ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

στους
ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ

 

Βαλαβάνης Πάνος
Καθηγητής Κλασσικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών
Βιογραφικό σημείωμα

 

           Οι αθλητικοί αγώνες στην Αρχαία Ελλάδα δεν ήταν αυτόνομες δραστηριότητες, αλλά διεξάγονταν στα πλαίσια μεγάλων θρησκευτικών γιορτών, ως μέρος της λατρείας προς τιμήν κάποιου θεού. Στις γιορτές αυτές γινόταν η μεγαλύτερη συγκέντρωση ανθρώπων με ειρηνικό σκοπό, απ’ οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα του αρχαίου κόσμου. Αν κρίνουμε από τη χωρητικότητα του κλασικού σταδίου της Ολυμπίας, μπορούσαν να συγκεντρωθούν εκεί κάθε τέσσερα χρόνια έως 40.000 άτομα. Εξαιρώντας τους περιοίκους, για τους οποίους η πρόσβαση ήταν εύκολη, οι υπόλοιποι θεατές ήταν συνήθως η άρχουσα τάξη των ελληνικών πόλεων της κυρίως Ελλάδος και των αποικιών της Μεσογείου. Αυτοί επεδίωκαν την παρουσία τους στα μεγάλα πανελλήνια ιερά όχι μόνο για τους ίδιους τους αγώνες αλλά και με σκοπό να ασκήσουν πολιτική σε προσωπικό ή σε κρατικό επίπεδο. Έτσι, τα τέσσερα πανελλήνια ιερά σχεδόν κάθε χρόνο, γέμιζαν από την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία όλων των ελληνικών πόλεων-κρατών, δημιουργώντας ιδανικές προϋποθέσεις για πολιτική και διπλωματική δραστηριότητα. Ειδικά η Ολυμπία, κατά τη διάρκεια των αγώνων ήταν το σημαντικότερο πολιτικό και διπλωματικό κέντρο όλης της Μεσογείου !

 

Η παρουσία και κυρίως ο πλούτος των επίσημων αντιπροσωπειών κάθε πόλης ήταν ένα κατεξοχήν προπαγανδιστικό μέσο για επίδειξη δύναμης και άσκηση επιρροής. Ας δούμε κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις: Τέσσερα χρόνια μετά την εκλογή του ως στρατηγός στην Αθήνα, το 416, ο Αλκιβιάδης αποφασίζει να συμμετάσχει στο λαμπρότερο αγώνισμα των Ολυμπιακών αγώνων, στην αρματοδρομία, φέρνοντας στην Ολυμπία 7 τέθριππα άρματα! H Ολυμπιάδα αυτή υπήρξε ο απόλυτος θρίαμβος του Αλκιβιάδη, αφού κέρδισε τις 3 πρώτες θέσεις, σπάζοντας την κυριαρχία των Σπαρτιατών στο αγώνισμα, γεγονός που το γιόρτασε με αλαζονικό τρόπο.   

Λίγους μήνες αργότερα, για να υποστηρίξει τις απόψεις του στην αθηναϊκή εκκλησία του δήμου υπέρ της εκστρατείας στη Σικελία, ο Αλκιβιάδης, χρησιμοποίησε πολιτικά τις νίκες του. Ισχυρίστηκε ότι με τη μεγαλόπρεπη εμφάνισή του και με τις προσωπικές νίκες του πρόσφερε στην πατρίδα του μεγάλη αίγλη και δημιούργησε σε όλους τους Έλληνες εντύπωση ισχύος ανώτερη της πραγματικής[1]. Έτσι, ο περιβόητος Αθηναίος στρατηγός έπεισε τους συμπατριώτες του να εγκρίνουν τη μεγάλη εκστρατεία και να αναθέσουν την αρχιστρατηγία στον ίδιο. 

