6ο Πανελλήνιο Συνέδριο
του Ινστιτούτου Μελέτης,
Έρευνας και Εκπαίδευσης,
για το Σακχαρώδη Διαβήτη και
τα Μεταβολικά Νοσήματα
-Συνεχώς αυξάνεται η
νοσηρότητα και η θνησιμότητα από νοσήματα του μεταβολισμού
8 – 10
Απριλίου 2016 στα Γιάννενα
Ξενοδοχείου DuLac
Στις ημέρες μας η αυξανόμενη συχνότητα,
νοσηρότητα και θνησιμότητα των νοσημάτων του μεταβολισμού
(Παχυσαρκία, Μεταβολικό Σύνδρομο, Σακχαρώδης Διαβήτης, Υπέρταση,
Δυσλιπιδαιμία) και των επιπλοκών τους - κύρια των καρδιαγγειακών
νοσημάτων – οδηγούν την Ιατρική κοινότητα στην αναγκαιότητα της
πρόληψης, της έγκαιρης διάγνωσης και της σωστής αντιμετώπισής τους.
Με στόχο τη μείωση του παραπάνω κινδύνου, το
Ινστιτούτο Μελέτης, Έρευνας και Εκπαίδευσης για το Σακχαρώδη Διαβήτη
και τα Μεταβολικά Νοσήματα οργανώνει το 6ο Πανελλήνιου
Συνέδριο που θα πραγματοποιηθεί στις 8 – 10 Απριλίου 2016 στα
Ιωάννινα, στο Συνεδριακό Κέντρο του Ξενοδοχείου DuLac.
Στο συνέδριο με τη συμμετοχή καταξιωμένων
επιστημόνων θα συζητηθούν επίκαιρα, αλλά και αμφιλεγόμενα θέματα,
καθώς και οι νέες εξελίξεις που αφορούν την πρόληψη και τη
θεραπευτική αντιμετώπιση των μεταβολικών νοσημάτων. Παράλληλα θα
αναλυθούν οι σύγχρονες κατευθυντήριες οδηγίες και η ανάγκη
εξατομίκευσης της θεραπευτικής αγωγής.
Τα παραπάνω επισημαίνει ο πρόεδρος του
Ινστιτούτου κ. Σταύρος Ι.
Παππάς, τονίζοντας πως
«ιδιαίτερη συμβολή στους στόχους του Συνεδρίου έχει η παρουσίαση του
ερευνητικού έργου αξιόλογων συναδέλφων, τους οποίους ευχαριστούμε
ιδιαίτερα. Σε εποχές μεγάλης οικονομικής κρίσης, ιδιαίτερα δύσκολης
για τη χώρα και για όλους μας, η Οργανωτική Επιτροπή έχει καταβάλει
κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε το 6οΠανελλήνιο Συνέδριο να
είναι ευχάριστο και παραγωγικό για τη συνεχιζόμενη εκπαίδευσή του
ιατρικού κόσμου της χώρας».
Βασικές παράμετροι οι οποίες συνθέτουν τον
καρδιομεταβολικό κίνδυνο και χρήζουν ιδιαίτερης αναφοράς είναι η
αθηρωμάτωση, η δυσλιπιδαιμία (τα αυξημένα επίπεδα χοληστερόλης ή/και
τριγλυκεριδίων), η αρτηριακή υπέρταση, ο σακχαρώδης διαβήτης, η
παχυσαρκία και το μεταβολικό σύνδρομο επισημαίνει ο Αντιπρόεδρος του
Ινστιτούτου Μελέτης, Έρευνας & Εκπαίδευσης για το Σακχαρώδη Διαβήτη
& τα Μεταβολικά Νοσήματα, Καθηγητής Παθολογίας Ιατρικής Σχολής
Πανεπιστημίου Ιωαννίνων κ. Μωυσής Ελισάφ..
Σημειώνεται ότι ο αριθμός των διαβητικών
ατόμων στην Ευρώπη μέχρι το 2025 αναμένεται να παρουσιάσει αύξηση
κατά 30-40%, ενώ στις
υπανάπτυκτες χώρες η
αύξηση μπορεί να αγγίξει το 100%. Στην Ελλάδα ο αριθμός των ατόμων
με διαβήτη σχεδόν τετραπλασιάστηκε
τα
τελευταία 30 χρόνια και
εκτιμάται ότι οι διαβητικοί στη χώρα μας είναι περίπου 900.000, δηλ.
το 8% του συνολικού πληθυσμού.
Ο διαβήτης τύπου 2 (ΣΔτ2) κάποτε εθεωρείτο ως
νόσος που προσέβαλε ενήλικα άτομα, ειδικά άτομα που έχουν ξεπεράσει
το 40ό έτος της ηλικίας. Όμως σήμερα ο ΣΔτ2 άλλαξε πρόσωπο και
προσβάλλει και μικρότερες ηλικίες, καθώς και νεαρά άτομα ή και
παιδιά. Η ιλιγγιώδης αύξηση
του ΣΔτ2 οφείλεται σε υψηλό ποσοστό στην αλλαγή των διατροφικών
συνηθειών.
Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού σε παγκόσμια
κλίμακα καταναλώνει τροφές πλούσιες σε λίπη
(διασπώνται δύσκολα) και χαμηλές σε φυτικές ίνες.
Επιπλέον, όλο και περισσότερες οικογένειες στρέφονται στην
κατανάλωση προετοιμασμένων φαγητών.
Υπολογίζεται ότι το ποσοστό των περιστατικών
με ΣΔτ2 στα παιδιά θα ξεπεράσει το 50% παγκοσμίως, την επόμενη
δεκαπενταετία. Τα επόμενα 10-20 χρόνια, εάν δεν υπάρξουν σημαντικές
παρεμβάσεις, εκτιμάται ότι το 40% των νέων περιπτώσεων διαβήτη σε
παιδιά θα είναι τύπου 2.
Παράλληλα, διαστάσεις επιδημίας σε παγκόσμιο
πλέον επίπεδο λαμβάνουν χρόνο με το χρόνο τα καρδιαγγειακά νοσήματα.
Αυτό ακριβώς το γεγονός οδήγησε τους επιστήμονες σε πλήρη καταγραφή
και αξιολόγηση των παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου.
Με τον όρο αυτό αναφέρονται
ορισμένα χαρακτηριστικά τα οποία διακρίνονται σε μη τροποποιήσιμα
(π.χ. φύλο, ηλικία, οικογενειακό ιστορικό εμφάνισης πρώιμης
καρδιαγγειακής νόσου) και τροποποιήσιμα (π.χ. κάπνισμα, υπέρταση,
παχυσαρκία, διατροφή πλούσια σε ζωικά λίπη, έλλειψη σωματικής
δραστηριότητας, αυξημένα επίπεδα σακχάρου και λιπιδίων στο αίμα
κλπ), τα οποία συσχετίζονται σε σημαντικό βαθμό με την καρδιαγγειακή
νόσο.
Η αθηρωμάτωση (ή αθηροσκλήρωση) είναι
εκείνη η διαταραχή του τοιχώματος που έχει ως αποτέλεσμα την
εμφάνιση των καρδιαγγειακών νοσημάτων. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να
αναφερθεί ότι στις ημέρες μας η αθηρωμάτωση αποτελεί την κύρια αιτία
θανάτου. Δεδομένου δε ότι η αθηροσκλήρωση είναι μια πολυπαραγοντική
νόσος, επιβάλλεται η αναγνώριση όλων των παραγόντων κινδύνου (π.χ.
κάπνισμα, υπέρταση, παχυσαρκία, διατροφή πλούσια σε ζωικά λίπη,
αυξημένα επίπεδα χοληστερόλης και σακχάρου κλπ) και η εξατομικευμένη
αντιμετώπισή τους. Μάλιστα υπολογίζεται ότι η θνητότητα από
ισχαιμικά καρδιακά νοσήματα αυξάνεται αλματωδώς και ότι από 8 εκατ.
θανάτους το 2000 αναμένεται να φθάσει τα 11 εκατ. το 2020.
Η κύρια πηγή λίπους της
αθηρωματικής πλάκας είναι η LDL-χοληστερόλη (η λεγόμενη «κακή»
χοληστερόλη). Αντίθετα,
μοναδικό φυσιολογικό μηχανισμό προστασίας αποτελεί η
HDL-χοληστερόλη (η λεγόμενη «καλή» χοληστερόλη), η οποία απομακρύνει
τη χοληστερόλη από τον οργανισμό.
Ένας άλλος λιπιδαιμικός παράγοντας που συσχετίζεται με την
καρδιαγγειακή νόσο είναι τα αυξημένα τριγλυκερίδια (σε επίπεδα
150-500 mg/dl). Ένα χαρακτηριστικό των αυξημένων τριγλυκεριδίων
είναι η συχνή ταυτόχρονη παρουσία μειωμένης HDL-χοληστερόλης, ένας
συνδυασμός που παρατηρείται ιδιαίτερα σε παχύσαρκα και διαβητικά
άτομα και σε πάσχοντες από μεταβολικό σύνδρομο.
Ένας άλλος παράγοντας καρδιομεταβολικού
κινδύνου είναι η αρτηριακή υπέρταση, η οποία παραμένει ένα από τα
σημαντικότερα προβλήματα δημόσιας υγείας παγκοσμίως.
Το 2000 οι ενήλικες υπερτασικοί ασθενείς ήταν 972 εκατ. σε παγκόσμια
κλίμακα, οι οποίοι αναμένεται να αυξηθούν κατά 60% ως το 2025.
Στοιχεία τα οποία προκύπτουν από μια μεγάλη έρευνα καταδεικνύουν ότι
στον υπερτασικό πληθυσμό των ΗΠΑ το 30% αγνοεί ότι πάσχει από
υπέρταση, το 59% βρίσκεται υπό αγωγή και το 34% παρουσιάζει
ελεγχόμενη αρτηριακή πίεση.