ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΗΣ ΝΑΝΤΙΑΣ ΒΑΛΑΒΑΝΗ

για το Πολυτεχνείο

ΣΤΑ «ΝΕΑ» ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΝΙΑΤΗ

Δημοσιεύτηκε στις 18.11.2019 στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ (Η 4η εντολή)

Ας ξεκινήσουμε από τη χθεσινή επέτειο 46 ετών από την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Που σας βρίσκει κατ’ αρχάς η έναρξη του πραξικοπήματος το 1967;

    


ΝΑΝΤΙΑ ΒΑΛΑΒΑΝΗ

Η πρώτη επαφή μου με το πραξικόπημα έγινε 7.30 το πρωί στο δρόμο για το Α’ Γυμνάσιο Θηλέων Ηρακλείου: Τη σημερινή Λ.Δημοκρατίας διέσχιζαν καμιόνια με δόκιμους αξιωματικούς της ΣΕΑΠ. Και από περαστικούς άκουσα τη λέξη «δικτατορία». Ήμουν τότε 12,5 χρονών, στην Α’ Γυμνασίου, και τη λέξη «δικτατορία» νόμιζα ότι την ήξερα καλά. Όχι μόνο επειδή προερχόμουνα από αριστερή οικογένεια και είχα διαβάσει μεταξύ πολλών άλλων και το «Καπλάνι της βιτρίνας», αλλά κι επειδή την άνοιξη άκουσα από τη συζήτηση δυο ανθρώπων με πολιτικά έξω απ’  τη Λέσχη Αξιωματικών τη φράση «θα γίνει δικτατορία». Φανταστείτε, όταν η λέξη «σέρνεται» στους δρόμους μιας μικρής επαρχιακής πόλης, όπως ήταν τότε το Ηράκλειο, σε επήκοο παιδιών, το γνωστό πρωτοσέλιδο της «Αυγής» «Γιατί δε θα γίνει δικτατορία»…

Στη σχολική αυλή θυμάμαι τη φίλη μου Κλειώ Μαμαλάκη να κλαίει επειδή φοβόταν για τη μάνα της, υποψήφια βουλευτίνα της ΕΔΑ. Όντως, την ίδια νύχτα έπιασαν την Ειρήνη και την έστειλαν Γιούρα – τα κορίτσια της την ξαναείδαν δυο χρόνια αργότερα (η άλλη κόρη της, η Βαγγελιώ, έγινε κεντρική φιγούρα στο γιατρείο του Πολυτεχνείου). Γύρισα όχι σπίτι μου, αλλά στο γειτονικό των καλύτερων φίλων των γονιών μου, του Αντώνη και της Ίκας Μαμαλάκη. Ο Αντώνης, δικηγόρος, μέλος του 3μελούς γραφείου του ΚΚΕ στο μεσανατολίτικο «σύρμα», Γραμματέας της ΕΔΑ Ηρακλείου, καταδικασμένος δυο χρόνια φυλακή ως «υποκινητής» του αγροτικού ξεσηκωμού του 1961, είχε πεθάνει ξαφνικά το Φλεβάρη από έμφραγμα. Στο σπίτι της χήρας του, Σαλονικιάς Εβραίας που είχε σωθεί στο Βουνό μόνη απ’  ολόκληρη την οικογένεια της, βρήκα το Γραμματέα Κρήτης της ΕΔΑ, μέλος της Κ.Ε. του ΚΚΕ, τη θρυλικότερη φυσιογνωμία των παιδικών μου χρόνων, το «θείο» (όπως τον φωνάζαμε όλα τα παιδιά) Στέλιο Παπαδομιχελάκη – θανατοποινίτη της Κέρκυρας. Λίγο αργότερα τον ακολουθήσαμε τρία παιδιά, για ν’  αναφέρουμε αν τον πιάνανε, μέχρι την Αγία Τριάδα όπου χάθηκε – ο υπ’  αριθμόν ένα καταζητούμενος στη δικτατορία στην Κρήτη κι ο μόνος που δεν πιάστηκε ποτέ…

Οι πρώτες αντιδράσεις εκεί;

Το ίδιο απόγευμα, με απαγόρευση κυκλοφορίας, είδα από το μπαλκόνι να περνάει από τη Λεωφόρο Καλοκαιρινού φωνάζοντας συνθήματα η μοναδική διαδήλωση που έγινε στην Ελλάδα την 21η Απριλίου – νέα εργαζόμενα παιδιά, Λαμπράκηδες και μέλη της ΕΔΗΝ. Περιοχή Χανιόπορτας: Μέχρι το βράδυ, σκόρπιοι πυροβολισμοί... Με τον πατέρα μου θάψαμε σ΄ ένα αμπέλι στο Γιόφυρο τυλιγμένα σε νάϋλον μεγάλο μέρος της βιβλιοθήκης του και της δική μου. Τα περισσότερα βιβλία είχαν καταστραφεί, όταν τα ξεθάψαμε το 1970.

