Φώτης Ι. Μήτσης
Ένας πρύτανης αναθυμάται και γράφει
Αναδημοσίευση από Εφημερίδα των Συντακτών
Συντάκτης: Του Θανάση Κάπου
Πρύτανης Πανεπιστημίου Αθηνών
(1979–1980)
Αντάρτης του ΕΛΑΣ Μουργκάνα 1943
Το βιβλίο «Ανθολόγιο από τον απόηχο μιας ζωής»
που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Επιστημονικές Εκδόσεις Παρισιάνου με
συγγραφέα τον Φώτη Μήτση επαναφέρει στη μνήμη των μεγαλύτερων σε ηλικία
τον μεταπολιτευτικό πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Πρόθεσή μου δεν είναι η άσκηση κριτικής στο
βιβλίο, αλλά μία προσπάθεια σκιαγράφησης της προσωπικότητάς του μέσα από
το έργο και τη γενικότερη προσφορά του.
Ο Φώτης Μήτσης είναι ο άνθρωπος που κατάφερε με
μοναδικό και για πολλούς ανεξήγητο τρόπο να πείσει τον σκυθρωπό και
συνήθως αμετάπειστο στις πολιτικές του επιλογές Κωνσταντίνο Καραμανλή,
πρωθυπουργό τότε, να πάρει μία πολιτικά δύσκολη απόφαση.
Πρόκειται για την αναστολή στα Πανεπιστήμια του
Νόμου 815/78 που είχε προκαλέσει αναταραχή. Οι φοιτητές και μία
κατηγορία προοδευτικών πανεπιστημιακών δασκάλων είχαν αρνηθεί να τον
εφαρμόσουν και τα Πανεπιστήμια ήταν καζάνι που έβραζε.
Η διαφαινόμενη έκρηξη θα οδηγούσε είτε σε
κατάρρευση της ανώτατης παιδείας είτε σε κατάπνιξη της φοιτητικής
εξέγερσης με απρόβλεπτες συνέπειες.
Στη φάση αυτή ο Φώτης Μήτσης από τη θέση του
πρύτανη είχε πείσει τη Σύγκλητο, που με την τότε σύνθεσή της δεν ήταν
εύκολο, να ζητήσει από την πολιτεία την αναστολή του Νόμου 815/78, ώστε
στη συνέχεια να ακολουθήσει σύσκεψη των πρυτάνεων με την πολιτική
ηγεσία.
Είχε προηγηθεί πολύωρη προσωπική ακρόαση και
συζήτηση του Φώτη Μήτση με τον πρωθυπουργό και ως εκ θαύματος η πολιτική
ηγεσία διά στόματος Κων. Καραμανλή έκανε στροφή 180 μοιρών.
Ανέστειλε την εφαρμογή του Νόμου και ανέθεσε σε
επιτροπή πρυτάνεων, με πρόεδρο τον Φώτη Μήτση, την εκ νέου μελέτη των
πανεπιστημιακών πραγμάτων από τους φυσικούς τους φορείς και την υποβολή
πορίσματος.
Το γεγονός μνημονεύεται γιατί από έγκυρους
νομικούς είχε ειπωθεί πως ο πρωθυπουργός σε ένα ευνομούμενο κράτος δεν
μπορεί να καταργεί νόμους. Τη δυνατότητα αυτή από το Σύνταγμα έχει μόνο
η Βουλή.
Πώς κατάφερε όμως ο Φώτης Μήτσης να πείσει τον
Κωνσταντίνο Καραμανλή να πάρει μία «επαναστατική» απόφαση; Ο καθηγητής
Νομικής, μετέπειτα πρύτανης και σήμερα ακαδημαϊκός Mιχάλης Σταθόπουλος
δίνει τη δική του ερμηνεία: «Ο Φώτης Μήτσης με την ακτινοβολία που
εκπέμπει ως προσωπικότητα και αυξάνει την πειθώ που ασκεί, είναι από
τους ανθρώπους που όταν αναλαμβάνουν υψηλά καθήκοντα μπορούν και
αίρονται υπεράνω οποιωνδήποτε συμφερόντων. Γνωρίζουμε ότι τα
Πανεπιστήμια δεν είναι παρά η έκφραση του γενικότερου κοινωνικού
περίγυρου και γνωρίζουμε ότι η κοινωνία μετεμφυλιακά είχε μία
μονομέρεια.
