ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ
ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ,
ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΚΑΙ
ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥΠΟΛΗ
451
10 ΙΩΑΝΝΙΝΑ
ΤΗΛ.:
2651-0-05659, 05651 -
FAX:
2651-0-05834
E-mail:
kpetsios@cc.uoi.gr
ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Θ. ΠΕΤΣΙΟΣ
Ιωάννινα,
13. 6. 2013
Ανακοίνωση
του Προέδρου του Τμήματος
Φιλοσοφίας – Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας
της
Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
για την κατάργηση της Δημόσιας
Τηλεόρασης και Ραδιοφωνίας
Κωνσταντίνος Θ. Πέτσιος
Διαπιστώνουμε με
έκπληξη σήμερα ότι τα όρια της συμβολικής και της πραγματικής βίας που
ασκείται τα τελευταία χρόνια από τους κυβερνώντες τη χώρα μας
διευρύνονται συνεχώς και με απροκάλυπτο τρόπο. Πράξεις αυθαιρεσίας που
δεν παραπέμπουν απλώς σε σκοτεινές περιόδους της Ιστορίας μας αλλά
υπερβαίνουν και τις πλέον αυταρχικές μορφές επιβολής της βούλησης της
εξουσίας στο κοινωνικό σύνολο, προκλητική ακύρωση των διατάξεων του
Συντάγματος και αναγόρευση ψευδεπίγραφων πράξεων νομοθετικού
περιεχομένου σε «νόμους άνομους» συνθέτουν ένα ζοφερό ψηφιδωτό στη θέα
του οποίου ωχριούν οι περιγραφές George
Orwell.
Η υπονόμευση κάθε
έννοιας της, κατ’ επίφαση πλέον, ελευθερίας και συνταγματικής τάξης
επιβεβαιώθηκε με την απόφαση της Κυβέρνησης να καταργήσει τη Δημόσια
Τηλεόραση και Ραδιοφωνία προβάλλοντας ως προσχηματικό επιχείρημα την
αποκάθαρσή της από νοσούντα φαινόμενα διαχείρισης και αδιαφάνειας, στο
πλαίσιο βεβαίως της ευρύτερης δημοσιονομικής πολιτικής λιτότητας που
υπαγορεύεται από ευρωπαϊκά κέντρα.
Παραγνωρίζει
βεβαίως η Κυβέρνηση και οι πολυώνυμοι συμπαραστάτες της ότι στην
προκειμένη περίπτωση υπάρχουν δύο διακριτά επίπεδα: Πρώτον, η
κακοδιαχείριση και ο ανορθόλογος τρόπος επιμερισμού των οικονομικών
πόρων που προέρχονται από τους Έλληνες φορολογούμενους, ζητήματα για τα
οποία ευθύνονται αποκλειστικά όλες οι Κυβερνήσεις που χρησιμοποίησαν τον
συγκεκριμένο Οργανισμό ως όχημα για την προώθηση των κομματικών τους
επικοινωνιακών (και όχι μόνον) αναγκών. Δεύτερον το δημόσιο αγαθό της
δυνατότητας να παρέχεται στους πολίτες σφαιρική και υπεύθυνη ενημέρωση
και να παρουσιάζονται εκφάνσεις της Παιδείας, του Πολιτισμού και της
Οικολογίας, που δεν υπαγορεύονται από αγοραία και ιδιοτελή συμφέροντα,
αποτελεί θεσμική υποχρέωση της συνταγματικής Πολιτείας και, κατά
συνέπεια, δεν είναι εκχωρήσιμο.
