"Κάτω κόσμος"
Μιά προσοδοφόρα επιχείρηση του
δωδεκαθειστικού ιερατείου.
Τι συνέβαινε στα Νεκρομαντεία τής Αρχαιότητας;
Μιλάει ο αρχαιολόγος και προϊστάμενος τής ΛΓ΄ ΕΠΚΑ
Πρέβεζας-Άρτας, κ. Γιώργος Ρήγινος.
Αναδημοσίευση από το site:
www.freeinquiry.gr
Οι ιερείς προσέφεραν
γεύματα και ποτά με παραισθησιογόνα στους προσκυνητές, τούς έβαζαν μέσα σε
τάφους για μέρες και κατόπιν διοργάνωναν με διάφορα τεχνάσματα
«παραστάσεις», ώστε να νομίζουν οι επισκέπτες, ότι μιλούσαν με τους νεκρούς.
Το δωδεκαθεϊστικό ιερατείο
είχε στήσει στα νεκρομαντεία προσοδοφόρες επιχειρήσεις εξαπάτησης των
αφελών πιστών τού δωδεκάθεου, που πίστευαν, ότι από εκεί κι ειδικότερα από
το Νεκρομαντείο τού Αχέροντα, από τον πιο κοντινό στις πύλες τού Άδη χώρο,
θα μπορούσαν να επικοινωνήσουν με τούς χαμένους για πάντα αγαπημένους τους.
Κατέβαιναν στην ανηχοϊκή κρύπτη, την κατάλληλα διακοσμημένη και εξοπλισμένη
με μηχανισμούς ανεβάσματος και κατεβάσματος ειδώλων, ενώ οι ιερείς
κυκλοφορούσαν ανάμεσα σε διπλούς τοίχους κάνοντας διάφορα κόλπα, σαν να ήταν
πρόγονοι τού «μάγου» Ντέιβιντ Κόπερφιλντ.
Στον αντίποδα τού
ορθολογισμού των άθεων φιλοσόφων κι επιστημόνων τής αρχαιότητας ζούσε ένας
κόσμος, που πίστευε στις μετά θάνατον ζωές, στις κατάρες, στις επικλήσεις
των ψυχών των νεκρών, κ.λπ., ανάλογες δοξασίες με αυτές, που δέχτηκε
-κι όχι εφηύρε- ο χριστιανισμός αργότερα.
Για όλα αυτά και για διάφορα
άλλα σχετικά θέματα, όπως το φόβο των ζωντανών προς τους νεκρούς, τούς
καταδέσμους με τις κατάρες, που έβαζαν στους τάφους κ.ά. μιλάει στην «Ελεύθερη
Έρευνα» ο αρχαιολόγος και προϊστάμενος τής ΛΓ΄ Εφορείας Προϊστορικών και
Κλασικών Αρχαιοτήτων Πρέβεζας - Άρτας, κ. Γιώργος Ρήγινος.
Ο κ. Γιώργος Ρήγινος σπούδασε
στο Τμήμα Αρχαιολογίας και Ιστορίας τής Τέχνης τής
Φιλοσοφικής Σχολής τού Α.Π.Θ., καθώς και -μεταπτυχιακά
στο Ινστιτούτο Κλασικής Αρχαιολογίας τού πανεπιστημίου
τού Μονάχου. Από το 1984 εργάζεται ως Αρχαιολόγος τού
Υπουργείου Πολιτισμού, αρχικά στην ΙΘ΄ Εφορεία
Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων (ΕΠΚΑ) Θράκης και
στη συνέχεια στην Η΄ ΕΠΚΑ Κέρκυρας - Θεσπρωτίας, ενώ από
το 2006 προΐσταται τής νεοσύστατης ΛΓ΄ ΕΠΚΑ Πρέβεζας -
Άρτας.
Έχει συμμετάσχει σε
ανασκαφές στη Μακεδονία και Θράκη, ενώ έχει διευθύνει ερευνητικές και
σωστικές ανασκαφές στην Κέρκυρα, Θεσπρωτία, Πρέβεζα και Άρτα και εργασίες
ανάδειξης σε αρχαιολογικούς χώρους τής Θεσπρωτίας. Παράλληλα είχε την ευθύνη
- συντονισμό για τη σύνταξη των μελετών ανάδειξης για πλειάδα μνημείων και
αρχαιολογικών χώρων τής Ηπείρου και για τη σύνταξη των μουσειολογικών -
μουσειογραφικών μελετών για τα μουσεία Ηγουμενίτσας, Νικόπολης και Άρτας,
καθώς και για την έκθεση των αρχαιοτήτων στα μουσεία Άρτας και Νικόπολης,
ενώ έχει δημοσιεύσει πολυάριθμα άρθρα αρχαιολογικού ενδιαφέροντος.
«Ε.Ε.»: Ποια ήταν η
αντιμετώπιση των νεκρών στην αρχαία Ελλάδα; Οι Έλληνες διακατέχονταν από
φόβο για τους νεκρούς;
« Με τον όρο "αρχαία Ελλάδα"
αναφέρεστε, προφανώς, στους ιστορικούς χρόνους τού ηπειρωτικού και
νησιωτικού ελλαδικού χώρου. Πρόκειται για την περίοδο από τον 11ο
π.Χ. έως τον 4ο μ.Χ. αιώνα, η οποία διακρίνεται σε επιμέρους
εποχές. Λαμβάνοντας υπ΄ όψη το εύρος τής εν λόγω περιοχής και περιόδου, αλλά
και το γεγονός, ότι οι πρακτικές, που σχετίζονται με τους νεκρούς αποτελούν
βασικές παραμέτρους των εκάστοτε ιστορικών και κοινωνικών συνθηκών, δεν
είναι δυνατόν να γίνει μία μονοδιάστατη προσέγγιση στο θέμα.
