Από το βιβλίο του Νίκου Σταμάτη: Το υπέρτατο νόημα της δόξας.

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες στο φώς της Πινδαρικής Ποίησης

Η μετάφραση των 14 Ολυμπιόνικων Ύμνων. Εκδόσεις Καστανιώτη

 

Σημ. Με την παραχώρηση του ποιητή και συγγραφέα.

 

 

Ολυμπιόνικος 10ος

 

Η θέσπιση των αγώνων. Έργο πολιτισμού.

Ο εν δικαίω ρόλος της δύναμης και της ισχύος.

 

   Η θεμελίωση των Ολυμπιακών αγώνων από τον Ηρακλή και ο κατάλογος των πρώτων Ολυμπιονικών, δίνει την αφορμή να εξαρθεί η σημασία της δύναμης και της ισχύος στην εξέλιξη των ανθρωπίνων πραγμάτων, όταν βαδίζει εν δικαίω, σ’ αυτόν τον ύμνο, όπου επαινείται ο Αγησίδαμος, Επιζεφύριος Λοκρός, για νίκη σε πυγμαχία παίδων, κατά την 76η Ολυμπιάδα, το 476 π.χ.[1] Άλλωστε η νίκη στην Ολυμπία δεν είναι ένα αποτέλεσμα δύναμης και ισχύος, θεών και ανθρώπων, σώματος και πνεύματος; Πολύ περισσότερο, λοιπόν, η θεμελίωσή τους.

   Διστάζει κανείς να προχωρήσει σε μια αξιολόγηση. Είναι τόσα πολλά τα ευρήματα και οι εκπλήξεις σ’ όλες γενικά τις ωδές, ώστε τα χάνεις μπροστά στην  έκταση αυτής της μεγαλοφυΐας και καταλήγεις έτσι στον αφορισμό, ότι όλες είναι …καλύτερες. Πάντως αυτή είναι από τις καλύτερες και χρειάζεται από πολλές πλευρές μια ιδιαίτερη  προσοχή. Όχι μόνο γιατί είναι η μαρτυρία της παράδοσης για την θέσπιση των Ολυμπιακών αγώνων και των ονομάτων των Ολυμπιονικών της πρώτης Ολυμπιάδος, μ’ έναν υπέροχο κι ανεπανάληπτο ποιητικό τρόπο, αλλά  και γιατί παρεισφρέουν εδώ όλα σχεδόν τα στοιχεία, που συνθέτουν την ποιητική φιλοσοφία του Πινδάρου και αντιπροσωπεύουν το ελληνικό πνεύμα στην ακμή του.

                                                                                   

Η τραγική πτώση του Αυγεία     

   Ο Ηρακλής[2] ίδρυσε το ιερό της Ολυμπίας και τους Αγώνες από τα λάφυρα της νίκης του στον πόλεμο κατά του Αυγεία,[3] του βασιλιά των Επειών, (των Ηλείων), που αρνιόταν να του πληρώσει την αμοιβή του, για τον καθαρισμό των κόπρων των στάβλων του.


Το εξώφυλλο του βιβλίου

Οι στίχοι που περιγράφουν την ήττα του Αυγεία είναι συγκλονιστικοί.: «.. και μαν ξαναπάτας / Επειών βασιλεύς όπιθεν / ου πολλόν ίδε πατρίδα πολυ- / κτέανον  υπό στερεώ πυρί / πλαγαίς τε σιδάρου βαθύν εις οχετόν άτας / ίζοισαν εάν πόλιν. / νείκος δε κρεσσόντων / αποθέσθε άπορον.» (= Αλλά κι ο άφιλος απατεώνας βασιλιάς των Επειών, δεν πέρασε πολύς καιρός, / κι είδε την πλούσια πατρίδα και την πόλι του / από ανελέητες φλόγες ακατάβλητης φωτιάς και πληγές από άγρια χτυπήματα σιδήρου / σε βαθύ λάκκο ολέθρου να καταποντίζονται. / Είναι αδύνατο να γλυτώσεις / από το μίσος της επίθεσης των δυνατότερων).(στ. 36-40). Ο ρεαλισμός του γνωμικού, στο οποίο καταλήγουν αυτοί οι στίχοι, ότι δηλαδή είναι αδύνατο να γλυτώσεις από τη δύναμη του δυνατότερου, υποβαστάζεται από την ανάγλυφη σχεδόν εικονοποιΐα της καταστροφής του ηττημένου. Η ηθική δικαιολογία υπάρχει, όπως και σε κάθε επίθεση. Ο Αυγείας   θα μπορούσε να αποφύγει την τύχη του, αν δεν ήταν απατεώνας, άφιλος, ψεύτης και αλαζών. Αλλά μήπως και δεν θα μπορούσε και μόνον από την αιτία της έπαρσής του, που προκάλεσε την άτη; Η δραματική ένταση, που δημιουργείται, είναι ισχυρή. Ο δυνατός μπορεί να επιβάλει τη θέλησή του, είτε έχει δίκιο, είτε δεν έχει, ασχέτως αν η δικαιοσύνη τον αποτρέπει. Το ελληνικό πνεύμα δεν δέχεται, τουλάχιστον εδώ στην αρχαϊκή περίοδο, ότι ο Ηρακλής θα μπορούσε να καταστρέψει τον αντίπαλό του, αν δεν είχε δίκιο. Η αμυαλιά, η ανοησία της έπαρσης του ηττημένου, ο λάθος υπολογισμός του, ότι μπορεί να διαφύγει, είναι ένα δεύτερο στοιχείο, που έχει σχέση με την ίδια την σύσταση της ύπαρξής του, που οδηγεί στην τραγική καταστροφή του, κατά το υπόδειγμα της τραγωδίας.

