«Σκάφανδρο»
της Πόπης Πασχαλίδου
εκδόσεις ΠΑΣΙΦΑΗ 2016
Επιμέλεια Χρήστος Ελμάζης Πρώτη
έκδοση Ιούνιος 2016
© Πόπη Πασχαλίδου, Ιδιωτική Έκδοση ISBN:
978-960-93-8200-7
Το σχέδιο του εξωφύλλου φιλοτέχνησαν οι Ντόρις
Ζαρίφη και Χρήστος Καρακίτσος.
Το βιβλίο μπορείτε να το προμηθευτείτε και από την
Πόπη Πασχαλίδου
τηλ. επικοινωνίας 6933264692 mail:
paskalliopi@hotmail.com
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Πόπη Πασχαλίδου
Η Πόπη
Πασχαλίδου κατάγεται
από τον Εύρωπο Κιλκίς και έζησε στην Θεσσαλονίκη. Σπούδασε
Αγγλική Φιλολογία στο ΑΠΘ. Εργάζεται στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση
στην Καβάλα , όπου και διαμένει μόνιμα. Πνεύμα ανήσυχο, με ροπή
στις τέχνες, ασχολήθηκε με το ερασιτεχνικό θέατρο και την
μουσική.
Η λογοτεχνία υπήρξε και είναι μεγάλο
πάθος στην ζωή της .Η ποίηση την ‘ βρήκε’ αναπάντεχα ,προ
τριετίας και λειτούργησε σαν δικλίδα ασφαλείας. Το Σκάφανδο
είναι η καταβύθιση στα μύχια της ψυχής, με διττή ιδιότητα ˙ την
κατάδυση σε μεγάλο βάθος και την ασφάλεια. Η συλλογή αποτελείται
από ποιήματα που παρουσιάζουν τους προβληματισμούς και την θέση
της δημιουργού, πάνω στα φυσικά και μεταφυσικά, στον έρωτα και
την αγωνία της καθημερινότητας.
Γράφει ο Γιάννης Μότσιος:
Π
ρ ο ο ί μ ι ο
Το ποιητικό έργο της Πόπης Πασχαλίδου
(που είναι συνάμα και καλή διηγηματογράφος), το παρουσιάζω για
πρώτη φορά. Γι’ αυτό και θεωρώ σκόπιμο να κάνω κάποιες γενικού
χαρακτήρα παρατηρήσεις. Η λέξη ποίηση από τα γεννοφάσκια της
(από την εμφάνιση του ολοκληρωμένου γραπτού, άρα λόγιου
κειμένου) σήμαινε κι αποτελούνταν από πλευρές του ίδιου, αλλά
σφαιρικού, νομίσματος: δημιουργία, κατασκευή, χτίσιμο, φτιάξιμο,
τακτοποίηση. Θα έλεγα, ότι όλες μαζί, με τις δικές τους
ιδιαιτερότητες, είναι συμπληρωματικής, προσθετικής υφής. Να
θυμηθούμε το θεό τη βδομάδα της δημιουργίας του κόσμου: χώματα,
νερά, λάσπες, φως, σκοτάδι, καταϊδρωμένο πρόσωπο να σκέφτεται,
να προβληματίζεται συνεχώς με το αντικείμενο της εντελώς νέας
κατασκευής του. Κι ο ποιητής, ο δημιουργός του ποιήματος,
δουλεύει σε πολύ συγγενικές καταστάσεις με εκείνες της Αγίας
Γραφής, σε πρώτη σειρά της Παλαιάς Διαθήκης: από το τίποτα να
συλλάβει αρχικά κάποια ιδέα, κάποια νοήματα σε μορφή εικόνων
–παραστάσεων, και άμεσα να κατασκευάσει τη δομή και μετά το
σύνολο σε μορφή που να λειτουργεί ποιητικά, τουτέστιν αισθητικά.
Μέσα από πολύπλοκες διαδικασίες , ελέγξιμες αλλά προπαντός
ανεξέλεγκτες (δε φτάσαμε ακόμα να μπορούμε να καταγράψουμε τις
εσωτερικές διεργασίες της δημιουργικής φαντασίας: της
διαίσθησης, της σκέψης, των αισθημάτων, της οραματικής ανύψωσης
του πνεύματος, όταν επιλέγονται οι κατάλληλες (οι πιο
κατάλληλες) λέξεις με σκοπό να συνδυαστούν με άλλες για να
παρουσιάσουν με μετρίσιμα υλικά το μοτίβο, το θέμα, την έννοια
που υπάρχει μόνο στον κόσμο του συγγραφέα και απαιτητικά
διατάζει την ανάλογη τακτοποίησή τους για τη σύνθεση τόσων
ποιητικών εικόνων, ώστε να ολοκληρωθεί το όλον δημιούργημα. 6 Να
υπογραμμίσω με έμφαση: η ιδέα είναι του ποιητή. Τα καλλιτεχνικά
μέσα και οι τρόποι δομής τους για την ποιητική ενσάρκωση αυτής
της αρχικής ή της τροποποιημένης εν πλω ιδέας, είναι του ίδιου
ποιητή. Ποιητής είναι εκείνος που τελειώνοντας την κατασκευή του
πάει μερικά βήματα πίσω για να δει από μια απόσταση το έργο του,
την καθαρά δική του κατασκευή. Αν δεν αρέσει στον ίδιο, κανείς
δεν θα είναι ενθουσιασμένος από αυτό που θα διαβάσει αργότερα.