» Από την πρωτογεωμετρική ήδη
περίοδο (11ος - 10ος π.Χ. αιώνας) εφαρμόζονται
παράλληλα οι δύο ταφικές πρακτικές, ο ενταφιασμός και η καύση, ενώ
δημιουργούνται διαφορετικοί τύποι τάφων για να τις εξυπηρετήσουν. Για τον
ενταφιασμό συνήθως χρησιμοποιούνται απλοί λάκκοι και κιβωτιόσχημοι τάφοι,
κατασκευασμένοι από λίθινες πλάκες διευθετημένες σε μορφή κιβωτίου. Από τα
αρχαϊκά (7ος - 6ος αι. π.Χ.) και κλασικά (5ος
- 4ος αι. π.Χ.) χρόνια εμφανίζονται και κιβωτιόσχημοι με
κεραμίδες στέγης, που ονομάζονται "κεραμοσκεπείς", ενώ, όταν οι μακρές
πλευρές τους συγκλίνουν, καλύπτοντας με τον τρόπο αυτό την ταφή, ονομάζονται
"καλυβίτες". Στις προαναφερθείσες περιόδους συχνή είναι η χρήση πίθων για
ενταφιασμούς ενηλίκων και μικρότερων αγγείων για ενταφιασμούς βρεφών, τους
λεγόμενους εγχυτρισμούς.
» Τον 4ο αιώνα
π.Χ., παράλληλα με τους προαναφερθέντες τάφους, δημιουργούνται σε πολλές
περιοχές τού ελλαδικού χώρου εντυπωσιακά υπόγεια ταφικά οικοδομήματα, οι
γνωστοί μακεδονικοί τάφοι, τους οποίους στη ρωμαϊκή εποχή (1ος
αι. π.Χ. - 4ος αι. μ.Χ.) διαδέχονται τα μαυσωλεία, υπέργεια
οικογενειακά ταφικά οικοδομήματα. Μακεδονικοί τάφοι και μαυσωλεία
χρησιμοποιούνται τόσο για ενταφιασμούς, όσο και για την απόθεση τεφροδόχων
αγγείων, αγγείων δηλαδή με την τέφρα και τα οστά τού νεκρού έπειτα από την
καύση τους. Τεφροδόχα αγγεία χρησιμοποιούνται ήδη από την πρωτογεωμετρική
εποχή, καθώς ενταφιασμός και καύση χρησιμοποιούνται παράλληλα με
αυξομειώσεις ανά περιόδους, ανάλογα με τις κατά καιρούς επικρατούσες
συνθήκες.
» Οι τάφοι διαχρονικά
αναπτύσσονται σε λιγότερο ή περισσότερο οργανωμένους χώρους, τα νεκροταφεία.
Ο διαχωρισμός τού κόσμου των ζωντανών από τον κόσμο των νεκρών, που
παρατηρείται καθ' όλη τη διάρκεια των ιστορικών χρόνων με ορισμένες
σημαίνουσες εξαιρέσεις, δεν είναι στοιχείο δηλωτικό τού φόβου προς το νεκρό,
όσο παράγοντας, που πρωτίστως επιβάλλεται για λόγους υγιεινής.»
Σ΄ ορκίζω τώρα να χαρείς
εκείνους που σου λείπουν,
στο σπίτι σου, το ταίρι σου, τον γέρο σου πατέρα,
που μωρουδάκι σ΄ έτρεφε και τον Τηλέμαχό σου,
που στο ψηλό παλάτι σου μοναχογυιό τον έχεις.
Γιατί το ξέρω, απ΄ τον βαθύ τον Αδή όταν γυρίσεις,
στής Κίρκης πάλι το νησί θ΄ αράξεις το καράβι.
Σ΄ ορκίζω, εκεί να θυμηθείς κι εμένα βασιλιά μου,
κι άθαυτο πίσω κι άκλαυτο μη φύγεις και μ΄ αφήσεις
μήπως με κάμουν οι θεοί κακό στοιχειό για σένα.
Μόν΄ κάψε το κουφάρι μου με την αρματωσιά μου
και μνήμα χτίσε μου κοντά στ΄ αφροντυμένο κύμα,
για να θυμούνται κι οι στερνοί, το δόλιο παλληκάρι.
(Οδύσ. λ΄ 66-78).
"Το τελετουργικό τής καύσης
των νεκρών στην αρχαία Ελλάδα γεννήθηκε στην Τροία. Η καύση, σα νεκρική
τελετουργία, θεωρήθηκε πιο αποτελεσματική από την ταφή κι αυτό για λόγους
καθαρά επιδημιολογικούς. Στα πεδία τής μάχης οι πολεμιστές σκοτώνονταν κατά
χιλιάδες. Ένας άλλος λόγος ήταν, ότι δεν ήθελαν να αφήνουν τους σκοτωμένους
συντρόφους τους έκθετους στον εχθρό. Τέλος, μπορούσαν με τη λήξη τού πολέμου
να επιστρέψουν τη στάχτη μέσα στη νεκρική λήκυθο στους οικείους τού πεσόντα.
Ένα άλλο κίνητρο ήταν ο φόβος τής επιστροφής των νεκρών..." (Dr.
Philippe
Charlier,
παλαιοντοανατόμος, από την ταινία γαλλικής παραγωγής
A
survey
in
the
Land
of
the
Dead,
σκηνοθεσίας Dominique
Adt. Η
παλαοντοανατομία είναι μια καινούργια επιστήμη, που δανείζεται μεθόδους από
την ιατροδικαστική, την παθολογοανατομία, την ανθρωπολογία και τη βιολογία).
Στον παραπάνω πίνακα
αναπαρίσταται η ομηρική περιγραφή τής καύσης τού Πάτροκλου (David
Jacques-Louis, 1778, Μουσείο Λούβρου.)