Υπήρχαν όμως και περιπτώσεις που μια λαμπρή θεωρία πετύχαινε τα ακριβώς αντίθετα από αυτά που επεδίωκε. Ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος Α΄ , θέλοντας να διαφημίσει τον εαυτό του και να αυξήσει τη φήμη του σε όλους τους Έλληνες, έστειλε στην Ολυμπία λαμπρή θεωρία με πολλά τέθριππα άρματα και απεσταλμένους που διέμεναν σε πολυτελείς σκηνές. Επειδή δε είχε πάθος με τη ποίηση, έστειλε μαζί και ραψωδούς για να διαβάσουν στο κοινό τα ποιήματά του, με σκοπό να δοξαστεί και ως ποιητής. Στην αρχή, η πολυτελής αυτή θεωρία προκάλεσε την περιέργεια και τον θαυμασμό των θεατών. Μόλις όμως οι ραψωδοί άρχισαν να διαβάζουν τα κάκιστα ποιήματα του Διονυσίου, οι ακροατές άρχισαν να γελούν και να κοροϊδεύουν ! Τη στιγμή εκείνη ο ρήτορας Λυσίας, ο οποίος βρισκόταν εκεί για να διαβάσει τον Ολυμπιακό του λόγο, προέτρεψε το πλήθος να μη δεχθεί τους απεσταλμένους ενός τυραννικού καθεστώτος. Τότε, πολλοί από τους θεατές επιτέθηκαν στις σκηνές και τις κατέστρεψαν και εκδίωξαν κακήν κακώς τους Συρακούσιους από την Ολυμπία.[2].    

Ένα άλλο αποκαλυπτικό επεισόδιο, στο οποίο διαπιστώνουμε τον πολλαπλό πολιτικό ρόλο των αγώνων, έλαβε χώραν το 212 π.Χ. κατά τον τελικό της πυγμαχίας ανδρών. Αντίπαλοι ήταν ο πανίσχυρος, κυρίαρχος για πολλά χρόνια στο αγώνισμα και διάσημος πυγμάχος Κλειτόμαχος από τη Θήβα. Απέναντί του στάθηκε ο Αλεξανδρινός, Αιγύπτιος για τους αρχαίους, Αριστόνικος. Αυτόν είχε προετοιμάσει και στείλει ο βασιλιάς Πτολεμαίος, με την ελπίδα ότι αν ο δικός του αθλητής νικούσε το διάσημο φαβορί, θα κέρδιζε και ο ίδιος πόντους στην πολιτική σκηνή της εποχής. Πρόκειται για μια χαρακτηριστική περίπτωση πολιτικού πατροναρίσματος στον αρχαίο αθλητισμό.

Αμέσως μετά την έναρξη του αγώνα, οι θεατές πήραν το μέρος του  Αριστόνικου, που ήταν ο πιο αδύναμος, και προσπαθούσαν με φωνές να τον ενισχύσουν. Όταν δε αυτός κατόρθωσε να δώσει δύο δυνατά χτυπήματα στο πρόσωπο του ισχυρότερου αντιπάλου του, ο κόσμος ενθουσιάστηκε! Μόλις ο Θηβαίος Κλειτόμαχος συνήλθε, σταμάτησε τον αγώνα, στράφηκε στο πλήθος και εξέφρασε την απορία του για τη στάση τους: Μήπως νόμιζαν ότι ο ίδιος δεν αγωνιζόταν τίμια ή δεν γνώριζαν ότι αυτός  αγωνιζόταν για τη δόξα της Ελλάδος, ενώ ο Αιγύπτιος για τη δόξα ενός βασιλιά ; Και τι προτιμούσαν; Να δουν έναν Αιγύπτιο να νικά έναν Έλληνα και να κατακτά το στεφάνι ή να ακούσουν από τον κήρυκα το όνομα ενός Θηβαίου να κερδίζει το αγώνισμα της πυγμαχίας ανδρών !?

Μόλις είπε αυτά ο Κλειτόμαχος, έγινε τέτοια μεταστροφή στη στάση των θεατών ώστε ο Αριστόνικος νικήθηκε μάλλον από τον κόσμο παρά από τον ισχυρότερο αντίπαλό του[3] ! Εδώ δεν επισημαίνεται μόνον η δύναμη του πλήθους, που μπορούσε να αλλάξει τη ροή ενός αγώνα αλλά και οι εκδηλώσεις εθνικής ταυτότητας που εμφιλοχωρούσαν μέσα στα στάδια και τους ιπποδρόμους. Επίσης, γίνεται φανερό ότι οι αθλητές ως εκπρόσωποι των πόλεων ή των κρατών τους, θεωρούνταν αυτομάτως και φορείς της πολιτικής και ιδεολογικής θέσης των καθεστώτων τους !

