Η ΚΡΙΤΙΚΗ
ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ
του
ΜΙΧΑΛΗ ΓΚΑΝΑ
«Αν θελήσουμε να καθορίσουμε τις κύριες
θεματικές συντεταγμένες της συλλογής, νομίζω πως εύκολα θα
σταματήσουμε στα, προβεβλημένα εξάλλου, θέματα του θανάτου, του
ξεριζωμού (συνδυασμένο και με το θέμα του ξενιτεμού), κι από
κοντά το θέμα του χαμέ νου χώρου, το θέμα του χρόνου που έφυγε,
αλλά και αυτού που ξεφεύγει αδιάκοπα μέσα από την κάθε στιγμή.
Κι όλα μαζί τα προηγούμενα να σπαρταρούν αρκετά συχνά μέσα στο
δίχτυ του ίδιου ποιήματος με κύριο αναμοχλευτικό μέσο μιαν
επίμονη μνήμη. Όμως, κι αυτό είναι κατά τη γνώμη μου το
ουσιαστικότερο στοιχείο της συλλογής, όλα αυτά δεν ποιούνται με
τη βοήθεια μιας διαχυμένης ανάμνησης, αλλά με βάση το στερεό
σώμα του ποιητή που κάτω από ένα “παλιό μπουφάν’’ κρύβει έναν
ολόκληρο ‘‘αγεωγράφητο βιότοπο’’ πάνω και μέσα στον οποίο
εισορμά, πέφτει, βρίσκει χώρο και καταφύγιο ένας ολόκληρος
ζωντανός περασμένος κόσμος, έστω κι αν τώρα έχει μεταμορφωθεί σε
πουλί ή σε έντομο, σε θόρυβο ή σε μουσική».
Μιχάλης
Πιερής, περ. Ο Πολίτης 39 (Δεκέμβριος 1980-Ιανουάριος 1981) 70
[Μαύρα
λιθάρια]
«Υπάρχουν έργα πεζογραφίας που βασίζονται
στη μυθοπλαστική διόγκωση ενός ελάχιστου βιωματικού πυρήνα, έργα
δηλαδή με κύρια επιδίωξη να πλάσουν χαρακτήρες, να περιγράψουν
έμμεσα τον κοινωνικό περίγυρο, να συγχωνεύσουν την ιστορία με το
παραμύθι, να αναμείξουν το πραγματικό με το φανταστικό• και έργα
που ο δημιουργός τους αισθάνεται δέσμιος των πραγματικών
εμπειριών του, αισθάνεται πως το ποσοτικό και ειδικό βάρος των
βιωμένων εμπειριών του είναι τέτοιο, ώστε δεν του επιτρέπει να
το εμπλουτίσει, να το διογκώσει και ενδεχομένως να το
‘‘εξωραΐσει’’ με διαφυγές στο χώρο της μυθοπλασίας.
Η Μητριά πατρίδα σαφώς ανήκει στη δεύτερη κατηγορία.
Υπάρχουν έργα που όταν γράφονται ενσυνείδητα στοχεύουν
στην πνευματική αγωγή ενός πολύ στενού κύκλου, έργα δηλαδή
άκρατου υποκειμενισμού που ξεκινούν από (άλλα και απευθύνονται
σε) εκείνη την εντελώς ιδιότυπη και ιδιόρρυθμη αίσθηση (ή και
άποψη) εσωτερικής ζωής η οποία και διαφέρει από άνθρωπο σε
άνθρωπο• και έργα που υπολογίζουν, βασίζονται και εξαρτώνται από
την εμπειρική αγωγή που είναι κοινό κτήμα όλων των ανθρώπων.
Η Μητριά πατρίδα σαφώς ανήκει στη δεύτερη κατηγορία».
Μιχάλης
Πιερής, περ. Διαβάζω 53 (Μάιος-Ιούνιος 1982) 85
«Για ‘‘Ηπειρώτικη Σχολή’’ ούτε λόγος, από
τότε που κάποιοι λογάριαζαν τον Επτανήσιο-Ακαρνάνα Αρ. Βαλαωρίτη
για σχολάρχη της. Ωστόσο, εδώ και δύο δεκαετίες περίπου, έχει
αρχίσει να σχηματίζεται ένα είδος σχολής ή μάλλον ομάδας
νεωτερικών ποιητών, με κοινή βιωματική καταγωγή από την
Βορειοδυτικήν Ελλάδα, και με πρωτόσχολο τον σεμνότατο Εδεσσαίο
ποιητή Μάρκο Μέσκο. Στο πλευρό του έχουν, βαθμηδόν, ηθικά
συμπαραταχθεί νεότεροι ομότεχνοι –όπως οι Ηπειρώτες Βασίλης
Γκουρογιάννης (1951) και Μιχάλης Γκανάς (1944) ή ο Γρεβενιώτης
Χρήστος Μπράβος (1948-1987)– με αισθήματα προσωπικής
αλληλεγγύης, αν κρίνει κανείς απλώς από τις δημόσιες αφιερώσεις
τις οποίες ανταλλάσσουν. Και θαρρώ πως δεν πέφτω εντελώς έξω
λέγοντας ότι όλοι τους παραδέχονταν για primum inter pares τον
Γκανά».