Ήμασταν μια παρέα πέντε συμμαθητριών στο Γυμνάσιο – σήμερα δυο γιατροί, μια πρύτανης κι ένα μέλος του Συμβούλιου της Επικρατείας - που επί έξι χρόνια δε σταματήσαμε να κάνουμε προσπάθειες αυθόρμητης αντίστασης, κυρίως μέσα από απαγορευμένες πολιτιστικές δραστηριότητες, αλλά όχι μόνο: Μαζί με την (παιδίατρο) Μαρία Ταμιωλάκη, όντας απουσιολόγοι, μαζέψαμε απ’  όλες τις τάξεις και καταστρέψαμε το καδραρισμένο Διάγγελμα του Παπαδόπουλου ως (και) Υπουργού Παιδείας. Δυο βδομάδες πριν πάρουμε τ’ απολυτήρια μας, έκανα την πρώτη δημόσια ομιλία στη ζωή μου – χωρίς βεβαίως να το καταλαβαίνω – όταν ο Διοικητής Κρήτης, κεντρικός προπαγανδιστής της Χούντας, Γεωργαλάς έβγαλε ένα δεκάρικο σε πάνω από χίλιες  συγκεντρωμένες μαθήτριες και καθηγητές και μετά έκανε κάτι πρωτοφανές - ρώτησε αν θέλει κάποια να πάρει το λόγο…

Εσχάτως υπάρχει μια άποψη πως η πλειοψηφία του λαού ήταν «υπέρ της κανονικότητας» της χούντας. Αυτό θυμάστε;

Η χούντα είχε κάποιο λαϊκό έρεισμα, αλλά περιορισμένο. Η πλειοψηφία του κόσμου την ανεχόταν υπό το καθεστώς του φόβου για τις συνέπειες οποιασδήποτε διαφοροποίησης. Αυτό άλλαξε κυριολεκτικά μέσα σε μια νύχτα – μέσω του Πολυτεχνείου. Ήταν κάτι σαν «θαύμα», που το ζήσαμε και το συνειδητοποιήσαμε ήδη τότε δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι.

Και πώς ανάβει, αλήθεια, το φυτίλι;

Το Πολυτεχνείο ως η τρίτη φοιτητική κατάληψη που όμως σε δυο εικοσιτετράωρα μετεξελίχθηκε σε λαϊκή εξέγερση, δε σχεδιάστηκε από κανένα – αντίθετα, π.χ., από την πρώτη κατάληψη της Νομικής, που έγινε με συνεννόηση κυρίως Αντι-ΕΦΕΕ/ΚΝΕ και Ρήγα στο πλαίσιο των ΦΕΑ. Ούτε οι πρωταγωνιστές της διαδήλωσης της ΦΜΣ-μέλη της ΑΑΣΠΕ που έχουν δηλώσει ότι την οδήγησαν στο Πολυτεχνείο διαδίδοντας επίτηδες ότι το χτυπάει η αστυνομία, είχαν προγραμματίσει την εξέλιξη. Ούτε όσοι υποστηρίξαμε «με μισή καρδιά» τη νύχτα της Τετάρτης να μη μείνουμε και, όταν πάρθηκε η αντίθετη απόφαση, τα δώσαμε όλα για να οργανωθεί η κατάληψη και να «κρατήσει» μέχρι τέλους – Αντι-ΕΦΕΕ/ΚΝΕ και Ρήγας, για άλλους λόγους ο καθένας: Εμείς, επειδή το ΚΚΕ δεν έβλεπε δυνατό μέσα από μετωπική σύγκρουση χωρίς πολιτική και υλική προετοιμασία να πέσει κείνες τις μέρες η δικτατορία και φοβόταν πως θα τσακιστεί το κίνημα. Το ΚΚΕες, επειδή ακολουθώντας πολιτική «του εφικτού», ήθελαν συμμετοχή στις ψευτοεκλογές που ετοίμαζε η κυβέρνηση Μαρκεζίνη στην προσπάθεια της χούντας να φορέσει πολιτικά –εγχείρημα που το Πολυτεχνείο τίναξε στον αέρα. 