  

(Εδώ μία προσθήκη, παρένθεση: Θα πρέπει να μη μας διαφεύγει, ότι ο Ηρακλής δεν είναι μόνο ο ήρωας της δύναμης, αλλά και του πνεύματος και του πολιτισμού, αυτός που απάλλαξε τον κόσμο από τα τέρατα, και κατά συνέπεια τον εξανθρώπισε, φέρνοντάς την ειρήνη, τα ειρηνικά έργα και το μεγάλο έργο του πολιτισμού. Άλλωστε ο τρόπος, που πραγματοποίησε αυτόν τον άθλο, του καθαρισμού του κόπρου των στάβλων του Αυγεία αλλάζοντας την κοίτη του Αλφειού – αυτά δεν αναφέρονται στον ύμνο, αλλά είναι γνωστά από άλλα κείμενα -  είναι έργο εφυίας και πολιτισμού. Η δύναμή του χρησιμοποιείται αρχικά για την απονομή του δικαίου και την καταστροφή του Αυγεία. Κατά δεύτερο λόγο αυτή η ίδια δύναμη χρησιμοποιείται για έργα πολιτισμού, όπως η θέσπιση των Ολυμπιακών Αγώνων, που είναι κατ’ εξοχήν έργο πολιτισμού κι ανάδειξης των αξιών, που καθιστούν τον άθλο των αγώνων, πνευματικό κατόρθωμα, κι όχι σκληρότητας και βαναυσότητας, θέματα στα οποία αναφέρονται εκτενέστερα άλλοι ύμνοι του Πινδάρου.

Με μια φράση, Τα Ολύμπια είναι ένας χώρος ελευθερίας και αυτοδημιουργίας, σύμβολο αυτού του προτύπου, που ονομάζουμε ελληνικό πολιτισμό.)

 

   Αν στρέψουμε το βλέμμα στον ηττημένο, τότε θα δούμε και μιαν άλλη ανάγνωση, ότι το αποτέλεσμα της καταστροφής του δεν ήταν τυχαίο, ότι προέρχεται από την ιδιοσυστασίας του η οποία και δημιούργησε αυτόν αδύνατο και τον άλλο δυνατότερο. Αυτό είναι μια δεύτερη ανάγνωση του γνωμικού αποφθέγματος, που βγαίνει από την τοποθέτησή του μέσα στο σύνολο των συμφραζομένων. Με άλλα λόγια ο Πίνδαρος μας λέει ότι αν νίκησαν οι Έλληνες τους Πέρσες στην Ανατολή και τους Καρχηδόνιους στην Δύση, αυτό οφείλεται στο ότι όχι μόνον είχαν δίκιο, αλλά και στο ότι είχαν και την δύναμηνα το επιβάλλουν, ήταν δηλαδή ανώτεροι στρατιωτικά, τεχνολογικά, πνευματικά, αλλά και ηθικά. Αν αυτό το χάσουν σε άλλο χρόνο, τότε θα βρεθούν έξω από την δικαιοσύνη, καθώς θα έχουν την απρονοησία να αγνοήσουν ότι γίνεται γύρω τους, κι έτσι θα έχουν προκαλέσει οι ίδιοι τη μοίρα τους.                                                                                      

                                                                                        

Γραφή, αλήθεια, τεχνολογία     

   Το προοίμιο του ύμνου είναι κατάστικτο από σημαντικές και σπουδαίες αναφορές και σήματα προς κάθε κατεύθυνση. Είναι παρούσες η γραφή, η λήθη, (η λησμονιά), αλλά και η α-λήθεια, η έλλειψη της λήθης, η μνήμη. Μας ζητάει να του διαβάσουμε, που μέσα στο μυαλό του έχει γράψει τον Αγησίδαμο, που του υποσχέθηκε ύμνο, αλλά το ξέχασε. Από την λησμονιά δεν μας γλυτώνει ούτε η γραφή; Παίζει με την γραφή και την μνήμη. Τόγραψε στο μυαλό του, όχι στις Δέλτους. Ζητάει τώρα να του το διαβάσουμε. Που θα βρούμε τι είχε γράψει στη μνήμη του; Αναγκαστικά πάμε στο αντιθετικό θέμα της γραφής και της προφορικής παράδοσης, κι ανακαλούμε σήμερα ένα πλήθος συμπαραδηλώσεων, συμπεριλαμβανομένης και της διάσημης από τον Φαίδρο του Πλάτωνα.[4]

   Ο Πίνδαρος δεν διστάζει να μας πει, ότι αν τόχε γράψει κάπου, θα το θυμόταν. Δεν έχει κανένα πρόβλημα με την καινοτομία. Δεν προτιμάει τον προφορικό λόγο από τον γραπτό, διάκριση που απασχόλησε στον προηγούμενο αιώνα τόσο τους δομιστές, όσο και τους μεταδομιστές. Κινείται με άνεση στο νέο τεχνολογικό επίτευγμα, καθώς οι ποιητές ζουν έμμεσα απ’ αυτό. Οι λυρικοί ποιητές δημοσιεύουν γραπτά τα ποιήματά τους. Παραδίδουν το γραπτό κείμενο στον νικητή και την οικογένειά του, που το αναπαράγουν, αλλά διατηρούν και το δικαίωμα της αναπαραγωγής και για τον εαυτό τους. Η δόξα του νικητή δεν εξαρτάται, όπως των παλιών ηρώων από την απομνημόνευση και την αποστήθιση των ραψωδών για να διατηρηθεί στο χρόνο. Η μνήμη βρήκε ένα καλύτερο τρόπο για να διασωθεί στο χρόνο, τον γραπτό λόγο.

