργό κίνηση από την οποία έχουν προέλθει τα έργα που
μελετούμε, ώστε να μπορούμε κατόπιν να συλλαμβάνουμε και την
ερμηνεία τους!
Δεν ξεχνώ ένα
πολύτιμο βίωμα που είχα στο πρώτο μου ταξίδι στην Ινδία τον
Ιανουάριο του 1968, όταν ο διευθυντής της Εθνικής Μουσικής Ακαδημίας
του Δελχί ανταποκρίθηκε στην παράκλησή μου να με εισαγάγει στην
ινδική μουσική. Με ρώτησε λοιπόν πρώτα - πρώτα «πώς
θέλω να την ακούσω, με τον ινδικό ή τον ευρωπαϊκό τρόπο;»
Κατάπληκτος λοιπόν τον ερωτώ:
«Πώς το εννοείτε αυτό;» Μου λέει τότε χαμογελώντας:
«Ευρωπαϊκά, θα σας βάλω ένα διάδρομο να τον περπατήσετε και θα σας
βάλω μετά μια καρέκλα για να καθίσετε.» «Και ποιος είναι ο ινδικός
τρόπος;» «Θα βγάλετε τα παπούτσια σας και θα έλθετε να καθίσετε
οκλαδόν δίπλα μας.» Προτίμησα βέβαια αμέσως τον ινδικό τρόπο.
Θαύμαζα λοιπόν στην αρχή τις μαλακές χειρονομίες με τις οποίες
εκείνος ενθάρρυνε τους σπουδαστές του καθώς εκείνοι παίζανε και
τραγουδούσαν. Μου διευκρινίζει όμως τότε πως εκείνος ουσιαστικά τους
καθοδηγούσε πώς να αυτοσχεδιάζουν υπεύθυνα μέσα στο πλαίσιο μιας
Ράγκας, κάτι που άκουγα για πρώτη φορά. Καθώς λοιπόν μου τις εξηγεί
γενικώτερα και λεπτομερέστερα, ακούω ξάφνου τη λέξη τεταρτόνιο,
μισό δηλαδή ημιτόνιο. Ήταν φυσικό, καθώς το διάστημα αυτό είναι
ουσιαστικά άγνωστο στην ευρωπαϊκή μουσική, να δείξω ιδιαίτερο
ενδιαφέρον, που προκάλεσε πάραυτα μια ζωηρή αντίδραση εκ μέρους του.
«Όχι, όχι! Δεν πρόκειται για κάτι το απλώς και ουδέτερα μετρικό,
όπως εσείς στην Ευρώπη αντιλαμβάνεσθε γενικώς τα διαστήματα!»
αμέσως όμως αναφωνεί: «Μα εσείς είσαστε Έλληνας! Πώς δεν το
ξέρετε αυτό, αφού εμείς ευρισκόμασταν σε συνεχή μουσική επικοινωνία
με τους προγόνους σας!». «Δυστυχώς,
του απαντώ, αντίθετα με σας, που παρά τις ξένες κατοχές
κατορθώσατε να διατηρήσετε αμιγή το μουσικό σας πολιτισμό, που οι
κατακτητές σας όχι μόνο σεβάσθηκαν αλλά τελικά αφομοίωσαν και οι
ίδιοι, η μεγάλη ελληνική μουσική παράδοση με τις δυο μακραίωνες και
εχθρικά πολιτιστικά διακείμενες ξένες κατοχές, ιδίως όμως και πάνω
απ’ όλα την μετά την απελευθέρωσή μας αναδιάπλαση της νεοελληνικής
μουσικής εκπαίδευσης αποκλειστικά πάνω σε ξένα βορειοευρωπαϊκά
πρότυπα και νοοτροπίες, υπάρχει ουσιαστικά μόνο πλέον στο
υποσυνείδητο του Έλληνα, όπου ξαναζεί σποραδικά σε αναλαμπές της
γνήσιας λαϊκής μουσικής». «Σεις λοιπόν στην Ευρώπη,
εξακολούθησε ο Ινδός διευθυντής, αντιλαμβάνεστε το κάθε διάστημα
σαν μια μετρικά καθιερωμένη πάγια διάσταση, εμείς όμως αντίθετα τα
διαπλάθουμε κάθε φορά εξ αρχής. Το τεταρτόνιο λοιπόν δεν αποτελεί
για μας ένα προκαθορισμένο, πάγιο και αμετάβλητο διάστημα, αλλά κάτι
που γυμναζόμαστε επί χρόνια πώς να το διαπλάθουμε κάθε φορά εκ νέου.
Στοχεύουμε δηλαδή πώς να περνάμε από έναν ήχο σε έναν άλλο
διαμέσου ενός τεταρτονίου.
Έτσι αυτό διαπλάθεται κάθε φορά απ’ αρχής ανάλογα με την εκάστοτε
στόχευση».
