ΘΡΗΝΟΛΟΗΜΑ
Τρανό γεφύρι,
τρίδιπλο ποτάμι σ' έχει πάρει
στου κάτω
κόσμου τ' άφαντα, στου Αχέροντα τα βάθη,
κι εχάθ' η
πόρτα η τοξωτή, τ' ατίμητο λιθάρι
με των μαστόρων
τον ιδρώ, των διαβατών τα πάθη.
Κόμπος στο
στήθος, τρέμουλο στο χέρι, αδυνασία
να νοηθώ πως
έτσι, άδοξα τελειώνει σου η ιστορία.
Κώστας Κοτζιούλας
«Σήμερα πενθούμε, χάσαμε ένα ιερό μνημείο, κατέρρευσε το σημείο αναφοράς
του τόπου μας». Με αυτά τα λόγια περιγράφουν οι Πλακιώτες, αλλά
και όλοι οι κάτοικοι των Τζουμέρκων, τα συναισθήματά τους για τη
μεγάλη «απώλεια».
Το μονότοξο Γεφύρι της Πλάκας ήταν το μεγαλύτερο των Βαλκανίων, είχε
άνοιγμα τόξου 40,20 μέτρα και ύψος, στο κέντρο, 21 μέτρα.
Γεφύρι
με ιστορικό φορτίο, καθώς εκεί λειτούργησε το τελωνείο από την
ελεύθερη Ελλάδα στην σκλαβωμένη Ήπειρο. Εκεί επισφραγίστηκε
(στις 29 Φεβρουαρίου του 1944) με φωτογραφίες και η συμφωνία
της Πλάκας-Μυρόφιλλου για την κοινή δράση κατά των Γερμανών
κατακτητών της χώρας, μεταξύ ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ και άλλους. (Είχαν
προηγηθεί οι συνομιλίες στους Ραφταναίους – σήμερα Δήμος Βορείων
Τζουμέρκων)
Οι κάτοικοι των Ραφταναίων, αναφέρουν ότι το γεφύρι
κτίστηκε από μαστόρους και πελεκάνους της πέτρα από την
Πυρσόγιαννη. Όταν τελείωσε το γεφύρι και έγιναν τα εγκαίνια,
έπεσε η καμάρα και μετά από λίγο καιρό οι Τζουμερκιώτες έφεραν
τον αρχιμάστορα Μπέγκα από την Πράμαντα και το έργο ξανακτίστηκε
το 1866. Μάλιστα, όπως μεταφέρεται από γενιά σε γενιά,
χρησιμοποιήθηκαν χιλιάδες αυγά από την περιοχή και μαζί με
ασβέστη «έγινε πορσελάνη, η συνδετική ουσία της πέτρας».
ΣΣ. Γινόταν κανονικά η συντήρηση του μνημείου;
Γιατί δεν μπορώ να φανταστώ ότι στα 150 (περίπου χρόνια), δεν
υπήρξε ποτέ ξανά τέτοια κακοκαιρία.