   Η Μούσα, αλλά αι η κόρη του Διός, η Αλήθεια, που εδώ ξαναγίνεται θεότητα, θα επιβεβαιώσουν ότι το απλώς το ξέχασε και δεν ήταν άφιλος. Η αλήθεια έχει εξ ολοκλήρου την ιδιότητα να ανασύρει το γεγονός από το παρελθόν, εξαλείφοντας τη λήθη των πραγμάτων από το πέρασμα του χρόνου ή άλλων συμβάντων., να το τοποθετεί μέσα στα υπόλοιπα γεγονότα και από τις συγκρίσεις να οδηγείται σ’ ένα αποτέλεσμα. Η ίδια αυτή λέξη και η ετυμολογία της θα χρησιμοποιηθεί ως κεντρικό εργαλείο από τον Χάιντεγκερ, προκειμένου να στηρίξει τη θεωρία του περί αυθεντικότητας ή της αναυθεντικότητας της ύπαρξης.[5]

                                                                                                      

Ο χρόνος     

   Γι’ αυτό και η αμέσως επόμενη αναφορά γίνεται στον Χρόνο. «..επελθών ο μέλλων χρόνος / εμόν καταίσχυνε βαθύ χρέος.» Ο χρόνος που ήρθε από το μέλλον τον διέψευσε οικτρά και τον ντρόπιασε. Γιατί αποκάλυψε την αλήθεια, ότι δεν τήρησε την υπόσχεσή του στον φίλο. Έχουμε τώρα όλα τα δεδομένα για να βγάλουμε το συμπέρασμα του τι εννοεί για την γραφή, την μνήμη και την αλήθεια, και τον καθοριστικό ρόλο, που παίζει σ’ όλα αυτά ο χρόνος, τον οποίο θα ξαναδούμε σε λίγο να παραβρίσκεται στην θέσπιση των Ολυμπιακών Αγώνων.              

 

 Η οικονομία     

   Οι επόμενες παρομοιώσεις έχουν βάση την οικονομία κι αποκτούν για μας ιδιαίτερη σημασία. Υπάρχει ένα βαθύ χρέος, που δεν εκπληρώθηκε στην ώρα του. Και ο ποιητής θα πληρώσει τόκο γι’ αυτό μαζί με την αποπληρωμή του κεφαλαίου. Μιλάει σε εμποροναυτικούς κι έχει οικεία γλώσσα μ’ αυτούς. Μπορούν να τον καταλάβουν. Δεν βρίσκεται σε αντίθεση με την οικονομία, όπως άλλοι ποιητές ή φιλόσοφοι όπως ο Πλάτων.[6] Δεν βρίσκει κάτι κακό  στον τόκο, όπως αργότερα ο Αριστοτέλης, ούτε ότι οι νόμοι της οικονομίας είναι αντίθετοι με τη φύση του ανθρώπου. Γι’ αυτό κι αυτός θα εκπληρώσει το χρέος του με πολύ μεγάλο τόκο. Κι αυτός ο τόκος είναι ο παρόν ύμνος, εκτεταμένος, σημαντικός και σπουδαίος, όπου έχει βάλει όλη του την τέχνη. Η παρομοίωση, που επακολουθεί, μας αφήνει κατάπληκτους. Όπως το κύμα ορμητικά κυλάει και σκεπάζει τα χαλίκια της άμμου, έτσι ο ύμνος του θα ξεχυθεί και θα σκεπάσει, ό,τι κακόφημο έχει ειπωθεί. Και ποιος είναι ο έπαινος;

                                                                                         

Η καταγωγή του νικητή     

   Θα αρχίσει από την πόλι του νικητή, τους Επιζεφύριους(Δυτικούς) Λοκρούς, αποικία των Λοκρών στο νότιο δυτικό άκρο της Ιταλικής μπότας κοντά στο Ρήγιο. Και κατά τη συνήθειά του θα αναφερθεί σ’ εκείνα για τα οποία η πόλις ήταν ένδοξη.   «..νέμει γαρ Ατρέκεια πόλιν Λοκρών Ζεφυρίων». Η Δικαιοσύνη κυβερνάει την πόλι των Επιζεφυρίων Λοκρών. Μια μνήμη αλήθειας από τον Ζάλευκο, που σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές ήταν ο πρώτος, που επέβαλλε γραπτούς νόμους γι’ αυτήν την πόλι. Αγαπούν και την Καλλιόπη, καθώς, όπως και τα σχόλια αναφέρουν, αλλά και άλλες πηγές[7], υπήρχε μια αξιόλογη μουσική παράδοση στην πόλι, που και ο πάπυρος  του Οξυρύγχου το επιβεβαιώνει.