«Ε.Ε.»: Τα
ταφικά έθιμα τηρούνταν όχι μόνον προς τιμήν του νεκρού, αλλά και από φόβο
μήπως ο νεκρός τούς τιμωρήσει;
« Το τελετουργικό, που
σχετίζεται με το θάνατο - ταφή, περιλαμβάνει τέσσερα, κυρίως, στάδια: την
πρόθεση, την εκφορά, τον ενταφιασμό ή την καύση τής σορού και τις τιμές, που
αποδίδονται στο νεκρό. Η πρόθεση περιλαμβάνει την εναπόθεση τού νεκρού στη
νεκρική κλίνη και τη θρηνωδία των οικείων του. Κατά την εκφορά η σορός
μεταφέρεται στο νεκροταφείο, όπου θα λάβει χώρα ο ενταφιασμός ή η καύση, ενώ
σε τακτά ή έκτακτα διαστήματα αποδίδονται τιμές στο νεκρό. Η λαμπρότητα τής
τελετής σχετίζεται με το κατά πόσο ο νεκρός ήταν αγαπητός, ενώ αν ήταν
μισητός τού στερούν την απόδοση τιμών και, επιπλέον, παραλείπουν κάποια από
τα στάδια που προαναφέρθηκαν, όπως την πρόθεση και την εκφορά, ώστε ο νεκρός
να είναι "άτιμος" (χωρίς τιμές) στον Κάτω Κόσμο. Επομένως, η τήρηση των
ταφικών εθίμων φαίνεται να προσδιορίζεται περισσότερο από τη σχέση που είχε
ο αποθανών με τους οικείους του εν ζωή και λιγότερο από το φόβο των
τελευταίων.»
Ο φόβος των νεκρών στην
Ελλάδα είναι ένας τομέας, που έχει μελετήσει ενδελεχώς η βιοαρχαιολόγος -
παλαιοπαθολόγος δρ. Αναστασία Τσαλίκη. Στις πρωτοποριακές θέσεις, που
αναπτύσσει στο διδακτορικό της, παρουσιάζει περιπτώσεις "ασυνήθιστων ταφών",
που έχουν λάβει τόπο, τόσο στην Ελλάδα, όσο και σε άλλες χώρες. Στη
φωτογραφία εικονίζεται η δρ. Τσαλίκη με θραύσματα ανθρώπινων οστών, από δύο
σκελετούς, που βρέθηκαν μέσα σε ασβεστοκάμινο στην περιοχή Μερέντα τού
Μαρκόπουλου κατά τη διάρκεια τής εκτέλεσης των έργων τού καινούριου ιππικού
κέντρου το 2002. Η κάμινος δεν λειτουργούσε, όταν έγινε ο ενταφιασμός. Ο
ένας είναι σκελετός γυναίκας κομμένος στα δύο κι ο άλλος πιθανώς άνδρα.
Είναι προφανές, ότι παρέμειναν εγλκωβισμένοι με τη βοήθεια μιας μεγάλης
πέτρας, σαν να ήθελαν να κρατήσει το δέσιμο τού τάφου... (Πηγή: A
survey
in
the
Land
of
the
Dead).
Η κ. Τσαλίκη εξηγεί, ότι η μυστηριώδης ανακάλυψη των οστών τού
Μαρκόπουλου μάς αποκαλύπτει, ότι ο μεταθανάτιος ακρωτηριασμός και ο
διαμελισμός των πτωμάτων ήταν συνηθισμένη πρακτική στην αρχαιότητα: "Ήταν
μιά μορφή τιμωρίας, πέρα από το θάνατο και αφορούσε τούς εγκληματίες. Αλλά,
ειδικά, μάς αποκαλύπτει αυτόν τον παράξενο τρόπο, τού να μπλοκάρουν το σώμα
με χοντρούς βράχους. Και ήταν ο φόβος, μην τυχόν ο καταδικασμένος επιστρέψει
για να εκδικηθεί για τα βασανιστήρια, που τον είχαν υποβάλλει, που ωθούσε
στη χρήση αυτής τής πρακτικής. Επί πλέον διαμέλιζαν τα σώματα και βλέπουμε,
ότι λείπει ένα μέρος τού ανδρικού σκελετού. Διασκορπίζοντας μέρη από το
ανθρώπινο σώμα ήταν για αυτούς μια πρόσθετη ασφάλεια, έτσι ώστε οι
τιμωρημένοι νεκροί να μην επιστρέφουν και να ενοχλούν τον κόσμο των
ζωντανών."
«Ε.Ε.»: Πίστευαν στη
μετά θάνατον ζωή; Γιατί έθαβαν τους νεκρούς με τα καλύτερά τους ρούχα; Γιατί
τοποθετούσαν μέσα στους τάφους τα όπλα των πολεμιστών, έβαζαν χρήματα, ακόμη
και φαγητό;
« Η ομηρική αντίληψη για την
πορεία τού νεκρού προς τον Κάτω Κόσμο κυριαρχεί στην Κλασική Εποχή, οπότε
και θεωρείται ότι η διαδικασία αυτή λαμβάνει χώρα σταδιακά, με την
καθοδήγηση τού Χάρου ή τού Ερμή Ψυχοπομπού. Ο Κάτω Κόσμος είναι το βασίλειο
τού Άδη, γιου τού Κρόνου και αδελφού τού Δία και τού Ποσειδώνα. (Έπειτα από
κλήρο ο Δίας ανέλαβε τον ουρανό και έγινε κυρίαρχος των πάντων, ο Ποσειδώνας
τις θάλασσες και το υγρό, εν γένει, στοιχείο και ο Άδης τον Κάτω Κόσμο, όπου
πηγαίνουν οι νεκροί και ο οποίος έφτασε να ταυτίζεται με το όνομα τού θεού.)