Η μετατροπή από
δεκαετίες τώρα της Δημόσιας Τηλεόρασης και Ραδιοφωνίας σε κρατικό,
δηλαδή κομματικό, φορέα δεν αποτελεί επαρκή λόγο για την κατάργησή του,
αφού στοιχειώδης πολιτική βούληση θα ήταν ικανή προϋπόθεση για τη
διασφάλιση του κοινωνικού αγαθού της ελεύθερης, έγκαιρης και έγκυρης
πληροφόρησης της κοινωνίας των πολιτών. Είναι εμφανές ότι η σκόπιμη
σύγχυση των δύο επιπέδων εξυπηρετεί επιδιώξεις που αποβλέπουν στη
συγκάλυψη των πραγματικών προθέσεων, οι οποίες δεν είναι άλλες από τη
μετατροπή των δημοσίων αγαθών σε προϊόντα και υπηρεσίες που θα
αποτιμώνται και θα παρέχονται αποκλειστικά με τα κριτήρια του κέρδους.
Το γεγονός της
απόλυσης των 2.500 και πλέον εργαζομένων, με τις οδυνηρές συνέπειές του
στην προσωπική και οικογενειακή τους ζωή σε μια περίοδο δύστηνης
οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας, αποτελεί μόνον τη μία όψη
του νομίσματος· σε αυτήν εγγράφονται, άλλωστε, και οι χιλιάδες των
απολυθέντων στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα –και όσες αναμένονται,
δυστυχώς, να ακολουθήσουν– που αντιμετωπίζονται, τις περισσότερες φορές,
από ποικιλώνυμους υποστηρικτές τους με ψηφοθηρικής απόβλεψης οιμωγές.
Όμως υπάρχει και ένα ακόμη μείζον διακύβευμα το οποίο βρίσκεται, κατά τη
γνώμη μου, στην άλλη όψη του νομίσματος: πρόκειται για την
αντισυνταγματική, αυτάρεσκη, απροκάλυπτη και βίαιη επιβολή της βούλησης
της Κυβέρνησης να αποσαρθρώσει τις δομές που συγκροτούν τον δημόσιο χώρο
και να απαξιώσει τα δημόσια αγαθά, εκχωρώντάς τα με μεθοδικότητα στην
αγοραία συναλλαγή, εν ονόματι μιας επίπλαστης ανάπτυξης.
Στη στόχευση αυτή
εδραίο μέλημα της συγκεκριμένης Κυβέρνησης, η οποία ακολουθεί με
εκπλήσσουσα ακρίβεια την πορεία που χάραξαν οι προηγούμενες Κυβερνήσεις,
είναι η δημιουργία φοβικών συνδρόμων στους πολίτες, έτσι ώστε κάθε
στοιχειώδης πρόθεση αντίστασης να υποκατασταθεί ενστικτωδώς με την
άβουλη εκτέλεση των απαιτήσεων της εξουσίας των αγορών. Παρά το γεγονός
όμως ότι οι επιχώριοι Ρήτορες αποπειρώνται να μας πείσουν για το
αντίθετο, διαφεύγει της προσοχής τους ότι η Ιστορία του 20ου αιώνα
πιστοποιεί με αδιάψευστο τρόπο ότι οι αυτοαναγορευθέντες ως «σωτήρες»
δεν ήταν τίποτε άλλο παρά «ολετήρες».
Στην παρούσα
συγκυρία το χρέος μας ως ακαδημαϊκών δασκάλων δεν εξαντλείται στην
επιστημονική κατάρτιση των φοιτητών μας και την καλλιέργεια της κριτικής
τους σκέψης, αλλά οφείλουμε, ταυτόχρονα, να αναδείξουμε με υπευθυνότητα
τους τρόπους με τους οποίους θα αποτραπεί η επιχειρούμενη διαμόρφωση
καθημαγμένων συνειδήσεων που αναντίρρητα θα υπακούουν στα αυθαίρετα
κελεύσματα της εξουσίας και θα συστοιχίζονται άκριτα με τις ολοένα
αυξανόμενες απαιτήσεις της αγοράς.
Κωνσταντίνος Θ. Πέτσιος
Καθηγητής Ιστορίας της Φιλοσοφίας
Πρόεδρος του Τμήματος Φ.Π.Ψ.