 

Ο προπονητής και η φύση του αθλητή     

  Μετά θα περάσει στον ίδιο τον Αγησίδαμο και τον προπονητή του τον Ίλα, που φαίνεται τον βοήθησε σε κάποια στιγμή, που κινδύνεψε να ηττηθεί, προφανώς με κάποια συμβουλή. Αλλά δεν πειράζει. Μήπως και ο Ηρακλής δεν υποχώρησε για λίγο στη μάχη με τον Κύκνο κατά την πρώτη συνάντησή τους; Η δικαιολογία είναι καλή και ο Πίνδαρος ξέρει από επαίνους. Εξάλλου του δίνεται έτσι η ευκαιρία να αναφερθεί στον προπονητή του, τον Ίλα, και πάλι σε συνδυασμό δύο άλλων δημοφιλών ηρώων, του Αχιλλέα και του Πάτροκλου, στην «φυά», στη φυσική καταγωγή του. «Θάξαις δε κε φύντ’ αρετά ποτί / πελώριος ορμάσαι κλέος ανήρ συν θεού παλάμαις. στ.20-21. (Αν τροχίσεις με γνώση κάποιον άνδρα, που από τη φύση του / είναι δυνατός στις αρετές, σε πελώρια δόξα θα ορμήσει με θεού βοήθεια).

Οι φυσικές δυνατότητες από μόνες τους δεν έχουν νικηφόρο αποτέλεσμα, χρειάζεται γνώση και μόχθος πράγμα, που δεν χάνει την ευκαιρία να το πει.

 

                                                               

Ο θεσμός των Ολυμπιακών αγώνων     

   Και ξαφνικά σαν να τον τσίμπησε οίστρος, η επιτυχία του Αγησίδαμου τον συνεγείρει να εξυμνήσει τον ιερό θεσμό των Ολυμπιακών Αγώνων, που αποτελεί τον κεντρικό μυθικό φωτισμό του ύμνου, μεγάλος έπαινος για τον Αγησίδαμο, που νίκησε σ’ έναν τέτοιο θεσμό. Η ιστορία είναι απλή. Ο Ηρακλής νίκησε μετά τις ενέδρες του Κτέανου και του Εύρυπου, τον Αυγεία, τον βασιλιά των Επειών, και με τα λάφυρα ίδρυσε τους αγώνες. Στην νίκη αυτή αναφερθήκαμε στην αρχή της εισαγωγής. Στην πρώτη εκείνη τελετή παραστάθηκαν οι Μοίρες, αλλά και ο Χρόνος, που κάνει και πάλι καθοριστική την παρουσία του. «..ταύτα δ’ εν πρωτογόνω τελετά / παρέσταν μεν άρα Μοίραι σχεδόν / ό τ’ εξελέγχων μόνος / αλάθειαν ετήτυμον / Χρόνος.» (Στην πρωτόγενη εκείνη τελετή / παραστάθηκαν οι Μοίρες κι αυτός, που μόνος / στη ροή του την πραγματική αλήθεια μπορεί να ελέγξει αποκαλύπτοντάς την / ο Χρόνος).     

 

Ο κατάλογος των πρώτων Ολυμπιονικών     

  Στον Πίνδαρο όλα χρονούνται, βρίσκονται μέσα στον χρόνο. Αυτός αποκαλύπτει την πραγματική αλήθεια, η οποία τώρα από θεά της πρώτης στροφής έχει γίνει έννοια με την ιδιότητα να επισημαίνει τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα, ως αποτέλεσμα της πορείας του χρόνου. Κι αυτός ο χρόνος, που σαν να πηγαίνει πίσω, κάνοντας το παρελθόν παρόν, μας φανέρωσε, πως ο Ηρακλής θέσπισε τους Αγώνες, αλλά και ποιος νίκησε στον πρώτο. Στην στρ. και αντ. δ΄ έχουμε τον κατάλογο των πρώτων Ολυμπιονικών, σύμφωνα με τον Πίνδαρο βέβαια.[8]

  Είναι θαυμάσιος ο τρόπος της περιγραφής. Για τον καθένα βρίσκει και κάτι ιδιαίτερο να πει. Ο Οιωνός, για παράδειγμα, νίκησε στο στάδιο τρέχοντας ίσια, με ακούραστα πόδια, ο Φράστωρ πέτυχε απόλυτα το στόχο στο ακόντιο και ο Νικεύς, κυκλώνοντας στο στιβαρό του χέρι τον δίσκο τον τίναξε τόσο απ’ όλους πιο μακριά, που οι φίλοι του ξέσπασαν σε δυνατές κραυγές χαράς. Και φτάνουμε σε μια από τις ωραιότερες στιγμές της πινδαρικής ποίησης. «..εν δ’ έσπερον / έφλεξεν ευώπιδος / σελάνας ερατόν φάος. / αείδετο δε παν τέμενος τερπναίσι θαλίαις / εγκώμιον αμφί τρόπον.» ( Και καθώς έπεφτε το βράδυ άναψε ψηλά / το αγαπημένο φως της εράσμιας σελήνης. / Αντιλαλούσε όλος ο ιερός τόπος ως πέρα από τα τερπνά τραγούδια / και τις χαρές των νικητήριων συμποσίων).