Υπήρχε ένα κράτος εθνικοφροσύνης με την τότε
έννοια από το οποίο είχε υποφέρει αρκετά. Με βάση το κριτήριο αυτό είχε
δημιουργηθεί μία άρχουσα τάξη, παντού αλλά και στα Πανεπιστήμια. Η
ανάδειξη του Φώτη Μήτση στο αξίωμα του πρύτανη έδειχνε το άλλο πρόσωπο
των Πανεπιστημίων, φέρνοντας στην Πρυτανεία και την προϊστορία, αφού ώς
τότε κανένας εκπρόσωπός της δεν είχε ανέλθει στο αξίωμα αυτό».
Από την άποψη αυτή ο Φώτης Μήτσης επωμιζόταν το
μεγάλο ακαδημαϊκό καθήκον να δώσει το στίγμα της δικής του
αποδεκατισμένης γενιάς διαμορφώνοντας έναν πανεπιστημιακό κόσμο
διαφορετικό από εκείνον που παραλάμβανε.
Μόνο έτσι θα μπορούσε να έλθει στο ύψος που τον
είχαν τοποθετήσει και οι προσδοκίες μίας άλλης γενιάς φοιτητών. Μίας
γενιάς φορτισμένης από την καταπίεση της δικτατορίας και αηδιασμένης από
την αφωνία μίας μερίδας προσκυνημένων πανεπιστημιακών δασκάλων.
Αλλά ποια ήταν η «προϊστορία» του Φώτη Μήτση και
πώς διαμορφώθηκε η μετέπειτα ιστορία του; Αν είναι αλήθεια πως μία
φωτογραφία αξίζει όσο χίλιες λέξεις, τότε δύο οριοθετούν μία διαδρομή.
Η πρώτη (Μουργκάνα 1943) αφετηρία της διαδρομής
ανταρτόπουλο με τη φλόγα της νιότης στο πρόσωπο και το δίκοχο στο κεφάλι
κοσμεί τα εκθέματα του Μουσείου της Εθνικής Αντίστασης στους Κορυσχάδες
και η δεύτερη (Αθήνα 1979) με τη σοφία της ωριμότητας και το πρυτανικό
διάδημα να αντικαθιστά το αντάρτικο δίκοχο στην αίθουσα της Συγκλήτου.
Από το βιογραφικό που ο ίδιος παραθέτει στο
Ανθολόγιο αντιγράφουμε: «Το 1943-44 έλαβα μέρος στην Εθνική ΕΑΜική
(ΕΛΑΣ-ΕΠΟΝ) αντίσταση κατά των Ιταλο-Γερμανών κατακτητών και των
Αλβανοτσάμηδων συνεργατών τους. Τραυματίστηκα από εχθρικό ναζιστικό
βόλι. Τιμήθηκα με μετάλλιο και δίπλωμα εξαίρετων πράξεων».
Το τελευταίο αναφέρεται στην αναγνώριση της
Εθνικής Αντίστασης από τον Ανδρέα Παπανδρέου. Μέχρι τότε από το κράτος
είχε «παρασημοφορηθεί» μόνο με πιστοποιητικό «εθνικοφροσύνης», εμπόδιο
στην εξέλιξή του και τη δικτατορία να απορρίπτει την εκλογή του σε
καθηγητή Οδοντιατρικής.
Παρ' όλα αυτά ανήλθε όλες τις ακαδημαϊκές
βαθμίδες, υπηρέτησε σε πολλές θέσεις θεσμικής ευθύνης με αποκορύφωμα την
Πρυτανεία, αποφεύγοντας έντεχνα να πολιτευτεί παρά τις προτάσεις που
κατά καιρούς του είχαν γίνει.
Στο διάστημα της θητείας του -για να επανέλθουμε
στην Επιτροπή Πρυτάνεων- το πόρισμά της δεν έφτασε στη Βουλή και δεν
έγινε νόμος του κράτους, όχι τόσο γιατί είχε αλλάξει το πολιτικό σκηνικό
όσο γιατί μερίδα καθηγητών είχαν αντιδράσει σε αυτό και έκαναν ό,τι
περνούσε απ' το χέρι τους για να το τορπιλίσουν.
Θα κατανοήσουμε καλύτερα το νόημα αντίδρασής τους
αν ανατρέξουμε στα δημοσιεύματα της εποχής. Η «Καθημερινή» (10.10.80) σε
κύριο άρθρο της είχε γράψει: «Μεγάλη ανησυχία προέρχεται από το σώμα
τακτικών καθηγητών. Όπως σε κάθε σημαντικό έργο χρειάζεται “ανάλωση και
θυσία” ενός πρωτομάστορα όπως θα έλεγε και ο Καζαντζάκης. Εν προκειμένω
του προέδρου της Επιτροπής Πρυτάνεων Φώτη Μήτση, τον οποίο κατηγορεί ένα
μέρος συναδέλφων του ως “μειοδότη” του καθηγητικού σώματος.