» Οι νεκροί εισέρχονταν στον
Άδη από τον Αχέροντα, τον οποίο διέσχιζαν με τη βάρκα τού Χάροντα
καταβάλλοντας έναν οβολό, ενώ όσοι δεν τον κατέβαλαν παρέμεναν για πάντα
στην αντίπερα όχθη, εξ ου και η τοποθέτηση νομισμάτων (τα "χαρόνεια") στο
χέρι ή και το στόμα τού νεκρού. Στο ίδιο πλαίσιο τοποθετείται και η
εναπόθεση στους τάφους αντικειμένων, που χρησιμοποιούσε ο νεκρός εν ζωή, που
ποικίλουν από απλά πήλινα σκεύη για την κατανάλωση τροφής και ποτού έως
εξαρτήματα σχετικά με την επαγγελματική του δραστηριότητα και σπανιότερα
κοσμήματα και σύμβολα κύρους, ανάλογα με τις πρακτικές κάθε εποχής και την
οικονομική επιφάνεια τού νεκρού και τού περίγυρού του.
» Διαφωτιστική των αντιλήψεων
για τα κτερίσματα των νεκρών είναι η ιστορία τού τυράννου τής Κορίνθου,
Περιάνδρου (6ος αι. π.Χ.), όπως τη διασώζει ο Ηρόδοτος. Ο
Περίανδρος έστειλε απεσταλμένο του στο μαντείο τού Αχέροντα, για να μάθει
από την ψυχή τής νεκρής γυναίκα του, Μέλισσας, πού είχε κρύψει το θησαυρό
ενός ξένου. Εκείνη αρνήθηκε να αποκαλύψει το σημείο, γιατί ήταν γυμνή και
κρύωνε, αφού τα ρούχα, που είχε θάψει μαζί της ο Περίανδρος, σε τίποτε δεν
ωφελούσαν μιας και η φλόγα δεν τα είχε κάψει ως το τέλος. Τότε, ο Περίανδρος
για να ικανοποιήσει την επιθυμία της, ξεγύμνωσε τις Κορίνθιες, έριξε τα
ρούχα τους σε ένα λάκκο και τους έβαλε φωτιά. Ύστερα από αυτό, όταν για
δεύτερη φορά ο Περίανδρος έστειλε ανθρώπους του στο μαντείο, το "φάντασμα"
τής Μέλισσας φανέρωσε σε ποιο χώρο είχε κρύψει το θησαυρό τού ξένου.»
Οι κατάδεσμοι ήταν μικρά
ορθογώνια αντικείμενα σκαλισμένα με απλοϊκό και κακότεχνο τρόπο από μόλυβδο,
στην επιφάνεια των οποίων ήταν σκαλισμένες φράσεις, που είχαν να κάνουν με
τη μαγεία. Πολλοί κατάδεσμοι έχουν βρεθεί σε τάφους τού Κεραμεικού και άλλων
αρχαίων νεκροταφείων. Οι άνθρωποι, συνήθως για υποθέσεις έρωτα ή μίσους,
κατ΄ αυτό τον τρόπο έριχναν σε ένα τάφο μήνυμα προς τις θεότητες τού Κάτω
Κόσμου. Αντί για πλακίδια ορισμένες φορές χρησιμοποιούσαν αγαλματίδια. Ένα
αρχαίο αγαλματίδιο στο Λούβρο παρουσιάζει γονατισμένη γυμνή γυναίκα με τα
χέρια δεμένα πίσω. Στο κορμί είναι καρφωμένες 13 βελόνες. (Διαβάστε το άρθρο
τής «Ελεύθερης Έρευνας»:
Φυλακτά, φαρμακεία, επικλήσεις πνευμάτων, κατάδεσμοι, καταπασσαλεύσεις (Η
εξέλιξη τής μαγείας στην αρχαία Ελλάδα). Αυτά τα μικρά αντικείμενα
με τις μαγικές δυνάμεις περνούσαν το μήνυμα προς τους νεκρούς. Οι νεκροί
θεωρούνταν ως οι μυστικοί μεσολαβητές προς τις δυνάμεις τού Κάτω Κόσμου. Οι
νεκροί ήταν η απαραίτητη δίοδος στο τελετουργικό τής μαγείας.
«Ε.Ε.»: Μιλήστε μας για
τους κατάδεσμους, πάνω στους οποίους οι ζωντανοί έγραφαν κατάρες εναντίον
εκείνων που μισούσαν, ώστε ο νεκρός να τους τιμωρήσει. Μάλιστα πήγαιναν
νύχτα στα νεκροταφεία γι΄ αυτό. Που έχουν βρεθεί τέτοια αντικείμενα;
« Οι κατάδεσμοι είναι μία από
τις πιο ενδιαφέρουσες κατηγορίες ευρημάτων, καθώς σχετίζονται με την
πρακτική των μαγικών τελετών, που βρίσκονται στον αντίποδα τού ορθολογισμού,
κατ΄ εξοχήν γνωρίσματος τής κλασικής αρχαιότητας. Η πρακτική τής κατάδεσης
περιλαμβάνει τη συγγραφή μιας κατάρας, για να υποταχθεί ένα άτομο στη
βούληση εκείνου, που τελεί την τελετή. Οι κατάδεσμοι, μολύβδινα συνήθως
φύλλα σε μορφή πινακίδων με χαραγμένο επάνω τους το κείμενο, απαντούν συχνά
διπλωμένοι ή άλλοτε πάλι σφραγισμένοι με ένα καρφί για μεγαλύτερη
αποτελεσματικότητα. Βρίσκονται συνήθως σε νεκροταφεία ή σε σημεία, που
συνδέονται με κάποιο τρόπο με τον Κάτω Κόσμο, όχι επειδή απευθύνονται στους
νεκρούς για την εφαρμογή τής κατάρας, αλλά για να μην ανευρίσκονται από τους
ζωντανούς και καταστρέφονται και να διαιωνίζεται έτσι η δύναμη τής κατάρας.