 

Ο θαυμασμός της πόλις για τον νικητή     

   Πλησιάζουμε προς το τέλος, και ο ποιητής θα ξαναγυρίσει στο ιστορικό παρόν και στη νίκη     του Αγησίδαμου, ο οποίος πρέπει να είναι ευχαριστημένος, γιατί χάρι στον ύμνο, θα υπάρχει μέσα στον χρόνο και στη μνήμη, χωρίς να τον πάρει η λησμονιά στον τάφο. Μελίφωνη λύρα και γλυκύς αυλός τον τυλίγουν με χάρι. Και κλείνει μ’ έναν εντελώς πρωτότυπο τρόπο, που του παρέχει τη δυνατότητα στους τελευταίους μόλις στίχους να εκφράσει τον προσωπικό του θαυμασμό για τον Αγησίδαμο, μεταδίδοντας στους ακροατές αυτόν τον πυρετώδη ερωτισμό, που χαρακτηρίζει τις ωδές. Θα μας πει τι αυτός έκανε υμνώντας. Λοιπόν, αγκάλιασε με τιμές το ένδοξο γένος των Λοκρών, ποτίζοντας με μέλι την γενναιόφρονα πόλι τους και εξύμνησε τον ποθητό γιό του Αρχεστράτου, που τον είδε τότε να παίρνει τη νίκη με τη δύναμη των χεριών του, δίπλα στον Ολύμπιο βωμό, «ιδέα τε καλόν / ώρα τε κεκραμένον, ά ποτε / αναιδέα Γανυμήδει θάνατον άλκε σύν Κυπρογενεί.», πανέμορφο στην όψη και την ώρα εκείνη της ολάνθιστης νιότης του, / που και τον Γανυμήδη, άλλοτε, με την βοήθεια της Κυπρογένειας / έσωσε από τον αναιδή θάνατο.

 

ΟΛΟΚΛΗΡΟΣ Ο ΥΜΝΟΣ

 

Στον Αγησίδαμο, τον Επιζεφύριο Λοκρό, νικητή σε πυγμαχία παίδων, 476 πχ.

 

στρ.α΄   Τον Ολυμπιονίκη, το γιό του Αρχεστράτου, διαβάστε μου,[9]

              πού, μέσα στο μυαλό μου,

              έχω γράψει. Γιατί οφείλοντάς[10] του γλυκόν ύμνο,

              το ξέχασα. Ω Μούσα, αλλά κι εσύ Αλήθεια,

              κόρη του Διός, όρθιο υψώνοντας χέρι,

              αποκρούστε τον ψεύτικο λόγο,

              πως αθετώντας τις υποσχέσεις μου έβλαψα το φίλο.

 

αντ.α΄    Γιατί από τότε ερχόμενος από μακριά ο μέλλων χρόνος εδώ, στο παρόν,

              με ντρόπιασε αποκαλύπτοντας το δικό μου βαθύ χρέος.

              ΄Ομως την βαριά μομφή θα διαλύσει εξόφληση

              με μεγάλο τόκο.[11] Και τώρα δέστε, όπως τα χαλίκια της άμμου                                

              περιστρέφοντας ορμητικό το κύμα σκεπάζει,

              ακριβώς έτσι τις κακές διαδόσεις καλύπτοντας ο ύμνος μου

              θα ξεχυθεί παντού, εκπληρώνοντας τη φιλική χάρι.

 

επ.α΄     Η Δικαιοσύνη κυβερνάει με τους αυστηρούς νόμους της αλήθειας                                                                      

             την πόλι των Επιζεφυρίων  Λοκρών.[12] Αγαπούν και την Καλλιόπη[13]

             και τον χαλκάρματο Άρη. Ωστόσο, ακόμα  κι ο παντοδύναμος Ηρακλής

             έκανε για λίγο πίσω στη μάχη με τον Κύκνο.[14] Αλλ’ ο νικητής πυγμάχος

             στην Ολυμπία, ο Αγησίδαμος, χάρη ας χρωστάει

             στον Ίλα,[15] όπως ο Πάτροκλος στον Αχιλλέα.[16]

             Αν τροχίσεις με γνώση κάποιον άνδρα, που από τη φύση του             

             είναι δυνατός στις αρετές, σε πελώρια δόξα θα ορμήσει, με θεού βοήθεια.

 

στρ.β΄   Ελάχιστοι χωρίς κόπους πήραν τη χαρά της νίκης,

             φώς, που φωτίζει στη ζωή πάνω απ’ όλα τα έργα.[17]

             Αλλά τώρα με συνεγείρουν του Δία οι θεσμοί

             να εξυμνήσω τον εξαίρετο αγώνα της Ολυμπίας,

             που δίπλα στον αρχαίο τάφο του Πέλοπα

             με τους έξη δίδυμους βωμούς [18]θεμελίωσε ο Ηρακλής,

             μετά αφού σκότωσε το γιο του Ποσειδώνα,               

             τον άμωμο Κτέανο,

 

αντ.β΄   σκότωσε μαζί και τον Εύρυτο,[19] καθώς πήγαινε με τη βία

             να πάρει το μισθό του για τις υπηρεσίες του από τον Αυγεία, 

             που άδικα του αρνιόταν, και στο δρόμο του  

             κοντά στις Κλεωνές τους έστησε ενέδρα

             και τους εξολόθρευσε, γιατί κι αυτοί

             παλιότερα το δικό του Τυρίνθιο στρατό αφάνισαν

             όταν αναπαυόταν στην πεδιάδα της Ήλιδας,

 

επ.β΄     οι υπερφίαλοι γιοί της Μολιόνης.[20] Αλλά και ο άφιλος

             απατεώνας βασιλιάς των Επειών,[21] δεν πέρασε πολύς καιρός,

             που είδε την πλούσια πατρίδα του και την πόλι του

             από ανελέητες φλόγες πανίσχυρης φωτιάς κι άγρια χτυπήματα σιδήρου

             σε βαθύ λάκκο ολέθρου να καταποντίζονται.

