ΔΩΔΩΝΑΙΟΣ
ΛΟΓΟΣ 2012
Ομιλία:
Ιωάννης N. Περυσινάκης, Κλασσικός Φιλόλογος, Καθηγητής Πανεπιστημίου
Ιωαννίνων
ΔΩΔΩΝΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ
ΠΙΝΔΑΡΟΥ, ΕΙΣ ΔΙΑ ΔΩΔΩΝΑΙΟΝ
(ΠΑΙΑΝ)
Στον παιάνα εἰς Δία
δωδωναῖον, όπως τον έχουμε σήμερα, ανήκουν και άλλα αποσπάσματα.
Παραλείποντας όλα τα θέματα που εγείρουν τα υπόλοιπα αποσπάσματα του
παιάνα θα ασχοληθούμε σήμερα με την ερμηνεία του σπουδαιότερου από αυτά:
Δωδωναῖε μεγασθενές
ἀριστότεχνα πάτερ (απ. 57 M)
(Ὦ Δωδωναίε μεγαλοδύναμε, πατέρα αριστοτέχνη) (μετάφραση Π. Λεκατσά)
Τους στίχους διασώζει ο Δίων ο Χρυσόστομος και ο
Πλούταρχος. Ο Δίων στον λόγο του
Ὀλυμπικὸς ἢ περὶ τῆς πρώτης
τοῦ θεοῦ ἐννοίας (or. 12.81κ.ε.), και ο Πλούταρχος στην πραγματεία του
περὶ τῶν ὑπὸ τοῦ θείου βραδέως
τιμωρουμένων (Ἠθ. 550a). Ο Πλούταρχος αναφέρεται επίσης στους στίχους αυτούς του
Πινδάρου σε δύο άλλες πραγματείες του στα
Ἠθικά: στα Πολιτικὰ
παραγγέλματα (807c) και στην Περὶ τῶν
κοινῶν ἐννοιῶν πρὸς τοὺς Στωϊκούς (1065f). Τοὺς στίχους αναφέρει επίσης ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς στο
έργο του Στρωματεῖς (V 14.102.2, σ. 395
Stählin). Θα παρακολουθήσουμε την πρόσληψη του παιάνα ως την
δεύτερη σοφιστική και την χριστιανική γραμματεία, και θα προσφέρουμε μία
ερμηνεία του.
«Ο παιάνας είναι είδος ωδής που μεταγενέστερα γράφεται για
όλους τους θεούς, παλιά όμως αποδιδόταν στον Απόλλωνα και την Άρτεμη
ἐπὶ καταπαύσει λοιμῶν καὶ νόσων
ᾀδόμενος», σύμφωνα με τον Πρόκλο.
Ο παιάν οφείλει μάλλον το
όνομά του στην φράση ἰὴ παιάν,
που επαναλαμβανόταν ως επωδός ή επίκληση του θεού της ιατρικής
Παιὰν ή
Παιήων, που ταυτίστηκε με τον
Απόλλωνα. Η πρώιμη μορφή του, επομένως, συνδεόταν με τη λατρεία του
Απόλλωνα θεραπευτή.[1]
Σύμφωνα με τον Δίωνα οι θνητοί δεν διαθέτουν τα εργαλεία
να κατασκευάσουν, να κάνουν, τον αέρα, το πυρ, την
ἄφθονη πηγή του ύδατος· μπορούν να εργαστούν μόνο στη σταθερή ουσία
που εμπεριέχεται σε όλα αυτά τα στοιχεία. Αλλά το να διακρίνει κάποιος
όλα τα είδη της ύλης και να τα συμπλέξει ώστε να κρατούνται ενωμένα και
να δημιουργήσει όλα τα είδη των ζώων και των φυτών, αυτό είναι κάτι που
είναι αδύνατον ακόμη και για τους θεούς όλους, εκτός από έναν μόνο θεό
τον οποίο ο ποιητής προσαγόρευσε
Δωδωναῖε μεγασθενές ἀριστοτέχνα πάτερ. Αυτός είναι ο
πρῶτος καὶ τελειότατος δημιουργός,
ο οποίος έχει ως χορηγό της τέχνης του
τὴν πᾶσαν τοῦ παντὸς ὕλην.