Ένα απ’ τα ισχυρότερα μέσα πολιτικής επιβολής αποτέλεσε η ανάδειξη νικητών στους Ολυμπιακούς αγώνες. Όμως αυτή η ανάγκη  οδήγησε πολλές φορές τις αρχαίες πόλεις σε μεθόδους όχι και τόσο θεμιτές. Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

Οι αθλητές από τον Κρότωνα, ελληνική αποικία στη Ν. Ιταλία, κυριαρχούσαν στους δρόμους ταχύτητας κατά τον 6ο και πρώιμο 5ο αι. Από τις 27 Ολυμπιάδες, οι Κροτωνιάτες συγκέντρωσαν 12 νίκες στο δρόμο σταδίου, τον σημαντικότερο αγώνα στην Ολυμπία. Επίσης, από το 540-516 π.Χ., ο διάσημος Κροτωνιάτης παλαιστής Μίλων κέρδισε 6 συνεχείς ολυμπιακές νίκες. Γενικότερα, από την ίδια περίοδο το 28% των Ολυμπιονικών είναι Κροτωνιάτες. Το γεγονός αυτό έγινε προσπάθεια να ερμηνευθεί από τη σύγχρονη έρευνα με διάφορους τρόπους: Μερικοί μίλησαν για «κατασκευή πρωταθλητών» με προηγμένες μεθόδους διατροφής και προπόνησης και ίσως δεν είναι τυχαίο ότι ο μεγαλύτερος γιατρός και προπονητής της περιόδου, ο Δημοκήδης, βρισκόταν την εποχή αυτή στον Κρότωνα.

Άλλοι βλέπουν ισχυρές ενδείξεις ότι οι Έλληνες της Δυτικής Ελλάδος εξαγόραζαν τους φερέλπιδες αθλητές από άλλες πόλεις, πληρώνοντάς τους αδρά. Αυτή η αλλαγή εθνικότητας των αθλητών φαίνεται ότι δεν ήταν ασυνήθιστο φαινόμενο στην αρχαιότητα και μας έχουν σωθεί αρκετά παραδείγματα. Κρίνοντας π.χ. από το πλήθος των αποφάσεων της βουλής της Εφέσου, που δίνουν το δικαίωμα του Εφέσιου πολίτη σε πολλούς ξένους αθλητές, συμπεραίνουμε ότι η αγορά νέων ελπιδοφόρων αθλητών από άλλες πόλεις - κράτη υπήρξε πάγια πολιτική αυτής της μικρασιατικής πόλης.

 Χαρακτηριστική της φανατικής διεκδίκησης των νικητών είναι και η ακόλουθη ιστορία που αναφέρει ο Πλούταρχος[4]: Όταν σε κάποια δελφικά Πύθια νικητής ανεδείχθη ο παις Τελετίας, την ώρα της απονομής του στεφάνου οι θεατές από τις γειτονικές πόλεις της Πελοποννήσου Σικυώνα και Κλεωνές άρχισαν να μαλώνουν σε ποια από τις δύο πόλεις έπρεπε να πιστωθεί η νίκη ! Τελικά, η υπόθεση εξελίχθηκε σε βίαιη διεκδίκηση του νικητή και σε ξυλοκόπημα, που είχε ως αποτέλεσμα το παιδί να χάσει τη ζωή του !

           Η σφοδρή επιθυμία για νίκη μερικές φορές οδηγούσε τους ίδιους τους αθλητές σε αθέμιτες ενέργειες. Το 332 π.Χ. ο Αθηναίος πενταθλητής Κάλλιππος συνελήφθη να δωροδοκεί τους ανταγωνιστές του και για τον λόγο αυτό του επιβλήθηκε μεγάλο πρόστιμο. Επειδή αδυνατούσε να το πληρώσει ο ίδιος, την υποχρέωση ανελάμβανε αυτόματα η πόλη του. Επειδή το ποσό ήταν υπέρογκο, οι Αθηναίοι αρνήθηκαν την καταβολή του και έστειλαν σε διπλωματική αποστολή τον γνωστό ρήτορα Υπερείδη για να υπερασπιστεί την απόφασή τους στην βουλή των Ηλείων, στην ανώτατη εποπτεύουσα αρχή των αγώνων.