Γ.Π.
Σαββίδης, εφ. «Το Βήμα της Κυριακής» (2-7-1989) [Γυάλινα
Γιάννενα]
«Η Παραλογή είναι, στην ουσία, μια ανάπτυξη
των πρώτων στίχων της και οι στίχοι αυτοί συγκρατούν τα ίχνη της
μελαγχολίας που συνδέει το ταλέντο του Γκανά με τη θέαση της
φύσης: Έρχονται μέρες που
ξεχνάω πώς με λένε. // Έρχονται νύχτες βροχερές βαμβακερές
ομίχλες. Αυτή η επίγνωση της λήθης, στην οποία αντιστέκεται
μια επίμονη νοσταλγία για τα τοπία της Ηπείρου είτε τα
πραγματικά είτε εκείνα που αναδύονται μέσα από ονειρικές και
παραμυθένιες διαθλάσεις, είναι το ουσιαστικό ερωτικό θέμα της
Παραλογής, το πρωταρχικό κύτταρο της δύναμης αυτού του κειμένου
στο να αφηγείται τη μάχη με το χρόνο. ‘‘Χρόνο’’ λέγοντας δεν
εννοώ τη διαδοχή των στιγμών που σε απομακρύνουν απ’ αυτό που
αγάπησες, αλλά τη συσσώρευσή τους σ’ ένα αιώνιο παρόν έντονης
αναπόλησης, όπου η νύχτα είναι μέρα και αντίστροφα».
Ευγένιος
Αρανίτσης, εφ. «Ελευθεροτυπία» (7-7-1993)
Πολιτιστικά Δρώμενα 22 Mάρ.-Aπρ.-Mάι. 2007
«Ο έρωτας και ο θάνατος, η λατρεία της
ελληνικής φύσης (που ξεφεύγει από τον ελληνοκεντρισμό και το
συναισθηματικό αναμάσημα της γενέθλιας γης με την καθαρώς
υπαρξιακή ή αισθησιακή διάσταση την οποία προσλαμβάνει η εικόνα
της), η Νέκυια και οι κατάλογοι των οικείων ονομάτων, οι μεγάλες
απώλειες και τα μικρά κέρδη των μνημονικών αφιερώσεων: αυτές
είναι οι αναντικατάστατες παράμετροι της συλλογής του Γκανά, που
παρασύρει αμέσως τον αναγνώστη στον κόσμο της χάρη στην άνεση
της συναναστροφής του δημιουργού με τον προγονικό ποιητικό κορμό
και τις αξίες του. Συναναστροφή που προδίδει ελευθερία
πνεύματος, στέρεη γλωσσική συμπεριφορά και (ας μην το κρύβουμε)
έμπνευση και ταλέντο».
Βαγγέλης
Χατζηβασιλείου, εφ. «Ελευθεροτυπία» (7-7-1993) [Παραλογή]
«Στα Μικρά κυριαρχεί η στοχαστική διάθεση
συνυφασμένη με έναν λεπτών αποχρώσεων λυρισμό, η απεικόνιση μιας
και μόνο στιγμής που συμπυκνώνει ένα γεγονός ή η εστίαση στη
λεπτομέρεια ενός πορτρέτου ή μιας εικόνας μέσω της οποίας
χαρτογραφείται μία πολύ συγκεκριμένη ανθρώπινη συνθήκη (π.χ.,
‘‘Εργατικό ατύχημα’’). Ποιητής που έχει δοκιμαστεί με επιτυχία
σε σχετικά εκτενείς συνθέσεις, ο Μ. Γκανάς επιλέγει εδώ να κάνει
μιαν αναδρομή, έναν απολογισμό, ακολουθώ ντας φόρμες
μινιμαλιστικές• συνάμα, οι μικρές αυτές ανάσες αποτελούν και μια
προέκταση στο μέλλον μιας ποιητικής πορείας με ανοιχτούς ακόμα
ορίζοντες μπροστά της.
