Η πολυπόθητη αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού
του Kώστα Λαπαβίτσα
Αναδημοσίευση από
Kώστας Λαπαβίτσας
Κυριακή, 9 Αυγούστου 2015
Η μνημονιακή
παράταξη - που πρόσφατα πανηγυρίζει γιατί ετοιμάζεται να συμπεριλάβει
και τον Σύριζα - έχει ξοδέψει τόνους μελάνης για να μας πείσει ότι τα
μνημόνια και η λιτότητα δεν είναι το πρόβλημα της χώρας μας. Στην
πραγματικότητα, μας λένε, η Ελλάδα, μας λένε, πάσχει επειδή δεν εφάρμοσε
μεταρρυθμίσεις, πολλές από τις οποίες περιλαμβάνονται στα μνημόνια. Το
ίδιο βαρύγδουπο επιχείρημα συχνά απευθύνεται και κατά όσων κάνουν
κριτική στο ευρώ. Δεν φταίει το κοινό νόμισμα για την κατάσταση της
οικονομίας και την κοινωνίας μας. Φταίμε εμείς που δεν κάνουμε
μεταρρυθμίσεις.
Όταν όμως πρέπει οι μνημονιακοί να μας πουν
συγκεκριμένα τι εννοούν με μεταρρυθμίσεις, τα πράγματα γίνονται μάλλον
ακατανόητα για τον πολύ κόσμο. Φαίνεται ότι οι μεταρρυθμίσεις που
χρειάζεται η Ελλάδα είναι η μείωση των μισθών και των συντάξεων, η
διάλυση του συντεταγμένου πλαισίου των εργασιακών σχέσεων, η απορρύθμιση
των αγορών και οι ιδιωτικοποιήσεις. Η ανάπτυξη θα έρθει με τη μείωση των
μισθών κάτω από τα 500 ευρώ και την απελευθέρωση των ταξί και των
φαρμακείων ... 'Η με το κύμα ξένων επενδύσεων που θα ξεσπάσει μόλις το
"κακό κράτος" συρρικνωθεί ... Πώς να μην απαξιώνει ο πολύς κόσμος ακόμη
και την έννοια των μεταρρυθμίσεων όταν χρησιμοποιούνται τέτοια φαιδρά
επιχειρήματα;
Η Ελλάδα φυσικά χρειάζεται δομικές μεταρρυθμίσεις
ώστε να περάσει σε διαδικασία ταχύρρυθμης ανάπτυξης με αύξηση των
εισοδημάτων και κοινωνική δικαιοσύνη. Μόνο που οι απαραίτητες
μεταρρυθμίσεις δεν είναι αυτές που προτείνει το ΔΝΤ και θα επιβάλλει το
νέο μνημόνιο. Οι μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται είναι αυτές που θα
προσδιορίσουν μια νέα σχέση του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα στη χώρα
μας, αποκόπτοντας τον ομφάλιο λώρο ανάμεσα στο μεγάλο κεφάλαιο και στις
δημόσιες προμήθειες και τα δημόσια έργα, αναδιαρθρώνοντας συνολικά το
χρηματοπιστωτικό σύστημα με εθνικοποίηση και δημόσια λειτουργία και
εκσυγχρονίζοντας τους μηχανισμούς του κράτους για να έχουν
ανταποδοτικότητα και να μπορούν να δώσουν κατεύθυνση στην οικονομία. Τα
παραδείγματα υπάρχουν και βρίσκονται στην Ασία και όχι στα παρωχημένα
μοντέλα του ΔΝΤ που συστηματικά αποτυγχάνουν παγκοσμίως.
Οι μήνες της διακυβέρνησης του Σύριζα δεν έφεραν
πολλές επιτυχίες και ήδη μας οδηγούν σε νέο μνημόνιο. Μία από τις λίγες
ενθαρρυντικές εξελίξεις το διάστημα αυτό, που μπορεί να ρίξει φως στο
θέμα των σωστών δομικών μεταρρυθμίσεων για την ανάπτυξη, συνέβη στο χώρο
της κλωστοϋφαντουργίας. Υπάρχουν μαθήματα για όλους εδώ και καλό θα
είναι η προσπάθεια να στηριχτεί και να μελετηθεί γενικότερα.
Παραθέτω ένα σχετικό άρθρο που συνέγραψα με τον Γ.
Μουσουλίδη, τελευταίο Διευθύνοντα Σύμβουλο της ΕΝΚΛΩ.