Οι Ηλείοι αρνήθηκαν τις αθηναϊκές δικαιολογίες και οι Αθηναίοι αντιδρώντας, χρησιμοποίησαν ένα μέτρο, που μας είναι γνωστό από τις σύγχρονες Ολυμπιάδες της Μόσχας και του Λος Άντζελες: Απείλησαν να μην στείλουν αθλητές, μποϊκοτάροντας την επόμενη Ολυμπιάδα. Η υπόθεση είχε φτάσει σε αδιέξοδο, οπότε και λειτούργησε η αλληλεγγύη μεταξύ των μεγάλων ιερών: Οι Ηλείοι κατέφυγαν στους Δελφούς και το μαντείο ανακοίνωσε ότι δεν πρόκειται να χρησμοδοτήσει ξανά στους Αθηναίους, πριν αυτοί καταβάλουν το πρόστιμο, κάτι που τελικά αναγκάστηκαν να κάνουν.

Ο πολιτικός ρόλος των αγώνων ήταν σημαντικός και στο επίπεδο της αναγνώρισης της Ελληνικότητας, αφού αρχικά μόνον οι Έλληνες είχαν δικαίωμα να λαμβάνουν μέρος σ’ αυτούς. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αντλούμε από τη μακεδονική βασιλική οικογένεια: Στις αρχές του 5ου αι., ο βασιλιάς της Μακεδονίας Αλέξανδρος Α΄, επιθυμώντας να εντάξει τη Μακεδονία στον ελληνικό κόσμο αποφάσισε να λάβει μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες, στο αγώνισμα δρόμου σταδίου (δρόμου ταχύτητας 180 περ. μ.). Όμως, μερικοί αντίπαλοί του θέλησαν να τον αποκλείσουν, με τον ισχυρισμό πως δεν επιτρεπόταν η συμμετοχή σε βαρβάρους αθλητές, αλλά μόνο σε Έλληνες. Τελικά ο Αλέξανδρος απέδειξε ότι ήταν Έλληνας και συμμετέσχε στους αγώνες. Το γεγονός είχε μεγάλη πολιτική σημασία, γιατί ήταν η πρώτη φορά που η Μακεδονία προβαλλόταν ως τμήμα του ελληνικού κορμού, και μάλιστα στο μεγαλύτερο πανελλήνιο ιερό.

Την επιβεβαίωση ότι κάποια μέλη της μακεδονικής δυναστείας είχαν λάβει μέρος και στους αγώνες των Παναθηναίων ήδη από τον 5ο αι., έδωσε η εύρεση στο βασιλικό νεκροταφείο της Βεργίνας παναθηναϊκών αμφορέων, δηλαδή επάθλων από τη μεγάλη γιορτή της Αθήνας.

Ο επόμενος Μακεδόνας βασιλιάς που εκδήλωσε το ενδιαφέρον του για τον αθλητισμό στο τέλος του 5ου αι. ήταν ο Αρχέλαος: η πρώτη του ενέργεια ήταν η συμμετοχή στα Ολύμπια και στα Πύθια, όπου νίκησε σε αγώνες τεθρίππων. Η δεύτερη ήταν η ίδρυση στο Δίον της Πιερίας μιας θρησκευτικής γιορτής με μουσικούς και γυμνικούς αγώνες προς τιμήν του Ολυμπίου Διός και των Μουσών, τα «Ολύμπια», τα οποία διαρκούσαν εννέα ημέρες. Η επιλογή του χώρου, του ονόματος και του τιμωμένου θεού φανερώνει προσπάθεια ένταξης των εορτών του Διός στον κύκλο των πανελληνίων εορτών και παραλλήλως της Μακεδονίας στον ελληνικό κόσμο.