Πάνω απ’ όλα, πρόκειται για μια ποίηση της απώλειας• ίσως
γι’ αυτό τονίζονται έντονα στους λίγους στίχους των Μικρών η
αξία αυτών που χάθηκαν, η πολυτιμότητα ενός χαμένου παράδεισου
είτε πρόκειται για τόπο είτε για πρόσωπο –στο βαθμό που ο
αγαπημένος τόπος αποκτά μιλιά και ματιά δικά του και,
αντικριστά, το αγαπημένο πρόσωπο ριζώνει μέσα μας σαν πατρίδα
στην οποία επιστρέφουμε διαρκώς».
Ηλίας
Μαγκλίνης, εφ. «Η Καθημερινή» (28-5-2000)
«Η θεματογραφία των τραγουδιών του Γκανά
είναι εν πολλοίς ερωτική. Παρηγορητική, περιπαθής η θνησιγενής
αγάπη δίνει την αφορμή στον δημιουργό να φιλοτεχνήσει ατομικές
περιπτώσεις ερωτικών βιωμάτων ή να ανατρέξει σε συλλογικές
μνήμες του τόπου μέσω της ερωτικής εμπειρίας.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η μετρική του ποιητή.
Αντί να αρκεστεί στη συνήθη ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία του
τραγουδιού, ο Γκάνας εναλλάσσει τις πλεχτές, ζευγαρωτές και
ελεύθερες ρίμες σε ένα περίπλοκο σύστημα, που όχι μόνο δεν
εμποδίζει τη μουσικότητα της έκφρασης, τουναντίον την
εμπλουτίζει και την αναδεικνύει […]. Αδρή εικονογραφία,
αντιρητορική διάθεση, υποβλητικός φωτισμός συν θέτουν μια
στιχουργική δραστική που στέκεται άνετα χωρίς το έτερόν της
ήμισυ: τη μουσική».
Μισέλ
Φάις, περ. Εντευκτήριο 60 (Ιανουάριος-Μάρτιος 2003) 120 [Στίχοι]
«Ύστερα από μακρά απουσία επιστρέφει στην
ποίηση ο Μιχάλης Γκάνας. Και η επιστροφή του γίνεται με τους
όρους ενός από καιρό και δικαίως αναγνωρισμένου έργου. Η μορφή
με την ο ποία εμφανίζεται ο Ύπνος του καπνιστή είναι διπλή:
αρτιγενή ποιήματα, ορισμένα εκ των ο ποίων δε διστάζουν να
παίξουν με την ομοιοκαταληξία (μια σπασμένη και σκοπίμως άτακτη
και σποραδική ομοιοκαταληξία), και σύντομα πεζά, με σαφές,
ρεαλιστικό πλαίσιο αναφοράς, το ο ποίο, ωστόσο, δεν εμποδίζει
την εκδήλωση μιας έντονα ποιητικής διάθεσης, που οφείλεται
πρωτίστως στη συμπυκνωμένη οικονομία της αφήγησης. Και η
συμπύκνωση δεν έχει να κάνει μόνο με την προσεκτικά μελετημένη
αρχιτεκτονική των πεζών του Γκανά, αλλά και με τον εξίσου
δουλεμένο λόγο των ποιημάτων του: λόγος σταράτος και συνάμα
συναισθηματικά αποκρυσταλλωμένος, που ξέρει να μιλάει για την
αγάπη και τον πόνο ή για τον έρωτα και το θάνατο, χωρίς ν’
αποκτά ποτέ πόζα και οίηση και δίχως εκ παραλλήλου να διαφημίζει
ματαιόδοξα το χαμηλόφωνο τόνο του».
Βαγγέλης
Χατζηβασιλείου, εφ. «Ελευθεροτυπία-Βιβλιοθήκη 286» (19-12-2003)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-
Αρανίτσης Ευγένιος, εφ.
«Ελευθεροτυπία» (14-7-1993) [Παραλογή].
-
Γενιά του ’70, Εισαγωγή: Αλέξης Ζήρας,
Επιμέλεια: Δημήτρης Αλεξίου, «Όμβρος», Αθήνα 2001, σσ.
97-104.
-
Δαββέτας Νίκος, εφ. «Το Βήμα της
Κυριακής» (16-7-2000) [Τα μικρά].
-
Ζήρας Αλέξης, Γενεαλογικά (για την
ποίηση και τους ποιητές του ’70), «Ρόπτρον», Αθήνα 1989, σσ.
37-40 [Ακάθιστος δείπνος].
-
Καραγιάννης Μάκης, περ. Παρέμβαση 112
(Σεπτέμβριος-Νοέμβριος 2002) 7-10.
-
Κοσσυφίδου Μαρία, περ. Ακτή 50 (Άνοιξη
2002) 201-209 [Τα μικρά].
