Πολιτισμός

μουσική

Ο Γιώργος Γιαννιώτης στις «1002 Νύχτες»

Ρεπορτάζ: Μαρία Φιλιππάκη     (αναδημοσίευση)


 

Με αφορμή την κυκλοφορία του πρώτου του δίσκου, με τίτλο «Μη φοβάσαι», από την «Ζεύξις music», ο ταλαντούχος ερμηνευτής και τραγουδοποιός Γιώργος Γιαννιώτης, εμφανίστηκε στη μουσική σκηνή «Χίλιες και Δύο Νύχτες», την Κυριακή 13 Απριλίου, έχοντας στο πλευρό του, τους πολύ καλούς μουσικούς Κώστα Τσεκούρα στην κιθάρα και Αλέξανδρο Σοφό και Παναγιώτη Κανελλόπουλο στο μπουζούκι.

Επρόκειτο για μία βραδιά αφιερωμένη στο κλασσικό έργο των σταθμών του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού, Στέλιου Καζαντζίδη, Γρηγόρη Μπιθικώτση και Στράτου Διονυσίου, αλλά και στις δημιουργίες του Γιώργου Γιαννιώτη, που αποτελούν τη νέα του δισκογραφική δουλειά.  Τα «αλά παλαιά» γραμμένα, λαϊκά κομμάτια του έγιναν ένα με τις αθάνατες και πιο αγαπημένες επιτυχίες των μεγάλων αυτών ερμηνευτών, των «τριών αγίων μας, που τους ακούμε στις χαρές και στις λύπες μας», όπως σημείωσε ο Γιώργος Γιαννιώτης.

Ο ξεχωριστός καλλιτέχνης – ξεχωριστός, ακριβώς λόγω του ιδιαίτερου τρόπου που προσεγγίζει ερμηνευτικά το λαϊκό τραγούδι, αλλά και της ιδιαίτερης σκηνικής του παρουσίας – ξεσήκωσε τους παρευρισκόμενους διατηρώντας αμείωτο το ενδιαφέρον τους καθ’ όλη τη διάρκεια της βραδιάς. Ενώ, αξίζει να αναφερθεί η συμμετοχή του ανερχόμενου και πολλά υποσχόμενου λαϊκού ερμηνευτή Θωμά Στεργίου, που και αυτός με τη σειρά του κέρδισε επάξια το χειροκρότημα.

Εν κατακλείδι, βαθειά λαϊκός, δυναμικός και αυθεντικός ο Γιώργος Γιαννιώτης χάρισε μια βραδιά ψυχαγωγική στους παρευρισκόμενους που απόλαυσαν μέσω αυτού το αθάνατο, λαϊκό τραγούδι και το νέο που, όμως, πατά στις ρίζες του πρώτου.

 

 


 

Ο Γιώργος Γιαννιώτης μίλησε αποκλειστικά στον ΟΡΦΕΑ:

Πώς και επέλεξες σε αυτούς τους αντικειμενικά δύσκολους καιρούς να βγάλεις έναν δίσκο, βήμα μεγάλο στις μέρες μας;

Εγώ είμαι πάρα πολλά χρόνια στο τραγούδι. Είμαι τραγουδιστής των μπουάτ, μπορώ να πω. Τραγουδούσα χρόνια στην Πλάκα. Όχι πολλές φορές και κάθε χρόνο, αλλά είμαι πάντα μέσα στο τραγούδι. Είμαι και ερευνητής του τραγουδιού. Έχω γράψει στην εγκυκλοπαίδεια του «National Geographic», στο περιοδικό «Όασις», στο περιοδικό «Λαϊκό τραγούδι» του Γιώργου Κοντογιάννη.

Είχα ετοιμάσει αυτά τα τραγούδια, τα οποία είναι λαϊκά και τα περισσότερα αναφέρονται σε αυτό που περνάει η Ελλάδα σήμερα και ο Έλληνας και έπρεπε κάποια στιγμή να εκδοθούν. Κάποιοι φίλοι που έχουν μια εταιρεία, την Ζεύξις, τα ακούσανε, μείνανε ενθουσιασμένοι και τα κυκλοφορήσανε. Αυτό είναι όλο. Την παρουσίαση μου την έκανα στις 15 Ιουνίου και απόψε που με βρίσκεις εδώ κάνω την δεύτερη βραδιά μου, σαν Γιώργος Γιαννιώτης, με τον Θωμά τον Στεργίου που τον πιστεύω πολύ, είναι ένας καινούριος τραγουδιστής. Είναι ο γιος του συνθέτη και φίλου μου, μουσικού και μπουζουξή, του Παναγιώτη Στεργίου. Έχω δύο μπουζούκια, είναι μια έκπληξη κι αυτό για το ελληνικό τραγούδι και οι φίλοι μας θα περάσουν πάρα πολύ καλά.