Το Πολυτεχνείο ήταν κάτι εντελώς αυθόρμητο που οριοθετήθηκε ένα τριήμερο και μόνο;

Το Πολυτεχνείο δε θα μπορούσε ωστόσο να υπάρξει ως τέτοιο, αν δεν είχε προηγηθεί όλη η «εκπαιδευτική» προϊστορία: Η δουλειά «μυρμηγκιού» των παράνομων οργανώσεων, που τις τσάκιζαν με βασανιστήρια και πολύχρονες φυλακίσεις - για να ξαναγεννηθούν, ενώ ιδρύονταν συνέχεια και καινούργιες. Δυο κηδείες-σταθμός, Σεφέρη και Παπανδρέου. Η πάλη για ελεύθερες φοιτητικές εκλογές, που οδήγησε πανελλαδικά σε μαζικές «παράνομες» συνελεύσεις στις σχολές και διαδηλώσεις στους δρόμους της Αθήνας, στη δημιουργία μαζικού φοιτητικού κινήματος. Και βέβαια οι πρώτες μικρές, αλλά μεγάλου αντίχτυπου εργατικές απεργίες ή το κίνημα των αγροτών της Αττικής ενάντια στις απαλλοτριώσεις γης υπέρ  Νιάρχου, Ανδρεάδη, «Σέρατον» και  εταιρειών τσιμέντου. Δεν πρέπει επίσης να υποτιμήσουμε ότι από την προηγούμενη χρονιά είχε αρχίσει να «ξεφουσκώνει» το δήθεν «οικονομικό θαύμα» της χούντας και να εμφανίζονται σημάδια ανοιχτής κρίσης. Καθοριστικό για να πάρει χαρακτήρα λαϊκού ξεσηκωμού στάθηκε η μαζική συμμετοχή των οικοδόμων, όχι για πρώτη φορά αλλά ποτέ σε τέτοια έκταση, με αυτοτελή πλέον δράση και το κατέβασμα των εργαζόμενων από τις συνοικίες από το μεσημέρι της Παρασκευής.

Οι διαθέσεις για σύγκρουση του κόσμου που κινήθηκε, οι περισσότεροι για πρώτη φορά, ήταν τόσο ανεβασμένες, που όταν οι καθοδηγήσεις μας θέλησαν να δοκιμάσουν την κατεύθυνση συγκροτημένης απεμπλοκής απ’ το Πολυτεχνείο με πορεία προς το Σύνταγμα – μεταξύ μας, η μόνη «λογική» προοπτική σε συνθήκες που δε μπορούσαν να οδηγήσουν σε άμεση ανατροπή της χούντας -, τους ειδοποιήσαμε απλώς ότι είναι μη υλοποιήσιμη.  

Συλλαμβάνεστε και πότε;

Πέρασα στην παρανομία δυο μήνες μετά το Πολυτεχνείο. Μ’ έπιασαν στο σπίτι που κρυβόμουν στις 14 Φλεβάρη 1974 – συνολικά πιάσανε 150 ανθρώπους, ενώ δε μπόρεσαν να εκτελεστούν εντάλματα σύλληψης για άλλους τόσους – το λεγόμενο «χτύπημα» ενάντια στο ΚΚΕ και την ΚΝΕ. Ήμουνα 19 χρονών, Γραμματέας μιας τριμελούς οργάνωσης της ΚΝΕ που «κρατούσε» ένα εικοσαμελές κλιμάκιο της Αντι-ΕΦΕΕ. Οι γονείς μου άκουσαν εμβρόντητοι τ’  όνομα μου στις ειδήσεις στην τηλεόραση από διάγγελμα του χουντικού Υπουργού Τύπου για «διάλυση του ΚΚΕ», που δημοσιοποιούσε 35 ονόματα. Ακόμα σήμερα, με την «αποστειρωμένη» εκδοχή του «φακέλου» μου στα χέρια μου - ανάμεσα στους 2.200 «φακέλους» που διατηρήθηκαν -, δεν έχω καταλάβει τα κριτήρια της Ασφάλειας, που συμπεριέλαβε τ’  όνομα μου πλάι σε μέλη της Κ.Ε. και του Π.Γ. του ΚΚΕ και τον Γραμματέα της ΚΝΕ. Στη Μεσογείων κρατήθηκα επί τέσσερις μήνες σε απομόνωση – με τα κελιά ν’ ασφυκτιούν, μεταχείριση αποκλειστικά για «κεντρικά» στελέχη – και ανάκριση. Προκειμένου να «συνέλθουμε» από την ανάκριση πριν οδηγηθούμε στον Ανακριτή του Στρατοδικείου μας κράτησαν και πέμπτο μήνα: Μετά το διάβασμα του κατηγορητηρίου, με το οποίο παραπεμπόμουν ως «ανήλιξ επί κακουργήματι» (ο «φάκελος» μου των Φυλακών Κορυδαλλού), με τον α.ν. 509 για «απόπειρα βίαιης κατάλυσης του πολιτεύματος», κυρίως για το Πολυτεχνείο. Τότε «έσπασε» η απομόνωση, βρέθηκα σε κελί με άλλα τρία κορίτσια και θυμάμαι αυτές τις τελευταίες βδομάδες στην Ασφάλεια, όπως και τις «σκάρτα» τρεις βδομάδες στις Φυλακές Κορυδαλλού μέχρι να καταρρεύσει η χούντα με την τραγωδία της Κύπρου, πόσο ευτυχισμένες νιώθαμε, τι πλάκες κάναμε, πώς γελούσαμε με το παραμικρό. Γενικά ποτέ άλλοτε στη ζωή μου δε γέλασα τόσο πολύ, όσο στην Ασφάλεια και στη φυλακή.

