Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΗΣ ΤΣΕΧΙΚΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ
Μέ
ἀφορμή
μιά
ἒκθεση ζωγραφικῆς τοῦ
Γιόζεφ Lada
Τοῦ
Κωνσταντίνου
Ἀν. Θεμελῆ*
Ι
Κάθε φορά πού θέλω νά
ξαναζἠσω τή μορφή
πού παίρνουν οἱ
ἀπότομες
ἀλλαγές
τῆς
ψυχικῆς
μου διάθεσης
ἀκούω τίς
ἓξι
Ντούμκι
(Думкн) τοῦ
Ἀντονίν Ντβόζιαακ
(Antonin
Dvořák). (Ἡ
λέξη «ντούμκα» εἶναι
οὐκρανική
καί σημαίνει «σκέψη». Σημαίνει,
ἐπίσης,
τήν ὁμώνυμη
λαϊκή μουσική σύνθεση τῆς
Οὐκρανίας
πού ἒχει
ἐπικο-λυρικό
περιεχόμενο. Ἒγινε
εὐρύτερα
γνωστἠ ἀπό
τίς διαλέξεις τοῦ
Οὐκρανοῦ συνθέτη
Μύκολα Λύσενκο στό Κίεβο καί τήν
Ἁγία
Πετρούπολη, στά 1873-74, καί τήν
ἐθνολογική
μελέτη πού ἐξέδωσε.
Πολλοί μεγάλοι Σλάβοι συνθέτες –ὁ
Τσαϊκόσφσκι, ὁ
Σοπέν, ὁ Ἀλεξάντερ
Μποροντίν, ὁ
Μποχουσλάβ Μαρτινοῦ....–,
συνέθεσαν «Ντούμκι», ἀλλά
ἐκεῖνος πού τήν
ἀνέδειξε σέ
μείζονα μορφή τῆς
κλασσικῆς
μουσικῆς,
ἀλλάζοντας,
ταυτοχρόνως, τό περιεχόμενο καί τή σημασία της
ἦταν
ὁ Ἀντονίν
Ντβόζιαακ. Σήμερα σημαίνει τή σύνθεση
ἡ
ὁποία
δίνει μορφή στίς γρήγορες
ἐναλλαγές
τῆς
μελαγχολίας μέ τήν ὑπερβολή
ἐνέργειας.)
Kάθε φορά πού οἱ σκέψεις μου συγχέονται, γιορτάζω
αὐτή τή σύγχιση ξανακούοντας
τή
Σονάτα γιά βιολί
τοῦ
Λεός
(τό τελικό «σίγμα» εἶναι παχύ)
Γιανάατσιεκ
( Leoš Janáček ).
Ὃταν σκέφτομαι
τήν κοινωνική
ἀποτελεσματικότητα
τῆς
θεατρικῆς
δημιουργίας, θυμᾶμαι
τά
ἀποτελέσματα
πού πέτυχε
ὁ
δραματουργός
Πάβελ Κόχουτ
μέ τό
θεατρικό του κείμενο
Ὁ
Ἀντιπρόσωπος, γιά
τόν Πάπα Πίο XII. Εἶχαν
γραφεῖ
πολλά κείμενα γιά τόν Καθολικισμό καί τούς Ναζί, μερικά
ἀπό αὐτά μέ
ἀπόψεις
παρόμοιες μ’
ἐκεῖνες τοῦ Χόχουτ,
ἀλλά
Ὁ
Ἀντιπρόσωπος
διέφερε
ριζικά: «Ὃλα θά εἶχαν λιγώτερη
σημασία
ἐάν
Ὁ
Ἀντιπρόσωπος
δέν
ἦταν θεατρικό
κείμενο», εἶχε
πεῖ,
τότε, τό Βατικανό.
Ἡ
Λειτουργία γιά
ἓνα
πεδίο μάχης, τοῦ Nenderlands Dance Teater (Ὁλλανδικό Χορο-Θέατρο), σέ μουσική τοῦ
Μποχουσλάβ
Μαρτινοῦ
(Bohuslav Martinů) καί χορογραφία τοῦ
Γιζί
Κυλιάν
(Jiří Kylián) εἶναι μιά χορευτική παράσταση πού δέν θά λησμονήσω
ποτέ.