Αυτό το λαϊκό «αλά παλαιά» ύφος που χαρακτηρίζει τα τραγούδια του δίσκου και πάει κόντρα στο ρεύμα της σημερινής δισκογραφίας θεωρείς πως ίσως είναι και το στοιχείο που θα μπορούσε να κάνει τη δουλειά αυτή να ξεχωρίσει;


 

Κοίταξε, ο κόσμος τα ξεχωρίζει. Τα δικά μου τραγούδια δεν είναι «κουκουρούκου», δεν είναι με βαμμένα νύχια, με κραγιόν. Είναι, όπως μου είπαν πολλοί φίλοι, βιωματικά τα τραγούδια. Αν δεν είχα μπουζούκια και είχα κιθάρες, θα ήταν λίγο πιο ελαφρά, αλλά είναι με μπουζούκι. Αυτό δεν παίζει τόσο σημαντικό ρόλο. Εγώ δίνω μεγαλύτερη βαρύτητα στον στίχο του τραγουδιού. Τα τραγούδια αναφέρονται σε όλες τις καταστάσεις που περνάει ένας άνθρωπος, τις κοινωνικές, τις ερωτικές, της ξενιτιάς… Νομίζω πως αυτό το πράγμα δεν θα χαθεί ποτέ από τον Έλληνα και δεν χάνεται ποτέ από τον άνθρωπο. Δεν θέλω να είμαι εκτός των καινούριων τραγουδιών και αυτά έχουν. Κάθε γενιά έχει και τα σέβομαι και τα αγαπάω κι αυτά, αλλά εγώ έγραψα κάποια άλλα τραγούδια. Πάτησα στα παλιά πατήματα. Μου αρέσουν και τα καινούρια, αλλά εγώ είμαι λίγο παλιός. Λέω τα παλιά και απόψε η βραδιά είναι αφιερωμένη στον Καζαντζίδη, στον Μπιθικώτση και στον Στράτο Διονυσίου. Παράλληλα, θα ακουστούν και μερικά δικά μου τραγούδια.

Επειδή μου είπες ότι παλιότερα δεν ήσουν τόσο «πιστός» όσον αφορά στη συχνότητα που τραγουδούσες, αυτό σου το βήμα σημαίνει πως τώρα θα ξεκινήσεις πιο συστηματικά, όσο σου το επιτρέπουν οι συνθήκες, φυσικά;


 

Βέβαια, αν υπάρχει κίνητρο. Από την πλευρά μου, έχω την όρεξη. Όσοι με ξέρουν, οι φίλοι μου, οι γνωστοί μου, ξέρουν ότι εγώ αγαπάω αυτό το πράγμα. Το αγαπάω αυτό το πράγμα. Είναι θέμα αγάπης. Αυτό ίσως καταλαβαίνεται και μέσα από τα λόγια. Ένα έμπειρο αυτί και μάτι το καταλαβαίνει και μια ελεύθερη ψυχή και ένα ανοιχτό μυαλό.

Επίσης, όπως είδες, στο πάλκο έχω κάνει μια μικρή γκαλερί με τους τρεις, μεγάλους μας τραγουδιστές. Όλες οι φωτογραφίες είναι από το αρχείο το δικό μου και οι κορνίζες είναι παλιές που δεν μπήκαν σπρέι και τέτοια πράγματα. Απλώς πιστεύω ότι το παρελθόν είναι πάντα παρόν και εκδικείται, αν θέλεις. Βέβαια, εσύ είσαι νεαρή κοπέλα κι αυτό ίσως να σου φαίνεται παράξενο, αλλά στη ζωή είναι αυτό, παθών μαθών. Ακουμπάμε τις ρίζες για να ξέρουμε τι δέντρο είμαστε. Δεν ήρθαμε έτσι φυτεμένοι από κάπου. Κάποιος μας φύτεψε. Πρέπει να μάθουμε απ’ αυτό. Έχω μια παροιμία γι’ αυτό, είναι δικιά μου. Ένα βράδυ που δεν μπορούσα να κοιμηθώ μου ήρθε στο μυαλό αυτό, όπως μου ήρθαν και τα τραγούδια μου: Είναι, λοιπόν, ένα πουλί και πάει σ’ ένα δέντρο και βλέπει έναν καρπό. Ο καρπός του λέει: «Μη με φας, μη με φας.».  Το πουλί του λέει: «Θα σε φάω. Πεινάω.». Ο καρπός λέει «Όχι, δεν βλέπεις τι όμορφος καρπός που είμαι». Το πουλί του λέει «Αν μου πεις την ιστορία σου, δεν θα σε φάω.». «Δεν ξέρω καμιά ιστορία. Εγώ είμαι εδώ πάνω στο δέντρο», λέει ο καρπός. Και τον τρώει. Πάει, ύστερα, σ’ ένα άλλο δέντρο, βλέπει έναν καρπό μωβ, πάρα πολύ ωραίο. Το ίδιο πάλι. Ο καρπός του λέει «Μη με φας. Δεν βλέπεις τι ωραίος που είμαι;». Το πουλί του λέει «Αν μου πεις την ιστορία, δεν θα σε φάω. Την ξέρεις;». «Πως δεν την ξέρω.», του απάντησε ο καρπός, «Εγώ δεν είμαι τυχαία εδώ πάνω. Έχω ρίζες, έχω κορμό, έχω κλαριά, έχω φύλλα, έχω άνθη και μετά από τα άνθη έγινα εγώ, που κι εγώ θ’ ανοίξω και θα πέσουν οι καρποί κάτω για να γίνει κάποιο άλλο δέντρο.». «Την γλυτώνεις. Ξέρεις την ιστορία σου. Δεν θα σε φάω.» του είπε το πουλί.