Ο κατάδεσμος τής Πέλλας, μια κατάρα
τού 4ου ή 3ου αι. π.Χ., είναι ερωτική μαγική
επωδός από μια γυναίκα, πιθανώς ονόματι Δαγίνα, τής οποίας ο
εραστής, Διονυσοφών, επρόκειτο να νυμφευθεί τη Θετίμα. Επικαλείται
τούς δαίμονες να μεταστρέψουν τον Διονυσοφώντα να παντρευτεί εκείνην
αντί της Θετίμας και ποτέ να μην παντρευτεί άλλη γυναίκα εκτός αν η
ίδια ξετυλίξει τον κατάδεσμο.
»Το αρχαιότερο
παράδειγμα κατάδεσμου προέρχεται πιθανόν από τη Σικελία και χρονολογείται
στα τέλη τού 6ου αι. π.Χ. Ορισμένα από τα περισσότερο γνωστά
παραδείγματα προέρχονται από την Αθήνα, όπου παρατηρείται μία ιδιαίτερα
σημαντική εξέλιξη ως προς το περιεχόμενό τους, καθώς τους σχετιζόμενους με
τη δικομανία τής Κλασικής Εποχής (5ος - 4ος αι. π.Χ.)
δικανικούς κατάδεσμους, με τους οποίους κάποιοι προσπαθούν να εξουδετερώσουν
τους αντιδίκους τους, διαδέχονται οι ερωτικοί κατάδεσμοι των ελληνιστικών
κυρίως χρόνων (3ος - 1ος αι. π.Χ.). Τον 4ο
και 3ο αι. π.Χ. οι κατάδεσμοι γνωρίζουν μεγάλη διάδοση, με γνωστά
παραδείγματα από τη Μακεδονία και από το νησιωτικό χώρο, όπως τη Μυτιλήνη.
Πριν από λίγα χρόνια είχα την τύχη να ανακαλύψω ένα σημαντικό σύνολο από
κατάδεσμους στην ανασκαφή που διηύθυνα στη νεκρόπολη τής αρχαίας Κέρκυρας.»
Διπλωμένος κατάδεσμος από την Άκανθο
Χαλκιδικής
με ένα καρφί να τον τρυπάει.
«Ε.Ε.»: Τι συνέβαινε στο
Νεκρομαντείο τού Αχέροντα; Οι ιερείς προσέφεραν γεύματα και ποτά με
παραισθησιογόνα στους προσκυνητές, τους έβαζαν μέσα σε τάφους για μέρες και
κατόπιν διοργάνωναν με διάφορα τεχνάσματα «παραστάσεις», ώστε να νομίζουν οι
επισκέπτες, ότι μιλούσαν με τους νεκρούς.
« Πολλοί μύθοι και παραδόσεις,
αλλά και αρχαίοι συγγραφείς και ιστορικοί αναφέρονται στο διάσημο κατά την
αρχαιότητα Νεκρομαντείο τού Αχέροντα. Την πιο αναλυτική περιγραφή τής
τοποθεσίας και τού μυστηριακού τελετουργικού του μάς προσφέρει ο Όμηρος.
Συγκεκριμένα στη ραψωδία κ τής Οδύσσειας η Κίρκη δίνει οδηγίες στον Οδυσσέα
για το ταξίδι του στον Κάτω Κόσμο: Αφού διασχίσει τον Ωκεανό, όταν φτάσει
στο άλσος τής Περσεφόνης με τις άκαρπες ιτιές και τις ψηλές λεύκες, θα
αράξει το πλοίο του. Στο σημείο, όπου οι δύο ποταμοί, ο Πυριφλεγέθων και ο
Κωκκυτός, σμίγουν με τον Αχέροντα προκαλώντας μεγάλο βουητό, βρίσκεται ένας
βράχος με μια σπηλιά, η οποία είναι είσοδος στον Κάτω Κόσμο.
» Στη ραψωδία λ, τη Νέκυια, ο
Όμηρος περιγράφει την κάθοδο τού Οδυσσέα στον Κάτω Κόσμο και τη συνάντησή
του με το μάντη Τειρεσία. Όπως τού είχε υποδείξει η Κίρκη, ο ήρωας φτάνει
στη χώρα των Κιμμερίων, βρίσκει το βράχο με τη σπηλιά, σκάβει βαθύ λάκκο και
προσφέρει χοές (=προσφορές υγρών) με μέλι, γάλα, κρασί και νερό. Υπόσχεται
μεγαλύτερες θυσίες, όταν γυρίσει στην πατρίδα του και κατόπιν θυσιάζει μια
προβατίνα κι ένα κριάρι έχοντας τα κεφάλια τους γυρισμένα προς το έρεβος τής
σπηλιάς, ενώ εκείνος αποστρέφει το βλέμμα προς το ποτάμι. Τότε σμήνη από
ψυχές, σαν σκιές, ορμούν να πιούν από τις χοές και το μαύρο αίμα των ζώων.
Μια άποψη της υπόγειας
αίθουσας η οποία έδινε την ακουστική εντύπωση, ότι κάποιος είχε ήδη
φθάσει κοντά και επικοινωνούσε με τούς κατοίκους τού Αδη. Τα τόξα,
που διατρέχουν την οροφή και τους τοίχους δημιουργώντας τους
ενδιάμεσους χώρους στην οροφή, όπου γίνονταν πολλαπλές ανακλάσεις
και χανόταν η ηχητική ενέργεια, είναι υπεύθυνα σε μεγάλο βαθμό για
τη μετατροπή της σε ανηχοϊκό θάλαμο.
Οι ιερείς είχαν στήσει εκεί
μια προσοδοφόρα επιχείρηση εξαπάτησης αφελών, που πίστευαν, ότι από εκεί,
από τον πιο κοντινό στις πύλες τού Αδη χώρο, θα μπορούσαν να επικοινωνήσουν
με τους χαμένους για πάντα αγαπημένους τους κατεβαίνοντας στην ανηχοϊκή
κρύπτη, την κατάλληλα διακοσμημένη και εξοπλισμένη με τους μηχανισμούς
ανεβάσματος και κατεβάσματος διαφόρων ειδώλων, ενώ οι ιερείς κυκλοφορούσαν
ανάμεσα σε διπλούς τοίχους κάνοντας διάφορα σαν να ήταν πρόγονοι τού "μάγου"
Ντέιβιντ Κόπερφιλντ. (Πηγή: "Ηigh-tech κάθοδος στον... Αδη", tovima.gr.