Αυτός όμως που χρησιμοποίησε όσο κανένας άλλος τους αγώνες ως πολιτικό όργανο ήταν ο Φίλιππος ο Β΄. Αρχικά, θέλοντας, στα πλαίσια της επεκτατικής πολιτικής του, να εμπλακεί στα πολιτικά πράγματα της νότιας Ελλάδος, επέλεξε ως μέσον τη συμμετοχή του στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Έτσι, στέφθηκε τρεις φορές Ολυμπιονίκης σε τρία διαφορετικά ιππικά αγωνίσματα σε τρεις διαδοχικές Ολυμπιάδες, από το 356 έως το 348 π.Χ., και απαθανάτισε τις νίκες του σε χρυσά και αργυρά νομίσματα, που κυκλοφορούσαν ευρύτατα.

Επίσης, πιστοποίησε την πολιτική του παρέμβαση στη Ν. Ελλάδα  με την οικοδόμηση στην Ολυμπία ενός κυκλικού κτηρίου, που ονομάστηκε Φιλίππειο. Για πρώτη φορά σε ιερό, ο τύπος του λατρευτικού κυκλικού κτηρίου χρησιμοποιείται ως ηρώο για την προβολή της μακεδονικής δυναστείας και για την προσπάθεια επιβολής της στον ελληνικό κόσμο.

Την ίδια πολιτική χρήση του αθλητισμού και των αγώνων ακολούθησε σε γενικές γραμμές και ο Μέγας Αλέξανδρος με κάποιες διαφοροποιήσεις: Ο Φίλιππος, με την εμπλοκή του στα πανελλήνια ιερά των Δελφών και της Ολυμπίας, προσπάθησε να πετύχει την αναγνώριση του ηγετικού ρόλου των Μακεδόνων σε όλη την Ελλάδα. Αντίθετα, ο Αλέξανδρος στράφηκε προς τα Παναθήναια και την Αθήνα, το λίκνο του πολιτισμού, για να πετύχει τη νομιμοποίηση του ηγετικού ρόλου των Μακεδόνων για την εκστρατεία των ‘πολιτισμένων’ Ελλήνων εναντίον των ‘βαρβάρων’. Έτσι, η αποστολή στην Ακρόπολη τριακοσίων περσικών ασπίδων μετά τη μάχη του Γρανικού, το 334 π.Χ. είχε σαφή πολιτικό συμβολισμό και πιθανότατα ανακοινώθηκε πανηγυρικά στα Παναθήναια της ίδια χρονιάς. Επίσης, για να επιβεβαιώσει την ελληνική κουλτούρα των Μακεδόνων, χρησιμοποίησε στα νομίσματά του διάφορα σύμβολα όπως αγάλματα της Αθηνάς, υιοθετημένα από την παναθηναϊκή εικονογραφία.

Ο Αλέξανδρος σε όλα τα μέρη που κατέκτησε, προήγαγε αθλητικές εκδηλώσεις ανάγοντας τον αθλητισμό σε κύριο όργανο διάδοσης του ελληνικού πολιτισμού. Στην εκστρατεία του πήρε 3.000 αθλητές και οργάνωσε σε πολλά μέρη αγώνες με πλούσια έπαθλα, κάνοντας παράλληλα και τα κατάλληλα έργα υποδομής. Η διεξαγωγή αυτών των αγώνων ήταν ένα σημείο επαφής και ενότητας όλων των λαών. Επιπροσθέτως, μέσω των γυμνασίων μεταλαμπάδευσε τον ελληνικό πολιτισμό στην Ανατολή, ενώ παράλληλα έδωσε τη δυνατότητα στους εκεί Έλληνες να διατηρούν την Ελληνικότητά τους.