Ξαναείδατε ποτέ τους βασανιστές σας; Θα τους συγχωρούσατε;

Δεν καταλαβαίνω το ερώτημα για τη συγχώρεση, η μεταξύ μας σχέση δεν είχε μεταφυσικό χαρακτήρα. «Συγχώρεση» έδωσαν κράτος και δικαιοσύνη, εξασφαλίζοντας τους ατιμωρησία.

Παρασταθήκατε στη δίκη της Χαλκίδας ή αλλού, μεταπολιτευτικά;

Δε μάθαμε ποτέ ποιος ήταν ο «Μήτσος ο Επιλοχίας», επικεφαλής του συνεργείου στο φάλαγγα αποκλειστικά για την Αγγελική Σωτήρη και μένα. Ως μάρτυρας κατηγορίας πλέον, ξαναβρήκα τους υπόλοιπους στη δίκη της Χαλκίδας το Νοέμβρη 1975. Έκπληξη τελευταίας στιγμής, η αναγνώριση του «Συνταγματάρχη της ΕΣΑ» που πέρασε μισή νύχτα σκυμμένος πάνω μου στο υπόγειο δήθεν περιμένοντας αν δεν μιλήσω να με πάρει μαζί του, στο πρόσωπο του σοφέρ του Μάλλιου. Κατέθεσα για Μάλλιο, Μπάμπαλη, Γκάνο, Σμαίλη και «Επιλοχία». Η κατάθεση μου έγινε δεκτή μόνο ως προς τον Σμαίλη, που είχε ρίξει από ένα χέρι «χοντρό» ξύλο στο Λάκη Σταθάκη και σε μένα στα κρατητήρια με δεκάδες αυτήκοους μάρτυρες. Μετέτρεψαν ωστόσο την κατηγορία από «επικίνδυνες σωματικές βλάβες», κακούργημα, σε πλημμέλημα, που είχε ήδη παραγραφεί κι έτσι απάλλαξαν κι αυτόν. Τον απέταξαν, βέβαια – οπότε έγινε υπεύθυνος ασφαλείας του Λάτση στη Σαουδική Αραβία.

Πάνω από 50 ήταν οι μάρτυρες κατηγορίας. Ωστόσο απ’ ό,τι συνέβη στα γραφεία ή στο υπόγειο, παρουσία αποκλειστικά ασφαλιτών, σχεδόν τίποτα δεν έγινε δεκτό - κι ας νοσηλεύτηκαν μυστικά επί βδομάδες στο 401, μισοπεθαμένοι και με ψευδώνυμα, Κάππος και Γόντικας. Η δίκη έγινε σε ατμόσφαιρα «θηριοτροφείου», με τους βασανιστές και τους δικηγόρους τους να μας χλευάζουν. Σχεδόν όλοι αθωώθηκαν. Κανείς απ’ τους ελάχιστους «καταδικασθέντες» δεν έμεινε μέσα έστω μια βραδιά. Θυμάμαι τον τίτλο με τον οποίο ΤΑ ΝΕΑ - το είχε πει ο Μαγκάκης - συνόψιζαν την απόφαση του δικαστηρίου: «Βασάνιζαν, αλλά όχι επίτηδες…». Αυτή η ατιμωρησία οδήγησε στις ζωές που χάθηκαν από αστυνομική βία στη Μεταπολίτευση.     