Όπως αργότερα
διαπίστωσα, αυτή η ζωντανή σύλληψη του τεταρτονίου επεκτείνεται όχι
μόνο στα άλλα τους διαστήματα αλλά και στα ρυθμικά τους ακόμη
μοτίβα, λειτουργώντας έτσι ως κλειδιά επικοινωνίας στον
αυτοσχεδιασμό, που αποτελεί την ουσία της ινδικής μουσικής. Έτσι,
στο δεύτερό μου ταξίδι στην Ινδία, που στο
ετήσιο Πανινδικό της
Φεστιβάλ είχα την τύχη να βιώσω περισσότερο τον πλούτο της
Ινδικής μουσικής, θυμάμαι ακόμη μεταξύ άλλων πολλών, πώς ένας νεαρός
κρουστός από τη Νότια Ινδία και μία χορεύτρια από τη Βόρειο Ινδία
που μόλις είχαν συναντηθεί, αυτοσχεδίαζαν με τόση ευκολία και
απλότητα, όπως θα το κάναμε εμείς κουβεντιάζοντας!
Σχετικά πάλι
με την έννοια της κλασσικής μουσικής, που, όπως λέγεται συχνά,
καταλαβαίνει κανείς μόνο αν
έχει σπουδάσει σε Ωδείο, είχα ένα ακόμη πιο συγκινητικό βίωμα,
όταν ήμουν 13 χρονών, στο σπίτι ενός θείου μου με έναν επισκέπτη
του, που, όταν άκουσε πως παίζω πιάνο, με ρώτησε αμέσως αν μπορούσα
να του παίξω το αργό μέρος της
Pathetique
Σονάτας του
Beethoven.
Αφού του το έπαιξα, τον ρώτησα μήπως θέλει να ακούσει και κανένα
άλλο κομμάτι κανενός άλλου συνθέτη, εκείνος παραδόξως απέκρουσε την
προσφορά μου τόσο έντονα που σάστισα. Μου λέει τότε: «Ξέρετε, εγώ
χρωστώ τη ζωή μου κυριολεκτικά στον
Beethoven»
και μου διηγείται τότε πώς αυτό συνέβη!
«Όταν ήμουν
νέος, ήμουν ένας γλεντζές που σιχαινόταν την κλασσική μουσική. Σε
έναν πόλεμο όμως τραυματίστηκα. Φέρνοντάς με λοιπόν με ένα φορείο σε
ένα νοσοκομείο, με αποθέτουν στο πάτωμα ενός διαδρόμου. Εγώ δεν
μπορούσα ούτε να μιλήσω, ούτε καν να κινηθώ, άκουγα όμως ακριβώς
ό,τι συνέβαινε. Έτσι άκουσα και τη νοσοκόμα που είχε έρθει να με δει
μαζί με έναν γιατρό να τον ρωτά:
Να τον βάλω σε ένα κρεβάτι;
Και τον γιατρό να απαντάει:
Δεν αξίζει τον κόπο γιατί αυτός ούτε τη νύχτα δεν βγάζει! Μου
είναι αδύνατον να περιγράψω την απελπισία και την μαυρίλα στην
οποίαν με βύθισαν τα λόγια αυτά του γιατρού. Καθώς όμως κειτόμουνα
εκεί για ώρες ανήμπορος και απελπισμένος, ακούστηκε ξαφνικά από
κάποιο κοιτώνα το αργό αυτό μέρος του
Beethoven.
Ακούγοντάς το, όχι μόνο ξέχασα τα λόγια του γιατρού αλλά αισθάνθηκα
να ανοίγονται μέσα μου σιγά-σιγά κάτι θαυμάσιοι νέοι ορίζοντες, που,
αποκαλύπτοντάς μου μια άλλου είδους ενόραση, με πλημμύρισαν με μία
ουράνια γαλήνη! Βλέποντάς με έτσι την άλλη μέρα ο γιατρός ρωτάει
έκπληκτος τη νοσοκόμα: Τι του
κάνατε αυτουνού; Και όταν εκείνη τον διαβεβαίωσε πως κανένας δεν
είχε ασχοληθεί μαζί μου, ο γιατρός αναφώνησε:
Καλά…!
Αυτός πέθαινε χθες το βράδυ
και τώρα είναι γιατρεμένος! Πώς έγινε αυτό…!»
Αναπολώντας τα λόγια του,
διαβλέπω τώρα πως χάρις στην απελπισία του είχε μπορέσει να δεχθεί
το ουσιαστικό μήνυμα της μουσικής του
Beethoven,
εκείνο που έχει άλλωστε διατυπώσει και ο ίδιος ο
Beethoven
γραπτά
στην αφιέρωσή του της
Missa
Solemnis,
της μεγίστης του δημιουργίας:
Vom
Herzen,
möge
es
wieder
zu
Herzen
gehen!
(Απ’ την καρδιά, είθε πάλι σε
καρδιές να πάει!)
Ιδού τι λέει
σχετικά και ο
Mussorgsky,
ένας ογκόλιθος της Μουσικής: «Τέχνη είναι ένας τρόπος να
επικοινωνεί κανείς με τους συνανθρώπους του. Η ουσία των σκέψεών μου
σήμερα, χθες, παλαιότερα, αύριο… είναι πάντα η ίδια –η επιθυμία να
προβάλω νικητής στον αγώνα και να δώσω στην ανθρωπότητα ένα νέο
μήνυμα φιλίας και αγάπης, τέτοιο που να αντηχήσει πέρα από τις
απέραντες ρωσσικές πεδιάδες– το ειλικρινές μήνυμα ενός άσημου
μουσικού που μάχεται για τα
γνήσια ιδανικά της αληθινής τέχνης»
◄Πίσω
στον Γιώργο Χατζηνίκο