Φωτοποιήματα -
Photopoems
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΠΟΝ
Φωτογραφίες - Ποίηση: Γιώργος Δουατζής
Κείμενα: Λαμπρινή Μπενάτση
Mετάφραση:
Αλεξάνδρα Ντούμα
Εισαγωγικό σημείωμα
ΛΑΜΠΡΙΝΗ
ΜΠΕΝΑΤΣΗ - Ιστορικός Τέχνης
Λαμπρινή Μπενάτση Ιστορικός Τέχνης
Σκέφτηκα τη
δημιουργία αυτού του λευκώματος, όταν με συγκίνησαν βαθιά οι
φωτογραφίες του Γιώργου Δουατζή. Είδα για πρώτη φορά κάποιες
να εκτίθενται στην γκαλερί «Αγκάθι», στην Αθήνα. Ομολογώ ότι
τότε δεν ήξερα με τι πλούτο φωτογραφιών θα ερχόμουν
αντιμέτωπη. Γνώριζα πως ο Γιώργος Δουατζής είναι εξαιρετικός
δημοσιογράφος και ποιητής. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι
είναι και ένας δεινός φωτογράφος, χαρακτηρισμό που ο ίδιος
δεν αποδέχεται. Συχνά, αναφέρει ότι δεν είναι σπουδαίος
γνώστης της τεχνικής της φωτογραφίας. Οι φωτογραφίες του τον
διαψεύδουν. Όχι μόνο γνωρίζει - έστω και ενστικτωδώς - πώς
να φωτογραφίζει, αλλά καταφέρνει να αποτυπώσει με ποιητικό
τρόπο καθημερινές εικόνες. Εικόνες τις οποίες όλοι βλέπουμε,
αλλά δεν αντιλαμβανόμαστε ότι αποτελούν ερέθισμα για
εικαστική καταγραφή. Είναι προικισμένος, λοιπόν, ο Γιώργος
Δουατζής με το ιδιαίτερο γνώρισμα του φωτογράφου, την
πολυπόθητη «ματιά». Τον συνάντησα και
είδα εκατοντάδες φωτογραφίες του. Όλες μαζί και κάθε
μία χωριστά, μου γέννησαν τη σκέψη να συνδέσω την ποιητική
του ιδιότητα με το φωτογραφικό του χάρισμα. Να «δέσω» τις
εικόνες του ποιητή με στίχους του. Εγχείρημα - πρόκληση για
μένα. Ήθελα να κάνω την επιλογή μου, με βάση έναν εσωτερικό
οδηγό, μια σειρά δηλαδή κριτηρίων - κρίκων με ενιαία
συστημική λογική. Δεν ήθελα να πέσω στην παγίδα της
«εικονοποίησης» των στίχων, ούτε αντίστοιχα, στην εύρεση
λεζάντας για κάθε φωτογραφία. Κατέληξα σε επιλογή στίχων και
εικόνων, με βασικό κριτήριο την πιθανότητα να παροτρύνουν
τον αναγνώστη να κάνει τις δικές του αναγωγές, να
αφουγκραστεί ή ακόμη καλύτερα να αισθανθεί τη σύνδεση λέξεων
και εικόνας. Το λεύκωμα χωρίζεται σε ενότητες τις οποίες
τιτλοφόρησα, με οδηγό το θέμα των φωτογραφιών που περιέλαβα.
Τα κεφάλαια είναι πέντε, με τους ακόλουθους τίτλους :
«Κούκλες», «Χορός», «Παράθυρα», «Πορτραίτα», και
«Ιχνηλασίες». Οι
στίχοι επελέγησαν από τα βιβλία του Γ. Δουατζή, με τίτλους:
Γραφτά, Τα Μικρά, Προς Δέκα Επιστολή, Σπονδές, Τα Μικρά β’,
Προς Δέκα Επιστολή – Τα Ανεπίδοτα,
Τα κόκκινα παπούτσια, Το Κουμπί, Περί Σχεδίου ο Λόγος
(συλλογικό – Σχέδια: Μιχ. Αμάραντος), Μη φεύγετε κύριε
Ευχέτη, Πατρίδα των καιρών. Ακόμη, από την υπό έκδοση
ποιητική συλλογή με προσωρινό τίτλο Σχεδίες, υλικό το οποίο
είχα την τιμή να μου εμπιστευθεί πριν από τη δημοσίευσή του
ο ποιητής.
