Ποίημα της Νόνης Σταματέλου

            Στην παιδική μου φίλη

 


Νόνη Σταματέλου

Μια κόκκινη σφυρίχτρα

Ξεχασμένη στον κήπο

Κι' ένα χτενάκι κίτρινο.

Μα πού κρύφτηκες;

Πάλι φοβάσαι;

Δεν σου θυμώνω

για το κυκλάμινο που πάτησες

Μπαίνει ο Σεπτέμβρης

Με τη βροχούλα χίλια θα φυτρώσουν κι' άλλα.

Όλα να τα  πατήσεις αν μπορείς.

Μη με τρομάζεις.

Το τρυφερό σου πείσμα το ανίκητο

πως τρέμω μην πληρώσεις ακριβά!

Δεν σε μαλώνω, σου τ' ορκίζομαι.

Βγες, πάμε στου μπαρμπ' Άγγελου για παγωτό

Όπου θέλεις θα πάμε

Δεν μ' αρέσουν τ' αστεία σου

και την ορμή σου την ανύποπτη φοβάμαι.

Ποτέ σου δεν προσέχεις τ' αγκάθια

που ματώνουν τα λευκά σου πόδια.

Κι' εκείνα τα σκυλόδοντα

πώς βρέθηκαν ανάμεσα στις κούκλες σου;

Είναι τόσο αθώο το γαλάζιο σου βλέμμα

που το φοβάμαι.Ακούς;

Όπου θέλεις θα πάμε

Και στα Χαντάκια και στον Πύργο

Θάχει πολλά τζιτζίκια πάλι

Μα μη μου κάνεις πείσματα

Έτσι που τρέμω απ' το φόβο

μη σού λαχε κακό

και τ' όνομά σου λησμονώ.

Δεν ξέρω αν σε λένε Βούλα ή Ηρώ

κι' ο χρόνος μέσα μου

μια διάσταση πρωτόγνωρη έχει πάρει.

Φωνάζω δυό ονόματα

Τρέχω αλαφιασμένη μεσ' στο μεσημέρι

Ξεσήκωσα τη γειτονιά

Άφησαν το παιχνίδι τους και τα παιδιά

και μόλις σουρουπώνει

παίρνουν φακούς στα χέρια και μ' ακολουθάνε.

 

Το πιο μικρό βρίσκει μια σύριγγα

πλάι στο πρόσωπο του φεγγαριού

Και σταματούν όλα μαζί μεσοστρατίς

Και με κοιτάνε

Και με ρωτάνε.

 

  ◄Νόνη Σταματέλου

 
      αριθμός επισκεπτών