Στην πραγματεία του Πλουτάρχου
περὶ τῶν ὑπὸ τοῦ θείου βραδέως τιμωρουμένων (Ἠθ. 550a): Ο θεός, επειδή γνωρίζει άριστα τον κατάλληλο καιρό για
τη θεραπεία της κακίας, προσφέρει την τιμωρία ως φάρμακο στον καθένα,
χωρίς να έχει για όλους τους ανθρώπους κοινό μέτρο και χρόνο. Ότι
πρόκειται για θεραπεία της ψυχής, συνεχίζει ο Πλούταρχος, που ονομάζεται
μάλιστα δίκη και δικαιοσύνη, και είναι η μεγαλύτερη από όλες τις τέχνες
(πασῶν ἐστι τεχνῶν μεγίστη),
εκτός από πολλούς άλλους, το μαρτυρεί και ο Πίνδαρος αποκαλώντας
ἀριστοτέχναν τον
ἄρχοντα καὶ κύριον ἁπάντων θεόν,
επειδή είναι δημιουργός της δίκης, στην οποία αρμόζει να ορίζει πότε και
πώς και πόσο καθένας από τους πονηρούς πρέπει να τιμωρηθεί. Αναφέρει
μερικές περιπτώσεις από τη λογοτεχνία και τους νόμους και καταλήγει ότι
είναι εύλογο να πούμε για τους θεούς ότι για κάποιον λόγο τιμωρούν
άλλους αργότερα και άλλους ενωρίτερα από εκείνους που διαπράττουν
σφάλματα.
Ότι η τιμωρία από τους θεούς αργά ή γρήγορα θα έλθει είναι κοινός τόπος
στην αρχαία ελληνική ηθική σκέψη· θα αναφέρω μόνο την παροιμία που
παραδίδει ο Σέξτος Εμπειρικός (την οποία υπαινίσσεται και ο Πλούταρχος
στην ίδια αυτή πραγματεία, 549d):
ὀψὲ θεῶν ἀλέουσι μύλοι, ἀλέουσι δὲ λεπτά (πρὸς
Μαθημ. 1.287 και 274).
Ο Πλούταρχος, όπως είπαμε, αναφέρει επίσης τον παιάνα στα
Πολιτικὰ παραγγέλματα (807c). Ο αρχιτέκτων επιλέγει βοηθούς και εργάτες οι οποίοι δεν
θα του καταστρέψουν το έργο, αλλά εκείνους που θα συνεργαστούν με τον
καλύτερο τρόπο, ενώ ο πολιτικός ο οποίος είναι σύμφωνα με τον Πίνδαρο
ἀριστοτέχνας, ο άριστος
τεχνίτης και δημιουργός της
εὐνομίας και της δίκης,
δεν επιλέγει αμέσως φίλους οι οποίοι έχουν όμοιες με αυτόν πεποιθήσεις
και θα τον βοηθήσουν και θα μοιραστούν τον ενθουσιασμό του για το καλό,
αλλά μάλλον εκείνους που προσπαθούν πάντοτε να τον εκτρέψουν άδικα και
με βίαια μέσα σε διάφορες άλλες ενέργειες. Ένας τέτοιος πολιτικός δεν
είναι καλύτερος από τον οικοδόμο ή τον τέκτονα ο οποίος από άγνοια και
εσφαλμένα χρησιμοποιεί γωνίες και κανόνες και στάθμες, με τις οποίες
είναι βέβαιος ότι πρόκειται να καταστρέψει το έργο του. Οι φίλοι είναι
τα ζωντανά και φρονούντα εργαλεία του πολιτικού, και δεν πρέπει να
ολισθαίνει μαζί τους όταν εκείνοι κάνουν κάποια παράβαση, αλλά πρέπει να
προσέχει ώστε να μην διαπράττουν σφάλμα ακόμη και από άγνοια.
Για τους Στωϊκούς αυτό που δείχνει κακό είναι έτσι μόνο
υπό μία στενή έννοια· σε μια ευρύτερη προοπτική τα άσχημα πράγματα στο
τέλος αποδεικνύονται μέρος του συνολικού ευεργετικού σχεδίου.
