Ποιήματα: Αποκηρυγμένα (1886-1898)
Vulnerant Omnes, Ultima Necat
Της Βρούγκου η μητρόπολις, ην πάλαι είχε
κτίσει
δουξ Φλαμανδός τις ισχυρός και αφειδώς
προικίσει,
έχει εν ωρολόγιον με αργυρούς πυλώνας
όπερ δεικνύει τον καιρόν από πολλούς
αιώνας.
Είπε το Ωρολόγιον· «Είν' η ζωή μου κρύα
και άχρους, και σκληρά.
Είναι ομοία δι' εμέ πάσα της γης ημέρα.
Παρασκευή και Σάββατον, Κυριακή, Δευτέρα,
δεν έχουσι διαφοράν. Ζω - χωρίς να ελπίζω.
Η μόνη διασκέδασις, η μόνη ποικιλία
είναι, εν τη μοιραία μου, πικρά μονοτονία,
του κόσμου η φθορά.
Ότε τους δείκτας μου νωθρώς, εν μαρασμώ
γυρίζω
μοι φανερώνεται παντός γηίνου η απάτη.
Τέλος και πτώσις πανταχού. Ατρύτου πάλης
κρότοι,
στόνοι βομβούσι πέριξ μου - και συμπεραίνω
ότι
Πληγώνει πάσα ώρα μου· φονεύει η εσχάτη.»
Ήκουσεν ο Αρχιερεύς τον λόγον τον αυθάδη
και είπεν· «Ωρολόγιον, η γλώσσ' αυτή απάδει
εις την εκκλησιαστικήν και υψηλήν σειράν
σου.
Τοιαύτη σκέψις πονηρά εις την διάνοιάν σου
πόθεν εισήλθεν; ω μωρά, αιρετική ιδέα!
Το πνεύμα σου μ' αχλύν
πυκνήν θα περιέβαλε πολύχρονος ανία.
Άλλην αποστολήν
εκ του Κυρίου, των ωρών έλαβεν η χορεία.
Εκάστη αναζωπυρεί· γεννά η τελευταία.»
Κωνσταντίνος Π. Καβάφης