 

Φωτογραφίες: Μαρία Φιλιππάκη

 

   

  

ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΕΡΖΗΣ  Άπονη Ερμηνεύει Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΙΑΝΝΙΩΤΗΣ


  

Μουσική & Στίχοι* : ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΕΡΖΗΣ Μπουζούκι, Μπαγλαμά & Κιθάρα παίζει ο Παλιός μου φίλος : Ο Εξαίρετος Σολίστας του Μπουζουκιού: ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΤΕΡΓΙΟΥ

Η Ηχογράφηση, Επεξεργασία & Μίξη έγινε στο Studio Ζ ε ύ ξ ι ς από το ΜΑΝΟ ΓΡΙΣΜΠΟΛΑΚΗ. Τον Ευχαριστούμε για την Υποστήριξη. Μουσική & Στίχοι* : Μιχάλης Τερζής *

Ο Πρώτος στίχος του τραγουδιού λέει "Θέλω να σκίσω τα βουνά με της ελιάς το φύλλο" Αυτός ο τόσο ποιητικός στίχος είναι δημώδης και ανήκει στο γνωστό ομώνυμο δημοτικό Πελοποννησιακό τραγούδι της Αρκαδίας. Πριν πολλά χρόνια ο Γνωστός σκηνοθέτης και φίλος μου Αργύρης Αντωνόπουλος (Αρκάς την καταγωγή) μου ανέθεσε να γράψω την μουσική στο Ντοκιμαντέρ Ιστορίας και πολιτισμού της ΕΡΤ με τίτλο "Θράκη Γή του Ορφέα, Γή Του Δημόκριτου" Τότε λοιπόν μιλώντας για το δημοτικό τραγούδι της ιδιαίτερης πατρίδας του μου είπε " Άκου έναν στίχο που μου έλεγε, όταν ήμουν παιδί, ο Παππούς μου. "θέλω να σκίσω τα βουνά με της ελιάς το φύλλο" Από αυτόν τον υπέροχο στίχο εμπνεύστηκα τούς στίχους αυτού του τραγουδιού.

Ο Γιώργος Γιαννιώτης παλιός φίλος τραγουδιστής από την εποχή των Μπουάτ, με κάλεσε πριν χρόνια, να παρουσιάσουμε- χειμώνα -στην Μύκονο- στο μαγαζί του γνωστού Φιλιππή ένα λαϊκό μουσικό πρόγραμμα. Πήγαμε λοιπόν με μικρό σχήμα 5-6 μουσικών. Τότε λοιπόν πρωτοπαρουσιάσαμε εκεί αυτό το τραγούδι μου και αγαπήθηκε πολύ από τους ντόπιους "Ζεϊμπεκάδες" της χειμερινής Μυκόνου, που σημειωτέον, καμία σχέση δεν είχε από την πολύβουη και τόσο κοσμική Μύκονο του Καλοκαιριού.

Τελευταία βρεθήκαμε τυχαία με τον Γιώργο στη " Απανεμιά" Εκεί λοιπόν αποφασίσαμε να ηχογραφηθεί και να "βγει" αυτό το τραγούδι μου, μαζί με μερικά ακόμη -όπως τα τραγουδούσε με τόση επιτυχία τότε ο φίλος μου- και θα τα ακούσετε σύντομα Αυτά για την μικρή ιστορία του.

 

   αριθμός επισκεπτών
       --