Διαβάστε επίσης στην «Ελεύθερη Έρευνα» το άρθρο:
Η αρχαία επιστήμη στην υπηρεσία τού 12θεϊστικού ιερατείου).
»Ο Λουκιανός, στο έργο
του Μένιππος ή Νεκυομαντεία, που γράφτηκε το 2ο αι. μ.Χ., δίνει
μία παραστατική και ιδιαίτερα σκωπτική περιγραφή από την εμπειρία τού
χρηστηριαζόμενου Μένιππου, τοποθετεί όμως το Νεκρομαντείο στην Ανατολή,
ανάμεσα στον Τίγρη και Ευφράτη. Εκεί ο Μένιππος υφίσταται πρωινές
ψυχρολουσίες για 29 συνεχόμενες μέρες, ακούει ακατάληπτα ξόρκια, κοιμάται
στο ύπαιθρο, τρώει καρύδια, πίνει γάλα, κρασί και νερό, πηγαίνει στο ποτάμι
και επιστρέφει περπατώντας ανάποδα οδηγούμενος από τους ιερείς, δέχεται
φτυσίματα στο πρόσωπο, ώσπου να κριθεί έτοιμος για τη συνάντηση με τους
νεκρούς.
» Αυτές είναι μόνο κάποιες από
τις αναφορές των αρχαίων συγγραφέων στο Νεκρομαντείο τού Αχέροντα και στις
μυστηριακές τελετές του, οι οποίες βέβαια απηχούν τις αντιλήψεις και τις
δοξασίες των ανθρώπων τής εποχής κατά την οποία γράφτηκαν. Ο Όμηρος
προσφέρει μία επική - μυθική προσέγγιση τού θέματος, ο δε Λουκιανός μία
σατυρική - υπαινικτική προσέγγιση, ανάλογη τού σκεπτικισμού και τής
αμφισβήτησης των αρχαίων θρησκειών, που διακρίνει την εποχή του. Πόσο όμως
απέχουν ο μύθος και η σάτιρα από την πραγματικότητα σε συνδυασμό με τα
ανασκαφικά δεδομένα;
» Ο αρχαιολόγος Σωτήρης
Δάκαρης ταύτισε το μνημειακό συγκρότημα, που ανέσκαψε στο ύψωμα στη βόρεια
όχθη τού Αχέροντα, με την ελληνιστική φάση τού Νεκρομαντείου. Ο ίδιος
σημειώνει, πως η περιγραφή της τοποθεσίας από τον Όμηρο μοιάζει τόσο με τη
σημερινή, ώστε οδήγησε ακόμη και τον περιηγητή Παυσανία στην υπόθεση, ότι ο
ποιητής είχε έρθει ο ίδιος εδώ ή γνώριζε τη θέση από παλαιότερα έπη.
» Σύμφωνα με το Σ. Δάκαρη η
λειτουργία τού Νεκρομαντείου ανάγεται στα προϊστορικά χρόνια, όταν οι
τελετουργίες τελούνταν σε κάποιο σπήλαιο ή άνοιγμα τής γης, που θεωρήθηκε
σαν είσοδος στον Κάτω Κόσμο. Ανάμεσα στα ευρήματα τής ανασκαφής του
βρίσκονται προϊστορικοί τάφοι, κεραμική και αρχαϊκά ειδώλια τής Περσεφόνης.
Κατά τον κ. Δάκαρη τα όποια κατάλοιπα των προγενεστέρων περιόδων
καταστράφηκαν, όταν κατά τον 4ο αι. π.Χ. οικοδομήθηκε στην κορυφή
τού λόφου το σωζόμενο μέχρι σήμερα μνημειακό συγκρότημα. Το ανατολικό
παλαιότερο τμήμα τού συγκροτήματος περιλαμβάνει το κυρίως ιερό στο κέντρο
και διαδοχικούς διαδρόμους περιμετρικά με χώρους προετοιμασίας των πιστών.
Το δυτικό νεότερο τμήμα τού συγκροτήματος περιλαμβάνει τις αποθήκες καθώς
και τα δωμάτια των ιερέων και των επισκεπτών.
» Με βάση τα ευρήματα ο
Σ. Δάκαρης αναπαρέστησε τη διαδικασία τής νεκρομαντείας, σύμφωνα με την
οποία οι επισκέπτες εισέρχονταν από τη βόρεια είσοδο στο δυτικό τμήμα τού
συγκροτήματος, όπου περίμεναν μέρες μέχρι να έρθει η σειρά τους για να μπουν
στο ιερό του Άδη. Την κατάλληλη μέρα περνούσαν την πύλη τού βόρειου
διαδρόμου και έμεναν για άγνωστο χρονικό διάστημα στα δωμάτια, όπου
εντοπίστηκαν εστίες και ένας λουτρώνας, προκειμένου να προετοιμαστούν ψυχικά
και σωματικά. Στους χώρους αυτούς, όπου δεν έφτανε το φως τής ημέρας,
υποβάλλονταν σε ειδική δίαιτα, σχετική με τα νεκρόδειπνα (χοιρινό κρέας,
κριθαρένιο ψωμί, στρείδια, κουκιά, γάλα και μέλι), καθώς και σε τελετές
μαγείας και εξαγνισμού με λουτρά για να καθαρθούν, άκουγαν τις ακατάληπτες
δεήσεις των ιερέων και φορτίζονταν ψυχολογικά.