Αναδημοσίευση από την Καθημερινή, 9 Αυγούστου
2015
Τους τελευταίους μήνες έχει πάρει σάρκα και οστά
μια σημαντική προσπάθεια για την αναβίωση της κλωστοϋφαντουργίας στην
Ημαθία και τη Θράκη. Δεν υπάρχει φυσικά καμία εγγύηση επιτυχίας, αλλά τα
χαρακτηριστικά της είναι εντυπωσιακά και μας δίνουν μια μικρή γεύση του
τι μπορεί πραγματικά να σημαίνει η αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού
στη χώρα μας. Αν η προσπάθεια πετύχει, θα υπάρξει ίσως ένα μοντέλο και
για άλλες δραστηριότητες που σήμερα βρίσκονται σε αδράνεια, ή
ανυπαρξία.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, η Ελλάδα
ακολούθησε λάθος δρόμο ανάπτυξης, υπερτονίζοντας τον τομέα των υπηρεσιών
και συρρικνώνοντας τον πρωτογενή και τον δευτερογενή τομέα. Το
αποτέλεσμα ήταν να εξασθενίσει τη θέση της στον διεθνή καταμερισμό
εργασίας και να παρουσιάζει μεγάλα ελλείμματα στο εμπορικό ισοζύγιο. Το
μοντέλο ανάπτυξης φαλκίδευε συστηματικά των ανταγωνισμό και δημιούργησε
έναν κρατικοδίαιτο ιδιωτικό τομέα. Τέλος, ο ιδιωτικός χρηματοπιστωτικός
τομέας απέτυχε πλήρως και μέσω της διόγκωσης του δανεισμού το 1998-2007
συνέβαλλε αποφασιστικά στην αποδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού.
Με το ξέσπασμα της κρίσης, η τραπεζική απομόχλευση
σε συνδυασμό με τη λιτότητα και την εσωτερική υποτίμηση οδήγησαν τον
παραγωγικό τομέα σε κατάρρευση. Η υποχώρηση της βιομηχανικής παραγωγής
μετά το 2008 έφτασε το 35%. Η κρίση ανέδειξε όλα τα δομικά προβλήματα
της ελληνικής οικονομίας και επιβεβαίωσε ότι μπορούν να αντιμετωπιστούν
μόνο με ριζική αναθεώρηση της δομής της, καθώς και των
χρηματοοικονομικών εργαλείων υποστήριξής της.
Οι ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για
να ξαναμπεί σε τροχιά ανάπτυξης η ελληνική οικονομία δεν έχουν σχέση με
το λεγόμενο «αναπτυξιακό» κομμάτι των μνημονίων. Οι ιδέες του ΔΝΤ για
απορρύθμιση των αγορών, συρρίκνωση του κράτους, μείωση του μισθολογικού
κόστους και τα παρόμοια είναι τελείως παρωχημένες. Οι χώρες με τη
στιβαρότερη ανάπτυξη τις τέσσερις τελευταίες δεκαετίες βρίσκονται στην
Ασία και στηρίχτηκαν στον ενεργό ρόλο του κράτους, κυρίως για δημόσιες
επενδύσεις, με σταθερά αυξανόμενους μισθούς και ισχυρή δημόσια παρουσία
στην οικονομία. Δεν δίστασαν να παρέμβουν ενεργά στην λειτουργία των
αγορών και αντιμετωπίζουν το ΔΝΤ σχεδόν με αποστροφή.
Η αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού στην Ελλάδα
πρέπει να βασιστεί σε μια νέα σχέση δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, με
απεξάρτηση των μεγάλων ιδιωτικών επιχειρήσεων από το δημόσιο ταμείο και
με παράλληλη βελτίωση της παραγωγικότητας και της ανταποδοτικότητας του
δημοσίου τομέα. Η αναδιάρθρωση, που θα στοχεύει στην τόνωση του
πρωτογενούς και του δευτερογενούς τομέα, είναι ανέφικτη χωρίς ολική
μεταρρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα, με δημόσια ιδιοκτησία και
διοίκηση. Αυτές είναι οι δομικές μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η χώρα κι
εδώ ακριβώς έγκειται το ενδιαφέρον της προσπάθειας στην
κλωστοϋφαντουργία.
Η Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία (ΕΝΚΛΩ) κατέρρευσε μετά
το χρηματιστηριακό όργιο 1999-2000 και τη σωρεία λαθών που ακολούθησαν.
Μια εταιρεία που συμπύκνωνε 140 χρόνια εμπειρίας στη βιομηχανική
κλωστοϋφαντουργία στη Νάουσα και γενικότερα στην Ελλάδα, με ισχυρότατη
παρουσία στις διεθνείς αγορές, άριστο εργατικό δυναμικό, υψηλή
τεχνολογία και εξαιρετική ποιότητα προϊόντος, βρέθηκε να βουλιάζει κάτω
από χρέη 350 εκ. Τα χρέη οφείλονται πρωτίστως στις τράπεζες, αλλά και
στο δημόσιο ως ασφαλιστικές και φορολογικές οφειλές, όπως και στους
εργαζόμενους ως δεδουλευμένα.