-
Κούρτοβικ Δημοσθένης, Έλληνες
Μεταπολεμικοί Συγγραφείς. Ένας κριτικός οδηγός, Πατάκης,
Αθήνα 1995, σσ. 53-54.
-
Λάζαρης Νίκος, περ. Νέα Εστία 1773
(Δεκέμβριος 2004) 883-887 [Ο ύπνος του καπνιστή].
-
Λίλλης Γιώργος, εφ. «Η Κυριακάτικη
Αυγή-Αναγνώσεις» (22-2-2004) [Ο ύπνος του καπνιστή].
-
Μαγκλίνης Ηλίας, εφ. «Η Καθημερινή»
(28-5-2000) [Τα μικρά].
-
Μαρκόπουλος Γιώργος, Εκδρομή στην άλλη
γλώσσα,«Ρόπτρον», Αθήνα 1994, σσ. 39-44 [Ακάθιστος δείπνος,
Μαύρα λιθάρια].
-
Μαρκόπουλος Θανάσης Ε., περ. Πόρφυρας
120 (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2006) 253-262.
-
Μενδράκος Τάκης, περ. Αντί 531
(3-9-1993 ) 65 [Παραλογή].
-
Μέσκος Μάρκος, Προσωπικά κείμενα,
«Νεφέλη», Αθήνα 2000, σσ. 83-89.
-
Μπουκάλας Παντελής, εφ. «Η Καθημερινή»
(10-10-2000) [Τα μικρά].
-
Παπαγεωργίου Κώστας Γ., Η Γενιά του
’70. Ιστορία-Ποιητικές διαδρομές, «Κέδρος», Αθήνα 1989, σσ.
82-83.
-
Πιερής Μιχάλης, περ. Διαβάζω 53
(Μάιος-Ιούνιος 1982) 82-85 [Μητριά πατρίδα].
-
Πιερής Μιχάλης, περ. Ο Πολίτης 39
(Δεκέμβριος 1980-Ιανουάριος 1981) 69-73 [Μαύρα λιθάρια].
-
Πορφύρης Τάσος, «Οι ποιητές της μητριάς
πατρίδας. Μια προσέγγιση» [Μάρκος Μεσκος-Μιχάλης Γκανάς],
περ. Σημειώσεις 23 (Απρίλιος 1984) 47-51.
-
Σαββίδης Γ.Π., εφ. «Τα Νέα» (15-6-1993)
[Παραλογή].
-
Σαββίδης Γ.Π., εφ. «Το Βήμα» (2-7-1989)
[Γυάλινα Γιάννενα].
-
Τσάτσου Μαρία, εφ. «Η Καθημερινή»
(16-5-1999).
-
Φάις Μισέλ, περ. Εντευκτήριο 23-24
(Καλοκαίρι-Φθινόπωρο 1993) 190-192 [Παραλογή].
-
Φάις Μισέλ, περ. Εντευκτήριο 60
(Ιανουάριος-Μάρτιος 2003) 120 [Στίχοι].
-
Χαρτουλάρη Μικέλα, εφ. «Τα
Νέα-Βιβλιοδρόμιο»» (7/8-2-2004) [Ο ύπνος του καπνιστή].
-
Χατζηβασιλείου Βαγγέλης, εφ.
«Ελευθεροτυπία» (7-7-1993) [Παραλογή].
-
Χατζηβασιλείου Βαγγέλης, εφ.
«Ελευθεροτυπία-Βιβλιοθήκη» (5-5-2000) [Τα μικρά].
-
Χατζηβασιλείου Βαγγέλης, εφ.
«Ελευθεροτυπία-Βιβλιοθήκη 237» (3-1-2003) [Στίχοι].
-
Χατζηβασιλείου Βαγγέλης, εφ.
«Ελευθεροτυπία-Βιβλιοθήκη 286» (19-12-2003) [Ο ύπνος του
καπνιστή].
-
Χατζηβασιλείου Βαγγέλης, εφ. «Η
Καθημερινή» (2-9-1989) [Γυάλινα Γιάννενα].
-
Χουζούρη Έλενα, εφ. «Αυγή της
Κυριακής'BB (10-12-1989) [Γυάλινα Γιάννενα].
Συνεντεύξεις σε
εφημερίδες και περιοδικά
-
«Ελευθεροτυπία-Βιβλιοθήκη 286»
(19-12-2003) [στο Μισέλ Φάις].
-
«Η Καθημερινή» (17-1-2004) [στην Όλγα
Σελλά].
-
«Τα Νέα-Βιβλιοδρόμιο» (25/26-1-2003)
[στο Μανώλη Πιμπλή].
-
Ρεύματα 7 (περ.) (Μάιος-Ιούνιος 1992)
26-37 [στο Γιώργο Μπράμο].