Αποκρούοντας την άποψη των Στωικών (: του Χρυσίππου) ότι η προέλευση της
κακίας οφείλεται στην πρόνοια του θεού, όπως η αστεία και χυδαία γλώσσα
της κωμωδίας οφείλεται στον σκοπό του ποιητή (H.
von
Arnim,
Stoicorum
veterum
fragmenta
ii, 1181 σ. 339, 31-36), ο Πλούταρχος στην τρίτη πραγματεία
του που απευθύνει στους Στωικούς (Περὶ
τῶν κοινῶν ἐννοιῶν πρὸς τοὺς Στωϊκούς) ισχυρίζεται ότι η άποψη αυτή
ξεπερνά το παράδοξο κάθε φαντασίας: γιατί οι θεοί απονέμουν μάλλον το
καλό παρά το κακό, η κακία είναι μισητή στους θεούς, και είναι βλασφημία
να λέγεται (: στην Νιόβη του
Αισχύλου) ότι «ο θεός εμβάλλει μία αιτία στους θνητούς όταν θέλει να
καταστρέψει ολοσχερώς έναν οίκο» (απ. 154a.15-16
R), όπως λέγει πρώτος ο Πλάτων στην
Πολιτεία (380a). Έπειτα, η αστεία και χυδαία γλώσσα κοσμεί την κωμωδία
και συνεργεί προς τον σκοπό της, που είναι το αστείο και το ευχάριστο
για τους θεατές της.
Αντίθετα, ο
πατρικὸς και ὕπατος καὶ
θεμίστιος Ζεύς, που ονομάζεται
ἀριστοτέχνας από τον Πίνδαρο,
συνεχίζει ο Πλούταρχος, δημιούργησε τον κόσμο, όχι ως ένα δράμα μεγάλο
και ποικίλο και πολυπαθές, αλλά ως πόλη κοινή για τους θεούς και τους
ανθρώπους που θα ζήσουν με τους ίδιους νόμους
μετὰ δίκης καὶ ἀρετῆς
ὁμολογουμένως· για την επίτευξη αυτού του καλλίστου και σεμνότατου
τέλους ο Ζευς δεν είχε καμία
ανάγκη από ληστές και φονιάδες και πατροκτόνους και τυράννους (που είναι
το περιεχόμενο του δράματος).
Τέλος, ο Κλήμης Αλεξανδρεύς παραλληλίζει την αντίληψη του
Δημοκρίτου για τον Δία ότι «για όλα μιλάει ο Δίας και όλα τα γνωρίζει,
τα δίνει και τα παίρνει πίσω και είναι βασιλιάς των πάντων» (Β 30
DK), με την μουσικότερη, όπως λέγει διατύπωση του Πινδάρου
ἓν ἀνδρῶν, ἓν θεῶν γένος,
«ανασαίνομε όμως και οι δύο από την ίδια μητέρα, την γη» (Ν. 6.1-2), δηλ. από την ὕλη,
και παραδίδει ότι ένας είναι ο δημιουργός αυτών, τον οποίο ονομάζει
ἀριστοτέχναν πατέρα, ο οποίος
παρέχει την προκοπή να γίνει κάποιος θεός σύμφωνα με την αξία. Ανάμεσα
στα άλλα χωρία που επικαλείται ο Κλήμης είναι ο
Τίμαιος (41a) όπου ο δημιουργός καλείται πατέρας.
Δύο είναι τα σημαντικά θέματα του αποσπάσματος: πρώτα
είναι ενδιαφέρον ότι ο Πίνδαρος χαρακτηρίζει τον Δία με όρους τέχνης,
ότι είναι ο άριστος στην τέχνη, και έπειτα ότι η παράδοση σχετίζει το
επίθετο αυτό του Διός (ἀριστοτέχνας)
με την ευνομία, την δίκη και την δικαιοσύνη. Ο Πίνδαρος σε άλλο
φημισμένο απόσπασμα ανακηρύσσει το νόμο ως τον πάντων βασιλέα (169a
M): «ο Νόμος, βασιλιάς των θνητών και των αθανάτων είναι
που τους οδηγεί και κάνει δίκαιο τον βιαιότατο με χέρια παντοδύναμα, ο
οποίος εποπτεύει όλες αυτές τις καταστάσεις». Ο Δίων και ο Πλούταρχος
γνωρίζουν προφανώς το περιεχόμενο του παιάνα, και αφενός χαρακτηρίζουν
τον Δία με ορολογία από την τέχνη, αφετέρου τον σχετίζουν ως δημιουργό
με την ευνομία, με την δίκη και την δικαιοσύνη. Ο χαρακηρισμός του Διός
από την τέχνη έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί πολύ πριν από τον Πλάτωνα ο
Πίνδαρος χρησιμοποιεί για τον θεό την τέχνη του δημιουργού, και έπειτα
γιατί η δικαιοσύνη ονομάζεται με την αναλογία από την τέχνη. Τέχνη δεν
σημαίνει καλές τέχνες, αλλά την τέχνη του δημιουργού, την εξειδικευμένη
γνώση του τεχνίτη. Δημιοεργός στον Όμηρο είναι εκείνος που παρέχει εξειδικευμένη
εργασία στους κατοίκους του δήμου (όχι με την μεταγενέστερη έννοια από
την αθηναϊκή δημοκρατία), αλλά στους κατοίκους μιας περιοχής, έναντι
αμοιβής σε είδος πρώτα, και έπειτα, μετά την επινόηση και κυκλοφορία του
νομίσματος, σε χρήμα. Είναι αυτός ο Δημιουργός στον
Τίμαιο, και είναι αυτός ο
Δημιουργός θεός έπειτα στην
χριστιανική θρησκεία.