Οι
φωτογραφίες της ομάδας «Κούκλες» γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια
περιηγήσεων του Γ. Δουατζή στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Μου δημιουργήθηκε η εντύπωση πως αρχικά δεν είχε καταλάβει
τη γοητεία που του ασκούσε η αποτύπωση εικόνων ζωής, μέσα
στο ακινητοποιημένο κάδρο με τις κούκλες στις βιτρίνες
καταστημάτων. Όπως μου εκμυστηρεύτηκε, είχε ήδη τραβήξει
εκατοντάδες τέτοιες φωτογραφίες, πριν το συνειδητοποιήσει. Ο
αριθμός φωτογραφιών σε συνδυασμό με την επιμονή του για το
συγκεκριμένο θέμα, τον ξάφνιασε. Όταν ήρθε η ώρα της
επιλογής, με δυσκολία αποφάσισα ποιες από τις κούκλες του θα
εξαιρούσα από το λεύκωμα. Κάθε σύμπλεγμα κίνησης -
ακινησίας που χαρακτηρίζει τις φωτογραφίες αυτές, είχε ιδιαίτερο
εικαστικό ενδιαφέρον χωρίς να μοιάζει με τα υπόλοιπα.
Η σειρά του
«Χορού» γεννήθηκε στην Ισπανία και συνεχίστηκε στην Ελλάδα. Ο Γ.
Δουατζής ένα βράδυ βρέθηκε σε έναν υπόγειο ναό του φλαμένκο, στη
Μαδρίτη. Εκεί, μια μεστή γυναίκα, που στα μάτια του συμβόλιζε τη
ζωή, το πάθος, τη γέννα, το κόκκινο, χόρευε για να τιμήσει τους
δασκάλους της στο χορό. Για να τιμήσει την ίδια τη ζωή, όπως ο
ποιητής μου είπε. Με τη φωτογραφική του μηχανή προσπάθησε να
«χωρέσει» στο ακίνητο πλάνο της φωτογραφίας τη ζωή που παλλόταν
εμπρός του, την ενέργεια αυτής της δονούμενης γυναίκας. Έτσι,
προέκυψε μια πολύτιμη σειρά «φωτοδυναμικών» φωτογραφιών, οι
οποίες έχουν συμπληρωθεί και με άλλα παλλόμενα σώματα, σε άλλες
σκηνές.
Η σειρά
«Παράθυρα» αποτυπώνει την εικαστική προσέγγιση του Γ. Δουατζή,
με φωτογραφίες τραβηγμένες «και από μέσα και από έξω». Ματιές
από μέσα προς όλα τα μήκη και πλάτη του ορίζοντα που μας
περιβάλλει. Καθώς και ματιές από έξω προς την κρυμμένη βαθιά
ψυχή μας. Η διαπερατότητα ανάμεσα στο εντός και το εκτός, με
σύνορο πολύ συχνά το ίδιο το ανθρώπινο σώμα, απασχολεί ιδιαίτερα
τον ποιητή σε όλη την πορεία της δουλειάς του.
Στη σειρά
«Πορτραίτα» περιέλαβα
φωτογραφίες – αποτυπώσεις ανθρώπινων μορφών. Μορφές που
καταδεικνύουν την πορεία του ανθρώπου από το αυθόρμητο παιδικό
γέλιο έως τις χαραγματιές της γνώσης. Μορφές παλλόμενες από
συναισθήματα και εμπειρίες, αντιζύγια στις άψυχες αλλά
συνομιλούσες με το περιβάλλον τους κούκλες των βιτρίνων. Τον Γ.