Η πρόταση αναβίωσης – που προήλθε από το διοικητικό
προσωπικό της εταιρείας σε στενή συνεργασία με τους εργαζόμενους –
χρησιμοποιεί τον πτωχευτικό κώδικα, επιδιώκοντας να μετατρέψει τα χρέη
σε μετοχικό κεφάλαιο. Θα προκύψει ένα μετοχικό σχήμα όπου την κύρια
ιδιοκτησία θα έχουν το δημόσιο, οι εργαζόμενοι, οι τράπεζες και σε ένα
βαθμό οι παλιοί μέτοχοι. Δεδομένου ότι η αξία της εταιρείας σε μορφή
σκραπ δεν είναι πάνω από 16 εκ ευρώ, όλοι μπορούν να βγουν δυνάμει
κερδισμένοι.
Το επιχειρηματικό σχέδιο είναι άριστο. Θα γίνει
επανεκκίνηση δύο εργοστασίων στη Ροδόπη και Μαρώνεια (νήμα κόμπακτ το
οποίο θα εξάγεται) και ενός στη Στενήμαχο της Νάουσας (νήμα μόδας και
ρούχο με ετικέτα). Προβλέπεται καθετοποίηση της παραγωγής που χρόνια
τώρα είναι το ζητούμενο στην κλωστοϋφαντουργία: το βαμβάκι της
Μακεδονίας θα εξάγεται ως ρούχο υψηλής ποιότητας στις ΗΠΑ. Οι υπόλοιπες
εγκαταστάσεις και τα λοιπά περιουσιακά στοιχεία θα δοθούν σε δημόσιο και
τράπεζες έναντι του μέρους των απαιτήσεών τους προς την ΕΝΚΛΩ. Θα
χρειαστεί επίσης ένας δανεισμός 5-6 εκατ. ευρώ, για τη συντήρηση του
εξοπλισμού και κεφάλαιο κίνησης. Οι εργαζόμενοι θα είναι περίπου 350 τον
πρώτο χρόνο με προοπτική ταχείας αύξησης. Οι μισθοί τους, σημειωτέον, θα
ξεκινούν από το θρυλικό πια 751.
Πρόκειται για φιλόδοξη και έξυπνη προσπάθεια
αξιοποίησης του υπάρχοντος εξοπλισμού αλλά και της τεχνογνωσίας που
ενσωματώνεται στους απολυμένους κλωστοϋφαντουργούς. Και τα δύο θα πάνε
χαμένα σε λίγα χρόνια. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του εγχειρήματος όμως
είναι η μορφή της διακυβέρνησης, η οποία για την ώρα δεν έχει λάβει
τελική μορφή. Δεν πρόκειται για αυτοδιαχειριστική εταιρεία, ούτε φυσικά
για ΔΕΚΟ. Τον πρώτο λόγο θα έχει το δημόσιο και οι εργαζόμενοι,
διασφαλίζοντας τον κοινωνικό χαρακτήρα του εγχειρήματος, αλλά θα υπάρξει
και διακριτή παρουσία ιδιωτών, με προοπτική περαιτέρω συμμετοχής. Αν η
εταιρεία σταθεί στα πόδια της, θα έχει τη δυνατότητα να βρει το δικό της
δρόμο, χωρίς να πέσει στην παγίδα είτε της αποτυχημένης ιδιωτικής
πρωτοβουλίας, είτε του κρατισμού.
Η αναβίωση της ΕΝΚΛΩ έχει φυσικά τεράστια σημασία
για τις τοπικές κοινωνίες. Μπορεί όμως να γίνει και μοντέλο για άλλες
παραγωγικές δραστηριότητες, ιδίως στο θέμα της μετατροπής χρεών σε
κεφάλαιο και στη σχέση δημόσιου και ιδιωτικού. Το πλέον εντυπωσιακό
στοιχείο της είναι ότι προήλθε «από τα κάτω», δηλαδή αυτόνομα και από
ανθρώπους που γνωρίζουν και αγαπούν τον κλάδο. Δεν είναι προϊόν
θεωρητικής ανάλυσης. Τέτοιες ακριβώς προσπάθειες σφράγισαν την τεράστια
επιτυχία της Ασίας. Ας ελπίσουμε ότι το πείραμα της ΕΝΚΛΩ θα πετύχει και
θα συμβάλλει στην αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού της χώρας μας.