Τελικώς συμφωνείτε για όσα καταμαρτυρούν στη γενιά του Πολυτεχνείου ως μεταπολιτευτικό κορμό του συστήματος, των εξουσιών σε πολλές βαθμίδες, της γιγάντωσης του ρεύματος των γιάπηδων, του λάιφστάιλ;

Σε λίγους αγωνιστές στη σύγχρονη ιστορία αποδόθηκαν τα εύσημα που συγκέντρωσε η «γενιά του Πολυτεχνείου»  - που δεν αποτέλεσε «γενιά», 100.000 ήταν οι άνθρωποι που βρέθηκαν πανελλαδικά στους δρόμους το βράδυ της Παρασκευής. Και λίγοι, μετά την εξάντληση της «αφήγησης» περί «κομμουνιστοσυμμοριτών» με τον τερματισμό του ανώμαλου μετεμφυλιοπολεμικού καθεστώτος στη μεταπολίτευση, δέχθηκαν τέτοιας έντασης επιθέσεις.

«Πονάει» ότι η επέτειος γιορτάζεται σε κάθε πόλη με πορεία πρωτοφανούς αντοχής στο χρόνο και σε κάθε προσβολή - όχι μόνο των ακροδεξιών, αλλά και των εστέτ -, που όποτε καταφέρνει να συνδεθεί με τις βαθύτερες ανάγκες και αναζητήσεις της περιόδου, γίνεται ποτάμι.  Πορεία που στην Αθήνα, με τις ΗΠΑ αναγορευμένες από  ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. σε «στρατηγικό εταίρο», καταλήγει στην Αμερικάνικη Πρεσβεία «δείχνοντας με το δάκτυλο» τον «βασικό υπαίτιο» - κι όχι μόνο για τη δικτατορία και την τραγωδία της Κύπρου.

Τι τους πειράζει;

«Πονάει» κυρίως το αξιακό οικοδόμημα, ό,τι περισσότερο χρειάζεται σήμερα, συλλογικότητα, αντίσταση, αλληλεγγύη, που παρά τις διακηρύξεις για «ενταφιασμό των ψευδοαξιών του Πολυτεχνείου» (Βορίδης, ΒΗΜΑ 17.2.2013), είναι ζωντανό.

Η προσπάθεια που γίνεται διαχρονικά, όταν η γενιά αναγορεύεται σε συνώνυμο της «λαμογιάς», είναι να ταυτιστούν 100.000 άνθρωποι με μερικές δεκάδες ονόματα σε πελατειακούς μηχανισμούς και pay-roll της ολιγαρχίας. Αν είδατε «Τα κορίτσια της βροχής» της Αλίντας Δημητρίου, μιλούν 50 «πρωταγωνίστριες» από τα μπουντρούμια βασανιστηρίων Ασφάλειας κι ΕΣΑ – ο «σκληρός πυρήνας» της «γενιάς», ελάχιστα ονόματα χτυπούνε ωστόσο κάποιο καμπανάκι… Βεβαίως, ιδιαίτερα από το 2015 - όταν στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με τη γνωστή κατάληξη συμμετείχαν και κάποιοι από τη «γενιά» - η τελευταία δαιμονοποιείται ως κύρια δύναμη καταστροφής της Ελλάδας, πρακτικά όσο και ηθικά. Πρόσφατα, και ως «συλλογικά ψυχικά νοσούσα» (Δόμνα Μιχαηλίδου, 29.3.2018). Με άλλα λόγια, υπάρχει πλέον κανονικός ιστορικός αναθεωρητισμός.

Μέσα σε όλα αυτά, και προπαντός σε συνθήκες «εντατικής επιτροπείας» απ’  την Τρόικα και υποβολής λαού και χώρας σε ένα «μεταμνημονιακό» καθεστώς μνημονιακού χαρακτήρα μέχρι το 2060(!), θα υπενθυμίσω την πιο «απρόβλεπτη» απ’  τις πολλές όψεις του Πολυτεχνείου: Ως η έκπληξη που επιφυλάσσει η πανουργία της ιστορίας στους απαισιόδοξους.

 

 

      αριθμός επισκεπτών