Δουατζή ενδιαφέρουν τα πρόσωπα όχι λόγω αισθητικής. Δεν τον
νοιάζει η "ωραία" απεικόνιση. Η ομορφιά για αυτόν είναι τα
άγραφα παιδικά μάτια. Τα οργωμένα από τη ζωή πρόσωπα. Οι
φωτογραφίες του αφορούν στις διαδρομές από τη μία κατάσταση στην
άλλη, από τη χαραυγή στο λιόγερμα.
Η τελευταία
ενότητα του λευκώματος, «Ιχνηλασίες», περιλαμβάνει φωτογραφίες
που δεν κινούνται σε ενιαίο
θεματικό πλαίσιο. Πιστεύω, όμως, ότι αποτυπώνουν το
βασικό καμβά των θεμάτων που τον απασχολούν, που διατρέχουν την
ποίησή του. Με αυτές τις φωτογραφίες, προσπάθησα να «ιχνηλατήσω»
τον κόσμο του, τις λέξεις του, τις σκέψεις του, τις ανάσες του.
Νυχτερινές λήψεις. Τοπία. Πλάνα ανοικτά στον ορίζοντα και
άλλα επικεντρωμένα σε εγκαταλελειμμένες λεπτομέρειες. Άνθρωποι
και έμψυχα όντα «κόντρα στον ήλιο». Αντικείμενα στα οποία
αντανακλάται ο χώρος ή μέρος αυτού. Τοπία, ποδήλατα, παιδικά
παιχνίδια. Νεκρές φύσεις πάντα με παλλόμενες κινήσεις,
εσωτερικές – εξωτερικές λήψεις. Αυτά είναι τα κύρια συστατικά
της τελευταίας ενότητας.
Καταθέτοντας τη
μαρτυρία μου, αισθάνομαι την ανάγκη να τονίσω ότι γνωρίζοντας
σιγά – σιγά τον άνθρωπο Δουατζή, έχω αντιληφθεί τη δυσκολία
κατηγοριοποίησής του. Ο Γιώργος Δουατζής είναι φτιαγμένος από
ποικίλα υλικά. Από γήινα, υδάτινα και αέρινα στοιχεία. Είναι
διαρκώς, μετεξελισσόμενος ως έφηβος. Αλλάζει μορφή, σχήμα και
υφή. Αυτό είναι το ουσιώδες «τάλαντό» του. Αυτή η ανθρώπινη
γοητεία του. Γι’ αυτό και οι φωτογραφίες του πολλές, με
πολυεπίπεδες αναγνώσεις και θεματικές, σαν ένα πολύβουο μελίσσι.
Έχουν, όμως, κοινά πεδία και συνδεόμενες ματιές. Αποτελούν
σπόνδυλους της αυτής σπονδυλικής στήλης. Είναι φτιαγμένες από το
ίδιο αρχικό κύτταρο. Διαβάζοντας την ποίηση του Γιώργου Δουατζή,
κατάλαβα ότι αναζητά με εμμονή την ιστορία πίσω από τις γραμμές.
Χρησιμοποιεί λέξεις λιτές, καθημερινές, κυρίως ουσιαστικά, για
να διαβάσει, χωρίς στολίδια, την ουσία πίσω από τα γράμματα. Οι
στίχοι που κατατάσσονται από τους ειδικούς ως ερωτικοί, μου
δίνουν την εντύπωση ότι αποτυπώνουν το δέος του Δουατζή για το
μυστήριο της γυναίκας, του έρωτα, της έλξης, για το θαύμα της
ένωσης, της σύλληψης, της δημιουργίας, της γέννας. Ο έρωτας
συνιστά γι’ αυτόν πλήρωση και ταυτόχρονα ελευθερία. Με τον
έρωτα, καταγράφεται η ατέλεια της μονάδας, του ανολοκλήρωτου.
Εντείνεται η ανάγκη για επιστροφή σε ένα προϋπάρχον όλον. Ο
έρωτας είναι η μεταφυσική της ολοκλήρωσης, το πολεμοφόδιο για
την ώρα του θανάτου.