Θέλω να πω: ποιητής που σκέφτεται με ποιον τρόπο να ικανοποιήσει
τον πελάτη-αναγνώστη για να πουλήσει, είναι ο πρώτος λογοκριτής
και μάλιστα του ίδιου του εαυτού του. Η λογοκρισία επινοήθηκε
για να κόβει τα φτερά του δημιουργικού λόγου, να μειώνει τη
γονιμότητα του διαλόγου ποιητή και αναγνωστικού κοινού. Ακόμα κι
αν δεν είναι κακός ο συγκεκριμένος ποιητής, με τη σκέψη της
αυτολογοκρισίας, ψαλιδίζει ακριβώς αυτό που πρέπει να το αφήσει
να πετά λεύτερο προς την κατεύθυνση της αποστολής του: να πει
όλη την αλήθεια. Κι ας μην ξεχνάμε, ότι, όταν αποφασίζουμε να
πούμε μόνο τη μισή κι όχι ολόκληρη την αλήθεια, τελικά
κατορθώνουμε να βγάλουμε προς τα έξω μόνο ένα μεγάλο ψέμα, μέσα
από το κουτσούρεμα της αλήθειας. Η Πόπη Πασχαλίδου είναι
ποιήτρια, γιατί δε φοβάται την αλήθεια, είναι τολμηρή,
αποφασίζοντας, ότι δεν έχει να κρύψει τίποτα, δεν έχει να
φοβηθεί και να ντραπεί τίποτα, ξεγυμνώνοντας το μέσα μέρος του
εαυτού της που είναι αθέατο για τους άλλους: δεν έχει
ενδοιασμούς και είναι περήφανη για τους στίχους και αυτά που
ενσαρκώνουν. Ιδιαίτερα τα αισθήματά της. Δεν κρύβεται πίσω από
την ασάφεια της διατύπωσης, η οποία προκύπτει
είτε από την απουσία ανθρώπινου νοήματος στον ποιητικό
λόγο είτε από το φόβο της θαρραλέας κι ανοιχτής διατύπωσης.
Θαρρώ, ότι αυτό είναι το κεντρικό σημείο εκκίνησης ολόκληρης της
καλλιτεχνικής δημιουργίας. Να στήσει την ποιητική εικόνα, δίπλα
της να βάλει όσες θα της χρειαστούν για να ολοκληρώσει τη σκέψη,
το αίσθημα, το ποιητικό όραμα. 7 Σκέφτομαι, ότι σε οποιαδήποτε
ποιητική συλλογή, αν βρει κανείς
έστω και έναν πετυχημένο στίχο, και είναι δημιούργημα
αυτού του ποιητή (το υπογραμμίζω αυτό), ο άνθρωπος αυτός είναι
γεννημένος ποιητής: έχει όλες τις προδιαγραφές για να συνεχίσει
με δεύτερο, με τρίτο κ.ο.κ στίχο και να ολοκληρώσει το κείμενο,
μικρό ή μεγάλο στο μέγεθος. Έτσι και ξεκίνησα το διάλογο με την
ποιήτρια για τις δικές μου επιλογές: ξεχώρισα έναν δυνατό στίχο,
ξεχώρισα δεύτερο, ανακάλυψα πολλούς και είπα: η Πόπη Πασχαλίδου
είναι ποιήτρια:
«Πέπλο
μακρύ στους ώμους σου το σέλας ν’ ακουμπήσω»
«Λιωμένο
κερί κάθε σταλαγματιά, σημάδευε εύστοχα την πορφυρή γροθιά».
«Ανάστησέ με και αξίωσέ με το φως του ήλιου ν’ αντικρύσω μέσα
από τη δική σου τη σκιά»
«Ταχύπλοο καράβι στο σχήμα του φιλιού»
Από το ποίημα με τον τίτλο
Όνειρο αποσπώ την
πρώτη στροφή από τις οκτώ του κειμένου:
‘Σαν
την αχλή που αιωρείται ντροπαλά πάνω από τη θάλασσα
Διστάζοντας
το γυμνό σώμα που κείτεται από κάτω της ν’ αγγίξει,
Έτσι
σε θέλω αγαπημένη.
