Μιχάλης Γκανάς
Ποίημα
Τα
άγρια και τα ήμερα, [ΙΧ]
Φυσάει ένα άσπρο απ’ το νερόμυλο του πάππου
μου. Γύρω κι άλλα δέντρα
ανθισμένα κι άλλο αλεύρι. Χιόνια που
πέφτουν μαλακά στην ξυπνημένη γη.
Πάσχα, το μύριζες παντού. Δεν είχα πού να
κρύψω τη χαρά μου, δάγκωνα
τρυφερούς κορμούς. Έφτανα κάποτε στη βρώμη
λάμνοντας, να δω της
Πασχαλιάς τ’ αρνιά.
Ένα μεγάλο μάτι, το ’νιωθα, με κοίταζε κι
ήταν θολό απ’ τα αίματα,
μπορεί απ’ τα σπλάχνα των αρνιών, μπορεί
απ’ τα σπλάχνα του χασάπη. Πάντως
από τον ουρανό.
Μετά που έβρεχε βγαίναν βελάσματα σαν
ερπετά στους θάμνους, στα
χορτάρια, έφευγε η μέρα η δίκαιη, γινόταν
παρελθόν κι ούτε που το ’ξερα με
τι κοτσύφια, τι νερά, τι βόμβο θα με γέμιζε
μετά από τόσα χρόνια. Φυσάει
ακόμη απ’ το νερόμυλο του πάππου μου,
νομίζω κιόλας πως δυναμώνει τ’
άσπρο, καθώς απλοποιούνται σε οστά οι
άνθρωποι που γέμιζαν κείνα τα
χρόνια!
Νο9 Ο Ποιητής Μιχάλης Γκανάς
απαγγέλλει το 9ο
ποίημα από την
ενότητα "ΤΑ ΑΓΡΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΗΜΕΡΑ" (Στον Κώστα Κρυστάλλη
μικρότερο αδελφό) από το βιβλίο "Μαύρα Λιθάρια" ΠΟΙΗΣΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ (1993) Πρώτη έκδοση 1980 από τις
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΙΜΕΝΑ
"Δράσεις Πολιτισμού" 18 Δεκεμβρίου 2009