Η αναλογία από την τέχνη είναι ουσιώδης, για να
κατανοήσουμε την ώριμη ηθική θεωρία του Πλάτωνα. Η πλατωνική θεωρία της
δικαιοσύνης, ειδικότερα, θεωρείται μέσω της αναλογίας από την τέχνη η
οποία αναπτύσσεται σε τρία επίπεδα. Στο πρώτο επίπεδο, ο Πλάτων
εκλεπτύνει την αναλογία μεταξύ τέχνης και
ἀρετῆς, αρχίζοντας στους
πρώϊμους διαλόγους με την τέχνη του
ἄρχειν και διακρίνοντας την τέχνη αυτή από την αναλογία μεταξύ
τέχνης και ἀρετῆς· στο επίπεδο
αυτό η αρετή είναι τέχνη του
ἄρχειν που ασκείται από τη λογική (πληρέστερη μορφή στον
Εὐθύδημο). Προκειμένου να παρουσιάσει την δικαιοσύνη ως τέχνη του
άρχειν, ο Πλάτων πρέπει να περιγράψει την ψυχή και τα μέρη της. Η
θεμελίωση της τάξης στα μέρη της ψυχής, με την καθοδήγηση της λογικής,
συνεπάγεται γνώση των ιδεών. Στο δεύτερο επίπεδο, ο Πλάτων αναπτύσσει
την τέχνη του ἄρχειν ως
μιμητική τέχνη στην οποία οι ιδέες χρησιμοποιούνται ως παραδείγματα για
την τέχνη του ἄρχειν του λογιστικού πάνω στην ψυχή. Στόχος της τέχνης του
ἄρχειν είναι να φέρει αρετή
στις ψυχές εκείνων για τους οποίους φροντίζει- τις ψυχές των άλλων
(πληρέστερη μορφή στον Γοργία).
Η ἀρετή ταυτίζεται με μία αρμονία και ισορροπία των μερών της ψυχής.
Και δικαιοσύνη στην ψυχή είναι να κάνει κάθε μέρος της ψυχής τη δική του
δουλειά και να περιορίζεται σε αυτή. Στο τρίτο επίπεδο οι ιδέες δεν
είναι μόνο αντικείμενο επιστημολογικής αναζήτησης, αλλά και αντικείμενα
μίμησης, όπως συμβαίνει με τα προϊόντα της τέχνης. Έτσι η τέχνη της
δικαιοσύνης εισέρχεται σε άλλο επίπεδο, και οι ιδέες, εκτός από
παραδείγματα για μίμηση, αποτελούν επίσης έμπνευση, εμπνέουν τη μίμηση·
είναι τα παραδείγμτα που παρακινούν κάποιον να γίνει ενάρετος. Ο
φιλόσοφος βασιλιάς μοιάζει με έναν ζωγράφο που κοιτάζει σε ένα μοντέλο (παράδειγμα)
όταν ζωγραφίζει μία εικόνα. Όπως ακριβώς ο ζωγράφος αναπαράγει τα
χαρακτηριστικά του μοντέλου, ο φιλόσοφος βασιλιάς αναπαράγει τα
χαρακτηριστικά των ιδεών που είναι τα παραδείγματά του:[2] «Αν λοιπόν κάποια ανάγκη υποχρεώσει τον φιλόσοφο τα θεϊκά
και κόσμια που βλέπει και μελετά να τα εφαρμόσει και στα ήθη των
ανθρώπων και να τα νομοθετήσει για τον ιδιωτικό και τον δημόσιο βίο
τους, και να μην περιοριστεί μόνο στου εαυτού του την μόρφωση, νομίζεις
πως θα γίνει κακός δημιουργός και δάσκαλος της σωφροσύνης και της
δικαιοσύνης και γενικά όλης της πολιτικής αρετής;». [Ασφαλώς απάντησε ο
Αδείμαντος]. Αλλά και ο περίφημος ορισμός της δικαιοσύνης,
ἕκαστος τὰ αὑτοῦ πράττειν,
βασίζεται στην προϋπόθεση ότι «ο καθένας με ένα μόνο από τα διάφορα
επαγγέλματα που είναι στην πόλη οφείλει να καταγίνεται, με εκείνο που θα
ήταν από τη φύση του πιο επιτήδειος να κάνει» (Πολ. 433ab, 433de, 434c, 435b, 443b, 441e). Οι τεχνίτες,
δημιοεργοί είναι αγαθοἰ
στην τέχνη τους και έχουν αρετή
στην τέχνη τους. Κάθε πράγμα, που του έχει ανατεθεί να εκτελεί μία
ορισμένη εργασία, και κάθε τέχνη, έχει μία
αρετή δική του,
οἰκεία ἀρετή (353b). Αρετή και
τέχνη ταυτίζονται.