» Πριν την είσοδο τους στον
ανατολικό διάδρομο έριχναν αποτρόπαια πέτρα σε λιθοσωρό -που εντοπίστηκε
στην τρίτη πύλη τού βόρειου διαδρόμου- και έπλεναν τα χέρια τους. Στο βόρειο
δωμάτιο τού ανατολικού διαδρόμου προετοιμάζονταν ακόμη πιο αυστηρά, ώσπου να
έρθει η μέρα, που θα ήταν έτοιμοι για την επαφή με τους νεκρούς.
Εκείνη τη μέρα διέσχιζαν μαζί με τον ιερέα τον ανατολικό διάδρομο, όπου
τελούσαν θυσίες σε πυρά και χοές, ενώ φτάνοντας στο νότιο δαιδαλώδη διάδρομο
προσέφεραν κριθάρι. Κατά το Σ. Δάκαρη, ο δαιδαλώδης διάδρομος με τις τρείς
σιδερόφραχτες τοξωτές πύλες δημιουργούσε στους πιστούς την εντύπωση τής
περιπλάνησης στο σκοτεινό λαβύρινθο τού Άδη.
» Στη συνέχεια έμπαιναν στην
κύρια αίθουσα του ιερού, όπου έριχναν έναν ακόμη αποτρόπαιο λίθο, έκαναν
χοές και περίμεναν την εμφάνιση τού νεκρού. Στο χώρο αυτό βρέθηκαν κατά τις
ανασκαφές καρφιά, τροχαλίες και άλλα μεταλλικά εξαρτήματα, που κατά τον κ.
Δάκαρη χρησίμευαν για να ανεβοκατεβάζουν -με τη βοήθεια ενός γερανού- οι
ιερείς είδωλα των νεκρών, τα οποία σε συνδυασμό με την υποβλητικότητα και τη
σκοτεινιά τού χώρου, τη ζάλη από τις παραισθησιογόνες τροφές και τη φόρτιση
από τις τελετουργίες δημιουργούσαν στους πιστούς την ψευδαίσθηση, ότι
επικοινωνούν με τους νεκρούς. Ο ίδιος θεωρεί, ότι το ασυνήθιστα μεγάλο πάχος
των τοίχων (3,30μ.) τού κεντρικού κτιρίου έκρυβε διαδρόμους για την αθέατη
διέλευση των ιερέων.
» Εκατέρωθεν τής κύριας
αίθουσας υπάρχουν δύο ορθογώνιοι αποθηκευτικοί χώροι με τρία δωμάτια ο
καθένας, όπου βρέθηκαν δεκάδες πιθάρια με απανθρακωμένα δημητριακά, όπως
σιτάρι, κριθάρι και λούπινα. Βρέθηκαν επίσης μεταξύ άλλων γεωργικά και
ξυλουργικά εργαλεία, μυλόπετρες, χαλινάρια αλόγων, καθώς και ειδώλια τής
Περσεφόνης και παράσταση τού Κέρβερου. Κάτω από την κύρια αίθουσα βρίσκεται
ένας υπόγειος υπόσκαφος χώρος με πώρινα τόξα στη οροφή, ο οποίος κατά το Σ.
Δάκαρη ήταν απρόσιτος και πιθανώς συνδεόταν με το σπήλαιο τής προϊστορικής
λατρείας.
» Μετά το τέλος τής
διαδικασίας οι επισκέπτες έπρεπε να καθαρθούν από την επαφή τους με
τους νεκρούς και να μην έρθουν σε επαφή με τους εισερχόμενους. Έβγαιναν
αρχικά από τον ανατολικό διάδρομο και μέσω μικρής θύρας περνούσαν σε ένα
εξωτερικό διάδρομο, όπου υποβάλλονταν σε τριήμερο καθαρμό. Στο τέλος
αποχωρούσαν από το ιερό από την ανατολική πλαγιά τού λόφου προς τον Κωκκυτό,
ορκισμένοι να μην πουν ποτέ τίποτε σε κανέναν για όσα είδαν και άκουσαν.
» Ο Σ. Δάκαρης ενίσχυσε την
άποψή του για τη χρήση τού χώρου και το τελετουργικό τής νεκρομαντείας και
με άλλες παρατηρήσεις, όπως τη δεξιόστροφη κίνηση των πιστών μέσα στο ιερό,
την τριμερή διαίρεση των χώρων, τις τρεις πύλες τού λαβυρίνθου και τις τρεις
φάσεις τής προετοιμασίας, αντίστοιχες με αυτές στα Καβείρια μυστήρια.
Αξίζει, ωστόσο, να αναφερθεί και μία νεότερη αρχαιολογική ερμηνεία, η οποία
δίνει εντελώς διαφορετική διάσταση στον αρχαιολογικό χώρο στο λόφο πάνω από
τον ποταμό Αχέροντα. Ο αρχαιολόγος Dietwulf Baatz αναγνωρίζει στο μνημειακό
συγκρότημα μία οχυρή ιδιωτική οικία των ελληνιστικών χρόνων με έναν αρχικό
κεντρικό πυρήνα και μεταγενέστερα περιφερειακά βοηθητικά δωμάτια, διαδρόμους
και αυλές. Την άποψή του στηρίζει κυρίως στα εξαρτήματα από έξι καταπέλτες
βελών, στα γεωργικά εργαλεία και τα σύνεργα ψαρέματος που βρέθηκαν στις
ανασκαφές, ενώ επίσης σημαντικό στοιχείο είναι η μικρή παρουσία ειδωλίων,
όταν ακόμη και σε μικρής σπουδαιότητας ιερά ο αριθμός των ειδωλίων τής
τιμώμενης θεότητας είναι σημαντικά μεγαλύτερος.»