Ὃταν
ὀργίζομαι
ἀπό τήν ψευδῆ
ἀποστασιοποίηση τῶν κυνικῶν κι
ἐκείνων πού καταφεύγουν στίς
«μικρές
ἀπολαύσεις τῆς καθημερινῆς ζωῆς» («ταβερνάκι καί κρασάκι»,
«ἡ φτώχια θέλει καλοπέραση»
κ.λ.π.) – νομίζοντας
ὃτι
ὑπονομεύουν τό Σύστημα, ξαναδιαβάζω τό παράδειγμα
τοῦ μανάβη στό πολιτικό δοκίμιο
τοῦ
Βάτσλαβ Χάβελ
Ἡ
Ἰσχύς τῶν
Ἀνίσχυρων, στό
ὁποῖο
ἀναλύει διαυγέστατα τόν
Ἰδεολογικό Μηχανισμό τοῦ Κράτους (τοῦ «ὑπαρκτοῦ σοσιαλισμοῡ») –κάθε Κράτους, λέω
ἐγώ–, τόν
ὁποῖο
ὁ μανάβης
ἀναπαράγει μέ τήν πολική συμπεριφορά του,
ἐνῶ
νομίζει
ὃτι τόν
ὑπονομεύει.
Ἐάν τύχει καί βρεθῶ μέσα στόν λαβύρινθο κάποιου
πολιτισμικοῦ σοῦπερ μάρκετ
πού
ὀνομάζεται, κατ’ εὐφημισμόν, «θεατρικό φεστιβάλ»
ἒχω
ὡς μῖτο, γιά νά μή χαθῶ, τή
θέση
τοῦ κυνηγημένου
ἀπό τό «σοσιαλιστικό» καθεστώς σκηνοθέτη τοῦ
Divaldo Za Branu
Ὂτομαρ Κρέϊτσα
(Otomar Crejča): «Ὁ
ἠθοποιός δέν εἶναι πίθηκος καί τό Θέατρο δέν εἶναι
ἂσυλο ματαιοδοξίας.»
Ὃταν θέλω νά βρεθῶ σέ
ἂλλους χώρους
ἐνῶ διαβάζω στό γραφεῖο μου, ξεφυλλίζω λευκώματα μέ σκηνογραφίες τοῦ
Γιόζεφ
Σβόμποντα
(Josef Svoboda).
Ὃταν χρειάζομαι
ἐποπτικές ματιές γιά σύγχρονες
ἐκδοχές τοῦ Κόσμου,
ἐμπιστεύομαι τόν
Μίλαν Κούντερα
καί βυθίζομαι
ἀφ’
ἑνός στό
ἒργο τοῦ
Φράντς
Κάφκα,
ἀφ’
ἑτέρου στόν
Καλό στρατιώτη Σβέϊκ
τοῦ
Γιαροσλάβ Χάσεκ. «Ἐμεῖς πού γνωρίσαμε τήν
ὁλοκληρωτική
ἐκδοχή τοῦ κόσμου, τήν κομμουνιστική, ξέρουμε πώς αὐτές οἱ δύο συμπεριφορές, φαινομενικά τεχνητές, λογοτεχνικές,
ὑπερβολικές, εἶναι
ὐπέρ τό δέον πραγματικές·
ἒχουμε ζήσει στόν χῶρο πού
ὁρίζεται
ἀφ’
ἑνός
ἀπό τή δυνατότητα τοῦ Κ. καί
ἀφ’
ἑτέρου
ἀπό τή δυνατότητα τοῦ Σβέϊκ – πράγμα πού σημαίνει στόν χῶρο τοῦ
ὁποίου
ὁ
ἓνας πόλος εἶναι
ἡ ταύτιση μέ τήν
ἐξουσία πού φτάνει
ἒως τήν
ἀλληλεγγύη τοῦ θύματος μέ τόν δήμιό του καί
ὁ
ἂλλος
ἡ μή
ἀποδοχή τῆς
Ἐξουσίας μέσῳ τῆς
ἂρνησης νά πάρουμε
ὁ,τιδήποτε στά σοβαρά».