Σε παράρτημα μπορεί να προσθέσουμε: Το πρώτο συστατικό
στοιχείο της ουσίας των όντων είναι, κατά τον Αριστοτέλη, η ύλη, το
δεύτερο η μορφή, το τρίτο η ενέργεια ή εντελέχεια: το χέρι του
καλλιτέχνη αποτελεί την κινούσα αιτία. Αν δεν υπήρχε και μία τέταρτη
αιτία, χωριστή από τις άλλες τρεις, δεν θα ήταν δυνατό να γίνει το
άγαλμα. Η αιτία αυτή είναι η ‘ιδέα’ που έχει ο καλλιτέχνης στον νου του.
Ο καλλιτέχνης επιδιώκει να φέρει στο φως την ιδέα, που προσδιορίζει τον
νου του. Αυτός είναι ο σκοπός. Υπάρχει επομένως και μία τέταρτη αιτία, ο σκοπός, το
οὗ ἕνεκα (ή όπως αλλιώς
λέγεται: το αἴτιον τοῦ καλῶς καὶ
ὀρθῶς, η αἰτία τοῦ εὖ).
Και ένα άλλο οὗ ἕνεκα στην
ιδανική πόλη είναι η δικαιοσύνη, για την οποία γίνεται όλη η εξέταση
στην Πολιτεία (430d).
Ο «δωδωναίος λόγος», επομένως, μπορεί να σεμνύνεται ότι
τιμά τον λόγο και τον τόπο για τον οποίο γράφτηκε ο παιάνας αυτός του
Πινδάρου που αντιλαμβάνεται τον Δία, εν μέσω έργων γλυπτικής και
ζωγραφικής, με τους όρους αυτούς της τέχνης και της δικαιοσύνης.
Δύο είναι τα σημαντικά θέματα του αποσπάσματος: πρώτα
είναι ενδιαφέρον ότι ο Πίνδαρος χαρακτηρίζει τον Δία με όρους τέχνης,
ότι είναι ο άριστος στην τέχνη, και έπειτα ότι η παράδοση σχετίζει το
επίθετο αυτό του Διός (ἀριστοτέχνας)
με την ευνομία, την δίκη και την δικαιοσύνη. Ο Πίνδαρος σε άλλο
φημισμένο απόσπασμα ανακηρύσσει το νόμο ως τον πάντων βασιλέα (169a
M): «ο Νόμος, βασιλιάς των θνητών και των αθανάτων είναι
που τους οδηγεί και κάνει δίκαιο τον βιαιότατο με χέρια παντοδύναμα, ο
οποίος εποπτεύει όλες αυτές τις καταστάσεις». Ο Δίων και ο Πλούταρχος
γνωρίζουν προφανώς το περιεχόμενο του παιάνα, και αφενός χαρακτηρίζουν
τον Δία με ορολογία από την τέχνη, αφετέρου τον σχετίζουν ως δημιουργό
με την ευνομία, με την δίκη και την δικαιοσύνη. Ο χαρακηρισμός του Διός
από την τέχνη έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί πολύ πριν από τον Πλάτωνα ο
Πίνδαρος χρησιμοποιεί για τον θεό την τέχνη του δημιουργού, και έπειτα
γιατί η δικαιοσύνη ονομάζεται με την αναλογία από την τέχνη. Τέχνη δεν
σημαίνει καλές τέχνες, αλλά την τέχνη του δημιουργού, την εξειδικευμένη
γνώση του τεχνίτη. Δημιοεργός στον Όμηρο είναι εκείνος που παρέχει εξειδικευμένη
εργασία στους κατοίκους του δήμου (όχι με την μεταγενέστερη έννοια από
την αθηναϊκή δημοκρατία), αλλά στους κατοίκους μιας περιοχής, έναντι
αμοιβής σε είδος πρώτα, και έπειτα, μετά την επινόηση και κυκλοφορία του
νομίσματος, σε χρήμα. Είναι αυτός ο Δημιουργός στον
Τίμαιο, και είναι αυτός ο
Δημιουργός θεός έπειτα στην
χριστιανική θρησκεία.