«Ε.Ε.»: Πού αλλού
υπάρχουν νεκρομαντεία και τι συνέβαινε με αυτά;
« Τα Νεκρομαντεία ή νεκυομαντεία -από την
αρχαία ελληνική λέξη νέκυς, που δηλώνει την ψυχή τού νεκρού- ήταν ιεροί
τόποι, όπου οι πιστοί επικαλούνταν τούς νεκρούς, επικοινωνούσαν μαζί τους,
έθεταν ερωτήσεις για ζητήματα που τούς απασχολούσαν ή ζητούσαν προβλέψεις
για το μέλλον. Η πρακτική αυτή στηριζόταν στην πίστη, ότι η ψυχή μετά το
θάνατο απελευθερώνεται από το σώμα και αποκτά μαντικές ικανότητες. Καθώς ο
πιστός ερχόταν ο ίδιος σε επαφή με το νεκρό, απαραίτητη προϋπόθεση ήταν η
προετοιμασία του, που κρατούσε μέρες, ώστε να καθαρθεί σωματικά και ψυχικά,
με κατάλληλη διατροφή, ψυχρολουσίες, θυσίες, όρκο τής σιωπής κ.α..»
H κατάβαση στον
κόσμο των νεκρών υπήρξε ο πιο σπουδαίος άθλος για πολλούς μυθικούς
ήρωες: ο Ορφέας κατέβηκε στον Άδη αναζητώντας την αγαπημένη του Ευριδίκη, ο
Ηρακλής για να αναμετρηθεί με τον Κέρβερο και να τον οδηγήσει στον Ευρυσθέα,
ο Θησέας με το φίλο του, Πείριθου, για να αρπάξουν την ίδια τη θεά
Περσεφόνη.
Ο θρησκευτικός
τουρισμός ήταν ανεπτυγμένος από την αρχαιότητα. Όλο τον πλούτο και
τη φήμη της η Λιβαδειά την όφειλε στο μαντείο τού Τροφωνίου, ένα
μυστικιστικό κέντρο, όπου οι αφελείς πιστοί -με τη μεσολάβηση πάντα
των δωδεκαθεϊστών ιερέων και με το αζημίωτο- μπορούσαν να έλθουν σε
επικοινωνία με τους νεκρούς.
Πίστευαν, ότι, όταν η ψυχή
εγκατέλειπε το σώμα, πέρναγε στην αιωνιότητα κ.λπ.. (Αυτά υιοθέτησε ο
χριστιανισμός αργότερα, ο οποίος βασίστηκε ακριβώς στις αντιλήψεις αυτές.
Δεν ήταν ο χριστιανισμός αυτός που τις ανακάλυψε). Χάρη σε τελετουργίες και
θυσίες, η ψυχή μπορούσε να προβλέψει το μέλλον των ζωντανών.
Οι ιερείς κρατούσαν τους
προσκυνητές σε απομόνωση με νηστεία πολλών ημερών και ειδική δίαιτα
βασισμένη σε όσπρια και παραισθησιογόνες ουσίες. Κατόπιν τούς άρχιζαν τις
θεαματικές σκηνοθεσίες. Τούς τοποθετούσαν στην απομόνωση σε μιά σκοτεινή
σπηλιά σαν τάφο, όπου έβλεπαν μέσα στο σκοτάδι αποκαλυπτικές εικόνες κι
άκουγαν προφητικά λόγια. (Φαίνεται πώς ο άγιος Αντώνιος, που κλεινόταν για
καιρό σε τάφους κι έβλεπε οράματα δεν ήταν ο πρώτος διδάξας. Διαβάστε στην «Ελεύθερη
Έρευνα»:
Χριστιανική παραζάλη θαυμάτων). Μετά, βγαίνοντας στο φως τού ήλιου ήταν
σαν υπνωτισμένοι, σαν σε έκσταση. Ήταν σαν να ανασταίνονταν φέρνοντας στην
καινούρια τους ζωή τις εικόνες που είδαν, την αποκάλυψη και την ερμηνεία
όλων όσων δέχτηκαν στον Κάτω Κόσμο. Οι ιερείς τούς τοποθετούσαν σε ένα θρόνο
και τούς "βοηθούσαν" να ερμηνεύσουν τα όσα είχαν δει κι είχαν ακούσει. Κάτι
αντίστοιχο γινόταν και στα φημισμένα μυστήρια τής αρχαιότητας
(Ελευσίνια κ.λπ. κ.λπ.· όπως λέει κι ένα σύγχρονο τραγούδι: "Και φούμα-φούμα
στα βοτσαλάκια, αγίους έβλεπα και αγγελάκια...").
Στην εικόνα φαίνονται
κόγχες λαξευμένες στον βράχο για την τοποθέτηση αναθημάτων από το χώρο τού
ιερού τού Tροφωνίου. (Και τότε πήγαιναν τάματα οι πιστοί τού δωδεκάθεου,
όπως πηγαίνουν στις διάφορες παναγίες και αγίους οι χριστιανοί οι σήμερα.)
»Χάσματα, λίμνες,
σπήλαια και φαράγγια, εκεί όπου το νερό ανέβλυζε, έρεε ή χανόταν στα έγκατα
τής γης θεωρήθηκαν από τους ανθρώπους είσοδοι στον Κάτω Κόσμο. Άλλωστε, η
μυθική τοπογραφία τού Κάτω Κόσμου περιστρεφόταν γύρω από τη λίμνη, που
διέπλεαν οι ψυχές πάνω σε βάρκα για να φτάσουν στον Άδη. Πολλά είναι τα
γνωστά -από τις γραπτές πηγές ή / και τα ανασκαφικά ευρήματα- νεκρομαντεία:
τού Ποσειδώνα στο Ταίναρο, τού Τροφωνίου στη Λιβαδειά, στην Κύμη τής Κάτω
Ιταλίας, στην Ηράκλεια τού Πόντου, στην Ερμιόνη τής Αργολίδας, το πιο
διάσημο όμως από όλα ήταν με κάθε βεβαιότητα το Νεκρομαντείο-Νεκυομαντείο
τού Αχέροντα.»
Γιάννης Λάζαρης