 Οι Ρωμαίοι θεωρούσαν τα αγωνίσματα πλην των αρματοδρομιών υποδεέστερη δραστηριότητα. ΄Ομως, αρκετοί αυτοκράτορες ενίσχυσαν τους αγώνες, συνειδητοποιώντας ότι ένας από τους καλύτερους τρόπους ελέγχου των διαφορετικών λαών της αχανούς αυτοκρατορίας ήταν η διατήρηση και ανάπτυξη των θεσμών συνεκτικού χαρακτήρα που προϋπήρχαν. Έτσι, με διάφορες αφορμές, ιδρύθηκαν ποικίλοι νέοι αγώνες ελληνικού τύπου σε πολλές περιοχές της αυτοκρατορίας αλλά και στην ίδια τη Ρώμη: Τα Άκτια και τα Ισολύμπια Σεβαστά από τον Αύγουστο, τα Νερώνεια από το Νέρωνα και τα Καπιτώλεια από τον Δομιτιανό. Παρά τα φαινόμενα αυτά, ο αριθμός των αγώνων ελληνικού τύπου στη Δύση παρέμεινε πολύ μικρός. Κι αυτό όχι μόνο γιατί οι Ρωμαίοι προτιμούσαν τα αιματηρά θεάματα και τις εντυπωσιακές αρματοδρομίες αλλά και γιατί όσοι αυτοκράτορες ίδρυσαν ελληνικούς αγώνες στη Ρώμη, κατηγορήθηκαν συχνά από τη σύγκλητο και τους πολιτικούς τους αντιπάλους, ότι προσπαθούσαν να αλλοιώσουν με ελληνικά στοιχεία τις αιώνιες ρωμαϊκές αξίες.


Αφή Ολυμπιακής φλόγας 1960

           Μεγάλη στιγμή για τους αγώνες και τον πολιτικό τους ρόλο ως συνεκτικού στοιχείου αναδεικνύεται το 212 μ.Χ., όταν παραχωρείται το δικαίωμα του ρωμαίου πολίτη σε όλους τους κατοίκους της αυτοκρατορίας. Το γεγονός αυτό δίνει το δικαίωμα σε όλους τους μεγάλους αθλητές της Μεσογείου να αγωνιστούν στην Ολυμπία και στους άλλους πανελληνίους αγώνες. Από τότε αναδεικνύονται νικητές όχι μόνον Έλληνες και Ρωμαίοι αλλά και Ισπανοί, Αφρικανοί, Γαλάτες και Αρμένιοι. Είναι η εποχή της μεγαλύτερης σε έκταση ακτινοβολίας των Ολυμπιακών αγώνων, που κατακτούν μια πολύ σπουδαία αξία, την οικουμενικότητα. Από την ίδια περίοδο έχουμε και τη μεγαλύτερη πολιτική επιρροή των αθλητών, οι οποίοι, οργανωμένοι πια σε επαγγελματικές λέσχες, επηρέαζαν σημαντικά τα αθλητικά πράγματα, μέσω των απευθείας σχέσεών τους με τον αυτοκράτορα.

Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες ίδρυσαν κατά τον 2ο και 3ο αι. μ.Χ. νέους αγώνες με αποτέλεσμα  ο αριθμός τους να ανέλθει σε 500 ! Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνουν πολλά πολιτικά οφέλη: πρώτον την αύξηση της δημοτικότητάς τους καλύπτοντας την ανάγκη για θέαμα και διασκέδαση των πολιτών. Και δεύτερον την ένταξη των αθλητικών γιορτών (πανηγύρεων) στην υπηρεσία της αυτοκρατορικής λατρείας, που κι αυτή αποτελούσε σοβαρό ενοποιητικό στοιχείο σε μιαν αχανή αυτοκρατορία με δεκάδες παλιές και νέες λατρείες.

 

Είδαμε ότι οι Ολυμπιακοί αγώνες είχαν έντονο πολιτικό χαρακτήρα σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής των 1200 χρόνων, που διήρκεσε η αρχαία ιστορία τους. Ας μην ξεχνάμε ότι  είναι ο μακρότερος θεσμός πολιτισμού στην ιστορία της ανθρωπότητας !  Ο πολιτικός ρόλος τους εκφράστηκε με πολλές μορφές, που άλλαζαν παράλληλα με τις δραματικές αλλαγές που υπέστη ο κόσμος μέσα σ’ αυτό το τεράστιο διάστημα, από την εμφάνιση των πόλεων – κρατών μέχρι την κυριαρχία των μεγάλων αυτοκρατοριών. Και οι αγώνες ακολούθησαν, όπως κάνουν και σήμερα, την γενικότερη πορεία του πολιτισμού, προσαρμοζόμενοι αναλόγως στις εκάστοτε συνθήκες.

 

 

 

[1] Θουκ. 6,16,1

[2] Διόδωρος 14, 109

[3] Πολύβιος 27, 8b-d

[4] De sera numinis vindicta 553a-b. Dreiklang 221

      αριθμός επισκεπτών