Η αναλογία από την τέχνη είναι ουσιώδης, για να
κατανοήσουμε την ώριμη ηθική θεωρία του Πλάτωνα. Η πλατωνική θεωρία της
δικαιοσύνης, ειδικότερα, θεωρείται μέσω της αναλογίας από την τέχνη η
οποία αναπτύσσεται σε τρία επίπεδα. Στο πρώτο επίπεδο, ο Πλάτων
εκλεπτύνει την αναλογία μεταξύ τέχνης και
ἀρετῆς, αρχίζοντας στους
πρώϊμους διαλόγους με την τέχνη του
ἄρχειν και διακρίνοντας την τέχνη αυτή από την αναλογία μεταξύ
τέχνης και ἀρετῆς· στο επίπεδο
αυτό η αρετή είναι τέχνη του
ἄρχειν που ασκείται από τη λογική (πληρέστερη μορφή στον
Εὐθύδημο). Προκειμένου να
παρουσιάσει την δικαιοσύνη ως τέχνη του άρχειν, ο Πλάτων πρέπει να
περιγράψει την ψυχή και τα μέρη της. Η θεμελίωση της τάξης στα μέρη της
ψυχής, με την καθοδήγηση της λογικής, συνεπάγεται γνώση των ιδεών. Στο
δεύτερο επίπεδο, ο Πλάτων αναπτύσσει την τέχνη του
ἄρχειν ως μιμητική τέχνη στην
οποία οι ιδέες χρησιμοποιούνται ως παραδείγματα για την τέχνη του
ἄρχειν του λογιστικού πάνω
στην ψυχή. Στόχος της τέχνης του
ἄρχειν είναι να φέρει αρετή στις ψυχές εκείνων για τους οποίους
φροντίζει- τις ψυχές των άλλων (πληρέστερη μορφή στον
Γοργία). Η
ἀρετή ταυτίζεται με μία
αρμονία και ισορροπία των μερών της ψυχής. Και δικαιοσύνη στην ψυχή
είναι να κάνει κάθε μέρος της ψυχής τη δική του δουλειά και να
περιορίζεται σε αυτή. Στο τρίτο επίπεδο οι ιδέες δεν είναι μόνο
αντικείμενο επιστημολογικής αναζήτησης, αλλά και αντικείμενα μίμησης,
όπως συμβαίνει με τα προϊόντα της τέχνης. Έτσι η τέχνη της δικαιοσύνης
εισέρχεται σε άλλο επίπεδο, και οι ιδέες, εκτός από παραδείγματα για
μίμηση, αποτελούν επίσης έμπνευση, εμπνέουν τη μίμηση· είναι τα
παραδείγμτα που παρακινούν κάποιον να γίνει ενάρετος. Ο φιλόσοφος
βασιλιάς μοιάζει με έναν ζωγράφο που κοιτάζει σε ένα μοντέλο (παράδειγμα) όταν ζωγραφίζει μία εικόνα. Όπως ακριβώς ο ζωγράφος
αναπαράγει τα χαρακτηριστικά του μοντέλου, ο φιλόσοφος βασιλιάς
αναπαράγει τα χαρακτηριστικά των ιδεών που είναι τα παραδείγματά του:2
«Αν λοιπόν κάποια ανάγκη υποχρεώσει τον φιλόσοφο τα θεϊκά και κόσμια που
βλέπει και μελετά να τα εφαρμόσει και στα ήθη των ανθρώπων και να τα
νομοθετήσει για τον ιδιωτικό και τον δημόσιο βίο τους, και να μην
περιοριστεί μόνο στου εαυτού του την μόρφωση, νομίζεις πως θα γίνει
κακός δημιουργός και δάσκαλος της σωφροσύνης και της δικαιοσύνης και
γενικά όλης της πολιτικής αρετής;». [Ασφαλώς απάντησε ο Αδείμαντος].