Καί φυλάω τά δάκρυά μου γιά
τήν
αὐτοθυσία
–τόν
αὐτοπυρπολισμό–,
τῶν φοιτητῶν
Jan Palach,
Jan Zajíc
καί
Evžen Plocek
(τόν
Ἰανουάριο, τόν Φεβρουάριο καί τόν
Ἀπρίλιο τοῦ 1969,
ἀντιστοίχως)–
ὂχι τόσο
ἐνἀντια στήν εἰσβολή τῶν Σοβιετικῶν στίς 21 Αὐγούστου 1968,
ὃσο
ἐνάντια στήν πολιτική
συμπριφορά τῶν συμπατριωτῶν τους, στή
διαθέσιμότητά τους νά συμβιβαστοῦν
μέ τούς Ρώσσους εἰσβολεῖς, τήν αὐτοθυσία
ἐνάντια στόν
δωσιλογισμό
τους!
ΙΙ
Ὁ
Γιόζεφ Lada
ἒρχεται
νά προστεθεῖ
στή μακρυά σειρά τῶν
Τσέχων καλλιτεχνῶν
πού
ἀγαπῶ, χάρη σέ
μιάν
ἒκθεση
ἒργων του πού
εἶδα στό
Πνευματικό Κέντρο τοῦ
Δήμου
Ἀθηναίων
τόν Νοέμβριο τοῦ
2011, στήν
ὁποία
συνδιοργανωτής
ἦταν
καί τό
Πορφυρογένιο Κοινωφελές
Ἰδρυμα τῆς
Ἀγριᾶς Βόλου.
Τόν γνώριζα·
ἀπό τήν
ἑλληνική
ἒκδοση τοῦ
Καλοῦ στρατιώτη Σβέϊκ,ἡ
ὁποία κυκλοφόρησε γιά πρώτη φορά στά
Ἑλληνικά, τό 1974, σέ δύο τόμους καί σέ μετάφραση
ἀπό τά Τσέχικα τῆς Ρενέ Ψυρούκη. Στήν
ἒκδοση
δέν
ἀναφέρεται
ἐκδοτικός οἶκος· στό «ἐσωτερικό»
ἐξώφυλλο τοῦ πρώτου τόμου γράφει «Ἀθήνα» καί στοῦ δευτέρου «Γῆ*Ἀθήνα*1974». Στά
ἐξώφυλλα καί μέσα στούς δύο τόμους
ὑπάρχουν διάσπαρτα σκίτσα εἰκονογράφου, τό
ὂνομα τοῦ
ὁποίου μαθαίνουμε
ἀπό τή σελίδα τῶν διαπιστευτηρίων: Γιόζεφ Lada. [Ὀ διγράμματος φθόγγος «ντ» τῆς
Ἑλληνικῆς προφέρεται «ντ» στήν
ἀρχή μιᾶς λέξης καί «ν-ντ» στό
ἐσωτερικό της – αὐτός εἶναι
ὁ
κανόνας
της. Συνεπῶς, δέν
ὑπάρχει γράμμα
ἢ δίγραμμα τῆς
Ἑλληνικῆς πού νά μπορεῖ νά
ἀποδώσει τόν φθόγγο «ντ» στό
ἐσωτερικό μιᾶς ξένης λέξης. Γιά τήν
ἀπόδοσή του πρέπει
ἢ νά εἰσαγουμε τό γράμμα «d» τῆς Λατινικῆς καί νά γράψουμε Λάdα
ἢ να γράψουμε τήν ξένη λέξη χρησιμοποιώντας τό λατινικό
ἀλφάβητο. (Παρεμπιπτόντως:
Ἀναρίθμητοι
ὁμιλοῦντες τήν
Ἐλληνική προφέρουν «Σύνταγμα», «ὂγκος», «συγγραφέας»
ἀντί γιά «Σύν-νταγμα», «ὂν-γκος», «συν-γραφέας» κ.λπ. – ξανά στό νηπιαγωγεῖο ! )]. Στό σατυρικό μυθιστόρημα τοῦ Χάσεκ, λοιπόν,
ὁ Lada σκιτσάρει τή μορφή τοῦ Σβέϊκ πού θά γίνει
ἡ
Μόνα Λίζα
τῶν Τσέχων !.
Καί
ἡ συνολική εἰκονογράφηση θά γίνει
ἐξ
ἲσου διάσημη μέ τό μοναδικό αὐτό μυθιστόρημα.