             Είναι πολύ δύσκολο να γλυτώσεις

             από το μίσος της επίθεσης των δυνατότερων.

             Και εκείνος, ο Αυγείας, από την απερισκεψία του, στο τέλος,

             με καταστραμμένη την πόλη του δεν ξέφυγε,

             αντιστεκόμενος, τον γρήγορο θάνατο.

                         

στρ.γ΄   Κι όταν στην Πίσα έφτασε ο γενναίος γιός του Δία

             μάζεψε όλο το στρατό κι όλα τα λάφυρα

             και χωρομέτρησε το πανίερο άλσος για τον μέγιστο πατέρα του.

             Κι έπειτα περιφράζοντας την Αλτι ξεχώρισε περίβλεπτο μέρος,

             και σε κύκλο το πεδίο ορίζει για τα συμπόσια του δείπνου των                                                  

             φιλοξενούμενων,

             τον Αλφειό ποταμό τιμώντας,

 

αντ. γ΄  μαζί με τους δώδεκα βασιλείς θεούς.[22] Και τον λόφο

            Κρόνιο ονόμασε. Από τον καιρό που βασίλευε ο Οινόμαος

            όνομα δεν είχε και πυκνό χιόνι, ανώνυμο, τον σκέπαζε.

            Στην πρωτόγενη εκείνη τελετή

            παραστάθηκαν οι Μοίρες κι αυτός που μόνος

            στη ροή του την πραγματική αλήθεια μπορεί να ελέγξει αποκαλύπτοντας,

 

επ.γ΄    ο Χρόνος.[23] Αυτός κυλώντας με σαφήνεια φανέρωσε

            πως ο Ηρακλής τα άριστα λάφυρα του πολέμου μοίρασε

            και πως την πεντάχρονη γιορτή όρισε, θυσιάζοντας,

            την πρώτη Ολυμπιάδα και θέσπισε τα νικηφόρα αθλήματα.

            Αλλά ποιός πήρε τότε

            το πρώτο στεφάνι

            νικώντας στα χέρια, στα πόδια και στα τέθριππα άρματα,

            κάνοντας έργο την ευχή για αγώνιο δόξα;[24]

 

στρ.δ΄  Στο δρόμο του σταδίου αρίστευσε τρέχονας ίσια

            μ’ ακούραστα πόδια ο Οιωνός, γιός του Λικύμνιου.

            Έφτασε από την πατρίδα του, την Μιδέα, με κόσμο πολύ.

            Στην πάλη ήρθε πρώτος ο Έχαμος, δοξάζοντας την Τεγέα, την πόλι του.

            Στην πυγμαχία κατάφερε και κέρδισε ο Δόρυκλος,

            πολίτης της Τίρυνθας.

            Και στο δρόμο των τέθριππων αρμάτων

 

αντ.δ΄  τους ξεπέρασε όλους ο Σάμος απ’ την Μαντίνεια, ο γιός του Αλιρόθεου.

            Ο Φράστωρ απόλυτα πέτυχε το στόχο στο ακόντιο

            κι ο Νικεύς κυκλώνοντας στο στιβαρό του χέρι το δίσκο

            τον τίναξε απ’ όλους τόσο πιο μακριά,

            που οι φίλοι του ξέσπασαν σε δυνατές κραυγές χαράς.

            Και καθώς έπεφτε το βράδυ άναψε ψηλά

            το αγαπημένο φως της εράσμιας σελήνης.[25]

 

επ.δ΄    Κι αντιλαλούσε όλος ο ιερός τόπος ως πέρα από τα τερπνά τραγούδια

            και τις χαρές των νικητήριων συμποσίων.

            Ακολουθώντας και εμείς την παλιά αρχή

            και τώρα  για την υπέροχη Ολυμπιακή νίκη ας κελαηδήσουμε

            τη βροντή και το πυρφόρο βέλος

            του βαρύχτυπου Δία, τον φλεγόμενο κεραυνό,

            που την ισχύ του κόσμου συγκροτεί.

            Και στον ήχο του αυλού σ’ αρμονία θ’ απαντήσει η λεπτή μουσική                         

            των ασμάτων                                  

 

στρ.ε΄  που, αν κι αργά, φανερώθηκαν στην ένδοξη Δίρκη.[26]

            Αλλά θα σου είναι, όπως  όταν γυναίκα φέρνει πολυπόθητο παιδί

            σε πατέρα πούχει περάσει η νιότη του

            κι απρόσμενη χαρά θερμαίνει πιο πολύ το νου του.

            Γιατί τρομερό είναι πράγματι για όποιον πεθαίνει να βλέπει

            να πηγαίνει ο πλούτος του σε ξένα χέρια.

 

αντ.ε΄  Έτσι κι όποιος δεν έχει για τα μεγάλα του έργα, τον έπαινο των ύμνων,

            Αγησίδαμε, όταν κατέβη στον Άδη θα νοιώσει[27]                                    

            πώς δούλεψε σκληρά στο κενό

            για βραχύβια ευχαρίστηση.

            Όμως εσένα  μελίφωνη λύρα  και γλυκύς αυλός

            σε τυλίγουν με χάρι. Οι Πιερίδες κόρες του Δία[28]

            τρέφουν τη μεγάλη σου δόξα.