Καθαγιασμένη
σε νιώθω,
Πώς να σε βεβηλώσω;’
Απίθανα
δυνατή η στροφή, αρχής γινομένης από τον πρώτο στίχο που με τη
φορά του σέρνει τους υπόλοιπους στην ίδια κατεύθυνση: της
καθαρής ποίησης. Θέλω να κλείσω το προλογικό μου σημείωμα με δυο
ολιγόστροφα (και ολιγόστιχα) ποιήματα και ν’ αφήσω έτσι τους
αναγνώστες να επικοινωνήσουν άμεσα με τη φωνή της ίδιας της
ποιήτριας:
ΤΟΤΕ
‘Τότε που τα σκυλιά
αλυχτούσαν στο ξημέρωμα,
Φύτρωναν ματωμένες παπαρούνες στη θάλασσα
Κι’ έβγαζαν βότσαλα τα μάτια των παιδιών,
Έπεσα
πάνω στη γης, Ν’ αφουγκραστώ τους χτύπους της καρδιάς της.
Άκουσα αναφιλητά έσκαψα με τα νύχια
Κι ’ αντίς για χώμα έβγαλα Αίμα και μαύρο
δάκρυ.’
ΖΩΗ Σ’ΑΓΑΠΩ
‘Μέσα στης νύχτας την αγκαλιά
Κρυμμένη
από το βλέμμα ανθρώπων και θεών
Βγάζω κραυγή να σκορπιστεί
Του κόσμου ν’ αφυπνίσει τα στοιχειά.
Την
γνέθει ο άνεμος χρυσή κλωστή
Την
πλέκει στα μαλλιά της,
Η
θάλασσα φτεροκοπά
Υγραίνει την λαλιά της,
Βάνει
η βροχή υγρό πανί
Δροσοσταλιά
την κάνει
Και καμαρώνει η κραυγή
Καθώς ωραία περπατά στης λυγαριάς τα άνθη
Χαράζοντας
λικνιστικά το μέγα μήνυμά της. ‘
Όταν το νόημα ή το μήνυμα δε βολεύεται
στον ολιγοσύλλαβο στίχο, η ποιήτρια δε διστάζει να διευρύνει τα
όριά του (στο ίδιο ποίημα) προς τη μεριά του 15-σύλλαβου που
έθρεψε αισθητικά μαζί με το γάλα της ελληνίδας μάνας μας. Ή της
σοφής γιαγιάς μας με τα ατέλειωτα παραμύθια και τα δημοτικά της
τραγούδια.
Μετάνιωσα: οι στίχοι του επόμενου
ποιήματος, που δεν είναι από τα συνηθισμένα της Πόπης
Πασχαλίδου, με αναγκάζουν να συνεχίσω για λίγο, παρουσιάζοντας
μια άλλη μορφή ποιητικής έκφρασης που η δημιουργός τη σπρώχνει
προς το πεζό, ενώ παραμένει πεισματάρικα και σταθερά στα όρια
και τη δικαιοδοσία του ποιητικού λόγου:
ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ
‘Αδιάβατοι κείτονται οι δρόμοι οι πλατιοί
, τα περιβόλια των ψυχών ξερά. Στροφοδινούνται οι δυστυχείς μες
σε κυκλώνα ανάξιων αξιών, κλαίγοντας γοερά. Τα μάτια σφάλισαν,
τρόμαξαν μπρος στο φώς, σφραγίστηκαν τα όνειρα στων συρταριών τα
βάθη. Πτώχευσαν οι λέξεις, απόρριμμα το ‘σ’ αγαπώ’, κίβδηλο
χαμόγελο σε στόμα διαβρωμένο. Κυλούν οι μέρες άχαρες σαν πέτρες
σε νταμάρι, χωρίς τον πόνο της χαράς, του έρωτα την λάβα, χωρίς
το νέκταρ της λαλιάς και των φιλιών το μέλι.’
Μια
μόνο παρατήρηση στα στερνά του προοιμίου μου: μερικούς
15-σύλλαβους, που τους μαυρίζω στο κείμενο, η ποιήτρια τους
εντάσσει στο γενικό χορευτικό σκοπό του ποιήμα- τός της και
προσδίδει στο κείμενο μια νέα ρυθμική υπόσταση – με το άνοιγμα –
διεύρυνση της ποιητικής τέχνης.
Γιάννης
Μότσιος Πεδινή Ιωαννίνων, 30 Ιουνίου 2016