Άννα Δερέκα
ποιήτρια
Από τον καιρό του Σολομώντος έχω ν’
ακούσω μια τέτοια μουσική
του Γιώργου Στογιαννίδη ποιητή
Άννα Δερέκα
«… Ποιος σούπε πως «η άνοιξη είναι μια σπασμένη
χορδή / στο λαιμό του καναρινιού / μια τσαλακωμένη κοριτσίστικη
φούστα / μια μπούκλα απ’ τα ξανθά μου μαλλιά»; Εσύ, που τάμαθες
αυτά; Σε ποια ποίηση «εντρύφησες»; Ίσως της Άπω Ανατολής μπορεί και
το πιο πιθανό μια ελικώνια μούσα όταν ήσουν μικρή να σε βάφτισε σε
καμμιά «Παγά Λαλέουσα».
Πάντως δεν είσαι πλάσμα του κόσμου αυτού. Είσαι
πιο πολύ ένας χείμαρρος που παρασέρνει ό,τι μικρό και μεγάλο βρίσκει
μπροστά του, που ανατινάζει κατεστημένα και μη, καταλύει «πυρετούς»,
«κεραυνούς και πυρκαγιές». Οι στίχοι κάποτε μοιάζουν με κοτρόνες και
άλλοτε με ανάλαφρα παιχνιδάκια σε χέρια παιδιών. Αφέλεια μα και
γνώση, παιδικότητα και φλεγόμενη σάρκα, Σαπφώ ή Σουλαμίτις, αλλά και
πληγωμένη, ανοιχτή στον έρωτα, και άδεια σα μια μαύρη τρύπα από
πουκάμισο. Πλημμυρισμένη από αισθήσεις, αισθησιακή, διαχύνεσαι μέσα
στο ερωτικό σώμα, για να γίνεις ένα μ’ αυτό «χυμός» που αναβλύζει
από πρωινά φρεσκοξυπνημένα χείλη, πούναι «γλυκειά ψίχα» μ’ ένα μικρό
κόκκο αλατιού. Αλλά και «δίνη», ανεμοστρόβιλος, ωκεανός,
απεραντοσύνη, ζυμωμένη, άκου άκου «με μέλι και στάρι».
Που στην ευχή βρήκες αυτό το πάθος όπου μέσα
του να «ενδημεί» η τρυφερότητα, η γλύκα και το πένθος; Τι σόι αβρή
κοπέλα είσαι όταν συνηθίζεις να στροβιλίζεις τα φιλιά «σαν άνεμος σε
νυχτερινό κατάρτι». Ξέρεις πως είσαι μια παραφωνία σ’ αυτό το
«μικρόψυχο καιρό» με τα «άγχη» και τις «φυγές» και πως οι στίχοι που
κατακλύζουν την πιάτσα βρωμάν σα μπαγιάτικα ψάρια; Από τον καιρό του
Σολομώντος έχω ν’ ακούσω μια τέτοια μουσική. Θάπρεπε ν’ αντιγράψω
τις περισσότερες σελίδες του βιβλίου σου για να σου δείξω τη
συγκίνηση που με κατέχει. Η φαντασία σου κυριολεκτικά οργιάζει δεν
ξέρει «φραγμούς» «βλέπει» καταπληκτικές εικόνες. «Το κορμί σου μια
γέφυρα για τ’ άστρα». Ελεύθερα τολμά τις πιο καταπληκτικές συζεύξεις
όπου οι αισθήσεις λειτουργούν κυριολεκτικά ποιητικά: «Τα ξανθά μου
μαλλιά / θορυβούν πάνω / στα εμπριμέ σεντόνια». Τι αίσθηση που «ν’
ακούει» το «θόρυβο» των μαλλιών «στα εμπριμέ σεντόνια». Ακόμη η
ποίησή σου δεν ανήκει στον κλειστό χώρο, αναπνέεις έξω στον ανοιχτό
χώρο, η φύση, η τροπική θάλεγα σε συνεπαίρνει. Όμως έχεις πολλή
δύναμη μέσα σου για να την αντέξεις. Η χούφτα σου μπορεί να χωρέσει
μια … άνοιξη.
Και ο αγαπημένος σου μοιάζει: «μ’ ένα τεράστιο
κλαδί / φορτωμένο άνεμο». Με μια τέτοια ευαισθησία και με ένα τέτοιο
φλογισμένο ταμπεραμέντο ότι θ’ αγγίζεις θα μεταμορφώνεται σε
ποίηση.»
Γιώργος Στογιαννίδης – Ποιητής
16 Φεβρουαρίου 1980