 

επ.ε΄    Κι εγώ ερχόμενος πρόθυμος βοηθός μαζί τους, αγκαλιάζω με τιμές

            το ένδοξο έθνος των Λοκρών, ποτίζοντας με μέλι

            τη γενναιόφρονα πόλι τους.

            Τον ποθητό γιό του Αρχεστράτου εξύμνησα,

            που τον είδα τότε να παίρνει τη νίκη με τη δύναμη των χεριών του,

            δίπλα στον Ολύμπιο βωμό,

            πανέμορφο στην όψη και στην ώρα εκείνη της ολάνθιστης νιότης του,

            που και τον Γανυμήδη, άλλοτε, με τη βοήθεια της Κυπρογένειας,[29]

            έσωσε από τον αναιδή θάνατο.

 



[1] Σύμφωνα με τον πάπυρο του Οξυρύγχου 222. Τα Σχόλια αναφέρουν ως πιθανή χρονολογία και την 74η Ολυμπιάδα, δηλαδή το 484 π.χ.

[2] Ο Πίνδαρος δεν υιοθετεί εδώ την παράδοση του Ιδαίου Ηρακλή και των Κουρήτων, την οποία  πίστευαν στην Ήλιδα, (Παυσανίας ΥΙΙΙ 7, 6, Διόδωρος Σικελιώτης ΙΙΙ 74, 4 και Υ 64, 6). Προφανώς θεωρεί πιο σωστή αυτή, που αναφέρει. Η παραλλαγή, η συμπλήρωση ή η διαφοροποίηση των μύθων, άλλωστε, ήταν μέσα στην παράδοση της ελευθερίας του ελληνικού πνεύματος, καθώς δεν υπήρχαν ιερά κείμενα, που να κατέχουν την απόλυτη αλήθεια. 

[3] Ο Αυγείας αρνιόταν να δώσει την αμοιβή στον Ηρακλή για τον άθλο του, τού καθαρισμού των στάβλων του από τους κόπρους, και τον οποίο πέτυχε ο Ηρακλής με την ευφυΐα του, κι όχι με την σωματική του ρώμη, αλλάζοντας τον ρου του Αλφειού ποταμού, χρησιμοποιώντας, δηλαδή, τις φυσικές δυνάμεις. Ο συμβολισμός είναι πολύπλευρος και φτάνει μέχρι τον νικητή των αγώνων για τον οποίο η ρώμη είναι απαραίτητη, αλλά η ευφυΐα είναι εκείνη, που εν τέλει του χαρίζει τη νίκη.

[4] Πρόκειται για μια άκρως συντηρητική άποψη, που επιτίθεται στην γραφή, γιατί θα ατονήσει τη μνήμη. Αυτό είναι το βασικό επιχείρημα του Φαραώ Θαμούντα προς τον Θεύθ, που του παρουσιάζει το μεγάλο εφεύρημα της γραφής. Πλάτωνος Φαίδρος, 274e, 275a. Ο Σωκράτης του διαλόγου, θα πει κάτι περισσότερο απίστευτο. Τα γραμμένα λόγια, αν τα ρωτήσεις για κάτι απ’ αυτά, που λένε, δεν θα μπορέσουν να σ’ απαντήσουν. Η σοφιστική είναι παρούσα και διαπρέπει. Κι αυτά γράφονται έναν αιώνα περίπου μετά τον Πίνδαρο. Και μόνο η αμφισβήτηση της γραφής από τον Πλάτωνα και η καταξίωσή της από τον Πίνδαρο, δείχνει την διαφορά ανάμεσα στην όλο ρωμαλεότητα και δύναμη του μεσοδιαστήματος της μετάβασης από την αρχαική στην κλασσική περίοδο. 

[5] Στην πραγματικότητα η αλήθεια είναι ότι ο Πίνδαρος έχοντας να γράψει εκείνη την περίοδο τους μεγάλους ύμνους  για τον Ιέρωνα και τον Θήρωνα, δεν πρόλαβε να γράψει και για τον Αγησίδαμο.

[6] Οι πολιτειακές ουτοπίες του Πλάτωνα έχουν πάντα στόχο να εμποδίσουν με κάθε τρόπο την ανάπτυξη  της οικονομίας, την οποία θεωρούσε υπαίτιο της καταστροφής των ηθών. Το ελληνικό πνεύμα χωράει και την μία και την άλλη αντίληψη, γενναίο στην ανακάλυψη της αλήθειας. Οι απόψεις αυτές επανήλθαν  κατά τον 20ο αιώνα με δύναμη, και υπάρχουν και σήμερα.

[7] Αθήναιος xiv και Πλούταρχος, στο περί Μουσικής 9,10.

[8] Η αφήγηση δεν συμπίπτει με τα ιστορικά γεγονότα, καθώς ξέρουμε ότι στην αρχή το μοναδικό αγώνισμα ήταν το στάδιο. Αλλά αυτό δεν έχει σημασία για την ποιητική μυθοπλαστική αλήθεια του ποιητή. Το πιθανότερο είναι να ακολούθησε κάποια μεταγενέστερη παράδοση.

[9] Τα Σχόλια αναφέρονται εν εκτάσει σε λογικοψυχολογικές ερμηνείες. Η μεταφορά από τις Δέλτους, υποδηλώνει τη σημασία της γραφής στον ελληνικό κόσμο του 5ου αιώνα.