Αλλά και ο περίφημος ορισμός της δικαιοσύνης,
ἕκαστος τὰ αὑτοῦ πράττειν, βασίζεται στην προϋπόθεση ότι «ο καθένας
με ένα μόνο από τα διάφορα επαγγέλματα που είναι στην πόλη οφείλει να
καταγίνεται, με εκείνο που θα ήταν από τη φύση του πιο επιτήδειος να
κάνει» (Πολ. 433ab, 433de, 434c, 435b, 443b, 441e). Οι
τεχνίτες, δημιοεργοί είναι
αγαθοἰ στην τέχνη τους και έχουν
αρετή στην τέχνη τους. Κάθε πράγμα, που του έχει ανατεθεί να εκτελεί
μία ορισμένη εργασία, και κάθε τέχνη, έχει μία
αρετή δική του, οἰκεία ἀρετή
(353b). Αρετή και
τέχνη ταυτίζονται.
Σε παράρτημα μπορεί να προσθέσουμε: Το πρώτο συστατικό
στοιχείο της ουσίας των όντων είναι, κατά τον Αριστοτέλη, η ύλη, το
δεύτερο η μορφή, το τρίτο η ενέργεια ή εντελέχεια: το χέρι του
καλλιτέχνη αποτελεί την κινούσα αιτία. Αν δεν υπήρχε και μία τέταρτη
αιτία, χωριστή από τις άλλες τρεις, δεν θα ήταν δυνατό να γίνει το
άγαλμα. Η αιτία αυτή είναι η ‘ιδέα’ που έχει ο καλλιτέχνης στον νου του.
Ο καλλιτέχνης επιδιώκει να φέρει στο φως την ιδέα, που προσδιορίζει τον
νου του. Αυτός είναι ο σκοπός. Υπάρχει επομένως και μία τέταρτη αιτία, ο σκοπός, το
οὗ ἕνεκα (ή όπως αλλιώς
λέγεται: το αἴτιον τοῦ καλῶς καὶ
ὀρθῶς, η αἰτία τοῦ εὖ).
Και ένα άλλο οὗ ἕνεκα στην
ιδανική πόλη είναι η δικαιοσύνη, για την οποία γίνεται όλη η εξέταση
στην Πολιτεία (430d).
Ο «δωδωναίος λόγος», επομένως, μπορεί να σεμνύνεται ότι
τιμά τον λόγο και τον τόπο για τον οποίο γράφτηκε ο παιάνας αυτός του
Πινδάρου που αντιλαμβάνεται τον Δία, εν μέσω έργων γλυπτικής και
ζωγραφικής, με τους όρους αυτούς της τέχνης και της δικαιοσύνης.
Ο Δωδωναίος Λόγος, Πινδάρου, εις δια Δωδωναίων (Παιάν),
ήταν η ανακοίνωση του καθηγητή κ. Ι. Ν. Περυσινάκη στο συνέδριο της 6ης
Οκτωβρίου που διοργανώθηκε από την Εταιρία Λογοτεχνών και Συγγραφέων
Ηπείρου.
[1]
Χρηστομάθεια
Πρόκλου (320a, Henry).
Πβ. H.W. Smyth, Greek
Melic Poets (Biblo and Tannen N.Y. 1963, repr.) xxxvi-xlii.
Για μία ερμηνεία των παιάνων του Πινδάρου πβ.
I.
Rutherford,
Pindar’s
Paeans (OUP 2001). Για μία επισκόπηση του είδους (προέλευση,
τυπολογία, λειτουργία, εκτέλεση, σημασία) βλ. σσ. 3-136). Η
ελληνιστική έκδοση του Πινδάρου περιελάμβανε ένα βιβλίο με
παιάνες. Σήμερα ένας αριθμός παπυρικών αποσπασμάτων (κυρίως Π4)
συμβάλλουν στη γνώση μας των παιάνων του Πινδάρου.
[2]
R.D. Parry, Plato’s Craft
of Justice (State University of N.Y. Press, N.Y. 1996).