Οι καθηγητές της Επιτροπής Πρυτάνεων προτίμησαν
να διαψεύσουν παρά να επαληθεύσουν το ιστορικό μαρξιστικό αξίωμα σύμφωνα
με το οποίο τα προνόμια δεν εγκαταλείπονται από τους κατόχους τους, αλλά
καταλύονται από τους στερημένους. Οι τακτικοί καθηγητές είχαν σήμερα μία
ιστορική ευκαιρία να αποδείξουν πως είναι πραγματικοί δάσκαλοι με το
μέρος της προόδου και όχι με το μέρος των εχθρών της».
Αλλά απέδειξαν το αντίθετο. Ο Αθανάσιος
Ταλιαδούρος, υπουργός τότε Παιδείας, στο βιβλίο του «Μεταρρύθμιση της
Ανώτατης Παιδείας» σημειώνει: «Ένας αριθμός καθηγητών παρά τις μεταξύ
τους διαφορές ενώθηκαν σε ένα μόνο “ιερό” σημείο: Στον τορπιλισμό κάθε
μεταρρυθμιστικής προσπάθειας και εκσυγχρονισμού της ανώτατης παιδείας,
γιατί ποτέ δεν είχαν πιστέψει πως τα Πανεπιστήμια ήταν για τους φοιτητές
και όχι για τους καθηγητές».
Εκείνο όμως που αγγίζει τα όρια τραγικής
ειρωνείας είναι ότι η σφοδρότερη πολεμική είχε εξαπολυθεί από τη Σχολή
που προερχόταν ο πρόεδρος της Επιτροπής.
Απαρατήρητη δεν πρέπει να περάσει, τέλος, η
μαρτυρία του Φώτη Μήτση για τους φοιτητές εκείνους που είχαν αντιταχθεί
στη χούντα και από πολλές πλευρές είχαν απαξιωθεί.
Από το τελευταίο του βιβλίο αντιγράφουμε: «Μέσα
σε ένα κλίμα ανώμαλης ανάπτυξης και χωρίς καμία αξιοκρατία, οι
ευνοούμενοι της δικτατορίας, οι καιροσκόποι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι που
φανερά και κρυφά ανεβοκατέβαιναν τα σκαλοπάτια της Ασφάλειας, εύρισκαν
ευκολότερα στέγη διορισμού και αναρρίχησης. Οι φοιτητές συλλαμβάνονταν
και οδηγούνταν στην Ασφάλεια… Μετά τα γεγονότα του Πολυτεχνείου δεν
είχαν κανένα κίνητρο και καμία ενθάρρυνση για να επιδοθούν στην
επιστήμη.
Η δυναμικότητα, ο ενθουσιασμός και η
δραστηριότητά τους στράφηκαν σε άλλου είδους αγώνες για εκδημοκρατισμό
και ελευθερίες. Στην Οδοντιατρική Σχολή είχε αναπτυχθεί ένα ισχυρό
φοιτητικό κίνημα που σε ένα μεγάλο μέρος του περιελάμβανε φοιτητές με
προοδευτικές ιδέες και γερά μυαλά που θα μπορούσαν αν είχαν ασχοληθεί με
την επιστήμη να την επανδρώσουν επάξια».
Δεν αναφέρεται σε ονόματα, είναι όμως γνωστό ότι
στην Οδοντιατρική σπούδασαν και κατά συνέπεια υπήρξαν μαθητές του πολλά
ονόματα της δημόσιας ζωής που έστρεψαν τη δραστηριότητά τους σε αγώνες
εκδημοκρατισμού.
Ανάμεσα σε αυτά, ο Κώστας Λαλιώτης, ο Δημήτρης
Ρέππας, ο Στέφανος Μανίκας, ο Γιάννης Κοροβέσης, ο Μιχάλης Σαμπατακάκης,
ο Παντελής Μπουκάλας, ο Νίκος Ξυδάκης κ.ά.
Σε μέρες που από πολλούς και από πολλές πλευρές
μεθοδεύεται η αναψηλάφηση της Ιστορίας με δόλιο στόχο την αποδόμηση
προσώπων που συνέβαλαν στη διαμόρφωσή της, χρήσιμο είναι να γράφονται
βιβλία σαν το «Aνθολόγιο» του Φώτη Μήτση που στο «ψηφιδωτό» της
γενικότερης Ιστορίας, προσθέτουν στην «ψηφίδα» του χώρου τους.
επιστροφή
στην αρχική σελίδα
του Φώτη Μήτση