Οι συχνές
αναφορές του στον αέρα του Αιγαίου, στην καθαρότητα του
θαλασσινού ορίζοντα, στο υψιπετές πέταγμα, αποτυπώνουν την
ανάγκη του για άπλετο χώρο, ελευθερία, ανάταση. Ο αέρας και το
νερό συνιστούν εργαλεία κάθαρσης. Πεδία, υφιστάμενα πριν από τον
άνθρωπο και τα δεσμά του. Είναι η δυνητική Εδέμ, μετά την
αποφλοίωση της γνώσης. Οι στίχοι του Γ. Δουατζή πάλλονται από
έγνοια για τον διπλανό του. Αγαπά τους ανθρώπους, επιθυμεί την
κοινωνία μαζί τους. Τον Γ. Δουατζή απασχολεί η προβολή του
ανθρώπου μέσα από τα χρηστικά του αντικείμενα. Κάθε πράγμα
γίνεται σύμβολο. Η παλέτα, τα ξεχασμένα γράμματα είναι τα εφόδια
της πορείας. Κάθε εγκαταλελειμμένο σπίτι, κάθε χρησιμοποιημένο
βιβλίο, είναι γι’ αυτόν ένα πολύτιμο κτέρισμα. Κρατά στην
αγκαλιά του τα παρατημένα και ζει τις ιστορίες των ανθρώπων που
έφυγαν. Ακούει τις ανάσες τους. Σαν στοργική μητέρα το
στερνοπούλι της, τους προτρέπει να ανασάνουν, να πετάξουν. Τους
υποδεικνύει την ανώφελη εξάρτηση από την ύλη. Τους παρακινεί να
ενδοσκοπήσουν, ώστε να ουσιαστικοποιηθούν. Τον ποιητή στενοχωρεί
η κοινωνική ανοχή στην παρακμή. Τον βασανίζει η ατομική και
κοινωνική ευθύνη, απέναντι στις επερχόμενες γενιές. Από το
εσωστρεφές ατομικό, μας οδηγεί στο εξωστρεφές, το οποίο όμως
υπηρετεί συλλογικά αιτούμενα. Θρησκεία του, οι λέξεις. Οι λέξεις
που απαιτούν θυσίες και οδηγούν στην τελική λύτρωση. Αυτές
αποτυπώνουν την ανάγκη του για ελευθερία. Και ως ελευθερία,
ορίζεται στους στίχους του η προσέγγιση της εσωτερικής αλήθειας.
Αυτήν μοιάζει να βασανίζεται να αγγίξει, λέξη – λέξη, στίχο –
στίχο. Αυτήν προτρέπει τους διπλανούς του να αναζητήσουν, με
ό,τι μέσο επιλέξουν. Σύμβολα της αλήθειας, της ελευθερίας για
τον ποιητή, ο αέρας, το βαθύ μπλε, η σιωπή του δειλινού, το
υψιπετές ζύγισμα του γερακιού, το ουσιαστικό άγγιγμα της
αγαπημένης.
Αυτά τα
χαρακτηριστικά της ποίησης του Γ. Δουατζή εντόπισα στις
φωτογραφίες του. Δεν ξέρω, αν την ώρα που «κλικάρει» τη μηχανή
του, ο ίδιος συνειδητοποιεί το λόγο που επιλέγει την εικόνα την
οποία αποτυπώνει. Δεν έχει και τόση σημασία αν η κίνηση γίνεται
συνειδητά ή ασυνείδητα. Ουσιαστικό είναι το γεγονός ότι κάθε
εικόνα του περιλαμβάνει έναν ή και πολλούς στίχους του. Κάθε
στίχος του είναι πολλές εικόνες. Η ποίησή του εικονοποιείται και
οι εικόνες γίνονται ποίηση. Οι λέξεις του έχουν χρώμα πολύ και
έντονο και οι εικόνες του τον ήχο και τον παλμό των λέξεων που
χαϊδεύει. Με τον τρόπο αυτόν διάβασα τις φωτογραφίες που
περιλαμβάνονται μέσα σε αυτό το λεύκωμα και έτσι εύχομαι σε κάθε
αναγνώστη καλό ταξίδι και να απολαύσει το όμορφο σμίξιμο στίχων
– εικόνων στις σελίδες
που ακολουθούν.