Ὃπως σέ
ἓνα
ἐπεισόδιο
ἀπό τή σπονδυλωτή ταινία τοῦ
Ἀκίρα Κουροσάβα
Ὂνειρα, στήν
ὁποία
ἡ κάμερα πλησιάζει
ἓναν πίνακα τοῦ Βαν Γκόγκ,
ὁ πίνακας «ζωντανεύει» καί
ὁ ζωγράφος περιπλανιέται μέσα στήν πραγματικότητά
του,
ἒτσι συνέβει καί σ’ εμένα
κοιτάζοντας τούς πίνακες τοῦ Lada πού
ἐκτίθενται: Ξαναγύρισα στήν πραγματικότητα τῶν παιδικῶν μου χρόνων –στό χιόνι τοῦ χωριοῦ καί τά παιχνίδια μαζί του,
στά πράσινα λιβάδια, στά ρυάκια καί στά ξωτικά τῶν παραμυθιῶν πού
ἂκουγα
ἀπό τόν παραμυθᾶ τῆς οἰκογένειάς μου – τή γιαγιά Εὐφροσύνη. Μέ
ἒκπληξη
ἀνακάλυψα
ὃτι
ἡ τεχνική τόσων καί τόσων χριστουγεννιάτικων καρτῶν
ἀποτελεῖ μίμηση
ἑνός
ἀπό τά ζωγραφικά στύλ τοῦ Lada,
ὁ
ὁποῖος
ἒχασε τό δεξιό του μάτι
ὃταν
ἦταν μόλις
ἑνὀς
ἒτους!
Ἡ ζωγραφική τοῦ Lada «διαβάζεται»
ἂμεσα
ἀπό
ἓνα παιδί καί
ἀπό
ἓναν
ἐνήλικα – οὒτε
ἐξπρεσιονισμός, οὒτε κυβισμός, οὒτε
ἀφαίρεση…
Σέ πρῶτο βλέμμα
ἐπάνω στούς πίνακες, τό ζωγραφικό στύλ τοῦ Lada φαίνεται –καί εἶναι,
ἒως
ἓναν βαθμό–, ναΐφ, παιδαριῶδες. Κάποιοι συμπατριῶτες του εἶπαν –δέν λείπουν
ἀπό καμμία κοινωνία τέτοιοι–,
ὃτι
ἐπέλεξε αὐτό τό στυλ
ὃταν κατάλαβε
ὃτι δέν εἶναι καλός ζωγράφος,
ἀλλά
ἐάν δεῖτε
ὃλους τούς πίνακες τῆς
ἒκθεσης θά διαπιστώσετε
ὃτι αὐτό δέν
ἀληθεύει.
Ὂντας γελοιογράφος, ζωγράφος τοπίων καί σπιτιῶν τῆς
ὑπαίθρου τῆς Κεντρικῆς Βοημίας, εἰκονογράφος παιδικῶν βιβλίων, σκηνογράφος παραστάσεων…
ὁ Lada
ἀνέπτυξε περισσότερα τοῦ
ἑνός διαφορετικά στύλ, τά
ὁποία
δέν συγχωνεύονται
σ’ αὐτό μέ τό
ὁποῖο εἶναι γνωστός καί
ἀναγνωρίσιμος.
Ἡ
ἒκθεση
ἒχει τίτλο
Ἡ μαγεία τῆς τσέχικης παράδοσης. Αὐτή
ἡ «μαγεία», τήν
ὁποία θά
ὀνόμαζα
Ὀμορφιά –ἡ
Ὀμορφιά εἶναι
ἡ
ἐπικράτεια τῆς Τέχνης–, δέν περιορίζεται,
βεβαίως, στό
ἒργο τοῦ Γιόζεφ Lada. Τό
ἒργο τῶν καλλιτεχνῶν πού προανέφερα εἶναι,
ἐπίσης, μέρος τῆς
Ὀμορφιᾶς τῆς τσέχικης παράδοσης. Γνωρίστε την, ξεκινώντας
ἀπό τήν
ἒκθεση τοῦ Γιόζεφ Lada στό
Πορφυρογένιο
Ἲδρυμα
Ἀγριᾶς Βόλου.
*
Ὁ
Κωνσταντῖνος
Ἀν.
Θεμελῆς
εἶναι
ἓνας
δεκαθλητής τῶν
Παραστατικῶν
Τεχνῶν
καί τῆς
Γραφῆς:
Ἠθοποιός/χορευτής/τραγουδιστής/ἀφηγητής,
ἐκπαιδευτής
καί σκηνοθέτης τοῦ
Θεάτρου, συγγραφέας, μεταφραστής, δημοσιογράφος καί
ἐπιμελητής
ἐκδόσεων.