[10] Οι μεταφορικές έννοιες της στροφής α΄ και της αντιστροφής α΄ προέρχονται από την οικονομία. Χρέος, εξόφληση, τόκος,  αποπληρωμή, που παραπέμπουν στην έντονη εμποροναυτική οικονομική ζωή των ελληνικών αποικιών στη Δύση.

[11] Ο τόκος δεν είναι κατά τη γνώμη μου ο επόμενος μικρός Ολυμπιόνικος ύμνος, ο 11ος , αλλά ο παρών ύμνος με την μεγάλη του έκταση και το μεγαλείο του. Ο μικρός 11ος γράφτηκε αμέσως σχεδόν μετά την νίκη με την υπόσχεση, ότι θα γραφεί ένας μεγαλύτερος.

[12] Επιζεφύριοι Λοκροί, πόλις των δυτικών Λοκρών στην Βρουτία της Κάτω Ιταλίας, κοντά στο Ζεφύριο Ακρωτήριο, όπου ο Ζάλευκος επέβαλε τους γνωστούς γραπτούς και αυστηρούς του νόμους, ιδρυθείσα κατά τον 7ο αιώνα.

[13] Για τις μουσικές επιδόσεις των Λοκρών αναφέρονται τα Σχόλια, αλλά και ο Αθήναιος (xiv 625) και ο Πλούταρχος στο περί Μουσικής, 9, 10. Οι πληροφορίες τους επιμένουν για κάποιον Ξενόκριτο, που ανακάλυψε ένα νέο είδος μουσικής αρμονίας.

[14] Ο Κύκνος, γιός του Άρη, κοντά στις Παγασές της Θεσσαλίας σκότωνε τους διερχόμενους διαβάτες. Τον νίκησε ο Ηρακλής.  Η αναφορά ότι ο Ηρακλής έκανε λίγο πίσω στη μάχη μαζί του παραπέμπει σε κάποια αδυναμία κατά τον αγώνα του Αγησίδαμου, που την ξεπέρασε χάρη στην ενθάρρυνση του αλείπτη του, τον προπονητή του, του Ίλα. Το επεισόδιο του Ηρακλή με τον Κύκνο κατά τα Σχόλια έχει βάση κάποιο ποίημα του Στησίχορου.

[15] Ο προπονητής του Αγησίδαμου.

[16] Συνηθισμένη αναφορά στην στήριξη του Πάτροκλου από τον Αχιλλέα. Εν προκειμένω  ο Πίνδαρος έχει υπόψη του κάποιο χαμένο επεισόδιο από την παράδοση των κύκλων.

[17] Στους τέσσερες τελευταίους στίχους ο Πίνδαρος αναφέρεται στις προυποθέσεις για την νίκη. Χρησιμοποιεί την εικόνα του τροχίσματος για να υποδηλώσει τη σημασία, πέρα από τις φυσικές δυνατότητες, της μάθησης, του μόχθου της προπόνησης, και φυσικά την θεϊκή βοήθεια.

[18] Για τους έξη δίδυμους βωμούς της Ολυμπίας δες υποσημείωση στον Ο.5.5

[19] Κτέανος και Εύρυτος, γιοι του Ποσειδώνα, που είχαν συμμαχήσει με τον Αυγεία.

[20] Η Μολιόνη ήταν γυναίκα του Άκτωρα και μητέρα τους.

[21] Επειοί ήταν το αρχαίο όνομα των κατοίκων της Ηλιδας. Βασιλιάς τους ο Αυγείας, που δεν ήθελε να δώσει στον Ηρακλή την αμοιβή του για τον καθαρισμό των στάβλων του. Ο Ηρακλής τους καθάρισε με ένα εύρημα. Άλλαξε την πορεία της κοίτης του Αλφειού ποταμού.

[22] Αναφορά και πάλι στους έξη δίδυμους βωμούς, δίδυμους γιατί ο καθένας ήταν αφιερωμένος σε δύο θεούς, συνολικά σε δώδεκα, αλλά δεν συμπίπτουν με το δωδεκάθεο του Ολύμπου.

[23] Ο Χρόνος κάνει εδώ και πάλι επιβλητική την παρουσία του, μαρτυρώντας όσα έγιναν, ο μόνος, που μπορεί να αποκαλύψει την αλήθεια.

[24] Ακολουθούν τα ονόματα των πρώτων νικητών, κατά την παράδοση, που ακολουθεί ο Πίνδαρος.

[25] Οι Ολυμπιακοί Αγώνες γίνονταν πάντα στην πανσέληνο του Αυγούστου.

[26] Πηγή της Θήβας, πατρίδας του ποιητή. Απ’ αυτήν τον ονόμασαν και Διρκαίο Κύκνο. Θέλει να πεί ότι, παρά την καθυστέρηση της σύνθεσης του ύμνου, αυτός είναι μεγάλος και υψηλός, αντάξιός του.

[27] Η υστεροφημία στον παρόντα υπαρκτό κόσμο ήταν το μεγάλο αίτημα του Έλληνα. Θέλει να αφήσει το ίχνος του στον κόσμο, γιατί γνωρίζει, ότι εκεί που πάει μετά τον θάνατο είναι το απόλυτο σκοτάδι. Σ΄αυτήν την επιδίωξη στηρίζει ένα μεγάλο μέρος της σημασία των ύμνων ο Πϊνδαρος και δεν χάνει την ευκαιρία να το λέει.

[28] Οι Μούσες, φυσικά.

[29] Η Αφροδίτη. 

      αριθμός επισκεπτών