Πολιτισμός

"χορός"


αναδημοσίευση από το περιοδικό
Παράδοση και Τέχνη
αριθμός 85 Ελληνικό Τμήμα ΔΟΛΤ

Συνοπτική αναφορά
στο χορό και στην ποίηση στην Αρχαία Ελλάδα
μέσα από τα κείμενα

 

Της Μαρκέλλας Βαρουδάκη
Φιλολόγου

     Σε όλους τους αρχαίους πολιτισμούς ο χορός είναι στενά συνδεδεμένος με τη λατρεία. Οι πρώτοι χοροί αναπτύχθηκαν στην Ανατολή. Στον ελλαδικό χώρο ο χορός είχε

αναπτυχθεί από τους πολύ πρώιμους χρόνους, όπως μαρτυρούν παραστάσεις σε αγγεία και τοιχογραφίες. Στη Μινωική Κρήτη δε φαίνεται πως ήταν ιδιαίτερα αγαπητός και




Bronze hellénistique d’ Alexandrie Début du IIe siècle.
Metropolitan Museum of Art,
New York.

διαδεδομένος. Γύρω στο 1.000 π.Χ. πραγματοποιείται από τους Έλληνες η σύνδεση του χορού με τη μουσική και την ποίηση. Από αυτή την άποψη οι ελληνικοί χοροί θεωρούνται πρόδρομοι των δυτικών χορών.

      Γενικά στην ελληνική αρχαιότητα ο χορός συνδέθηκε με δύο κύρια θρησκευτικά ρεύματα:

  1. Το Απολλώνιο, όπου έχουμε το χορό ήθους, με μουσικό όργανο την κιθάρα (ή τη λύρα ή τη φόρμιγκα ) και

  2. Το Διονυσιακό, όπου ο χορός είναι παθιασμένος, εκτελείται με γρήγορες και ρυθμικές κινήσεις και συνοδεύεται από τον αυλό.

     Και στις δύο περιπτώσεις έχουμε λατρευτικά τραγούδια που συνοδεύονται με μιμητικές κινήσεις.

 

     Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα λατρευτικού τραγουδιού που συνοδεύεται με χορό είναι τα ροδιακά χελιδονίσματα, με τα οποία τα παιδιά χαιρετούν την άνοιξη παριστάνοντας τα χελιδόνια. Εδώ έχουμε να κάνουμε με μία κατώτερη μορφή λατρείας, με λαϊκή ποίηση που συνοδεύεται από χορό. Τα λόγια του συγκεκριμένου τραγουδιού έχουν μάλιστα επιζήσει ως την εποχή μας σχεδόν απαράλλακτα :

 

ήλθε, ήλθε, χελιδών

καλάς ώρας άγουσα

καλούς ενιαυτούς

επί γαστέρα λευκά

επί νώτα μέλαινα

 

     Η ηρωική επική παράδοση όπως διαμορφώθηκε πριν τον Όμηρο παρήγαγε πολλά άσματα που τραγουδούνταν από τους αοιδούς σε γιορτές ή στις αυλές ηγεμόνων και τα

οποία συνοδεύονταν από χορό. Τις πληροφορίες μας τις δίνει ο Όμηρος στα έπη του και αφορούν σε μία εποχή που μπορεί να απλώνεται από τα μυκηναϊκά χρόνια ως τα γεωμετρικά, την εποχή δηλαδή του Ομήρου. Στο Θ. 261, 471 έχουμε την περιγραφή του τυφλού αοιδού Δημόδοκου στο νησί των Φαιάκων ο οποίος τραγουδά με λύρα για τον κρυφό έρωτα της Αφροδίτης με τον Άρη και πώς ο Ήφαιστος τούς ρεζιλεύει. Γύρω απ’ αυτόν οι νέοι κινούνται με έναν έντεχνο χορό. Είναι μια εκδοχή μιμητικής παράστασης του τραγουδιού. Στο Σ. 590 ο ποιητής περιγράφει την ασπίδα του Αχιλλέα όπου απεικονίζεται και μια σκηνή γάμου. Κι εκεί βλέπουμε τον τραγουδιστή με τη λύρα να βρίσκεται κοντά σε έναν κυκλικό χορό από νέους και κορίτσια. Και στο Π 182 πάλι οι κοπέλες τιμούν την Αθηνά με τραγούδι και χορό. Στον «Ομηρικό» εξάλλου ύμνο στον Δήλιο Απόλλωνα ο ποιητής περιγράφει την συρροή των Ιώνων στη γιορτή του ιερού νησιού, το πολύβοο κέφι και τη χαρά που προκαλούσαν τα κορίτσια με τους χορούς τους.

 

     Συνδεδεμένη με τη θρησκεία είναι και η λυρική ποίηση, που αναπτύσσεται γύρω στον

7ο αιώνα π.Χ. Η λυρική ποίηση, που ονομάστηκε έτσι επειδή συνοδευόταν από τη λύρα, χωρίζεται στο μονωδιακό τραγούδι και τη χορική λυρική ποίηση, η οποία αποτελούσε γνήσια μολπή, δηλαδή συνοδευόταν από χορευτική κίνηση. Στη δωρική Σπάρτη έχουμε δύο σχολές που η κάθε μία είχε τους δικούς της χορούς κοριτσιών.

 

     Ο Αλημάνας, Ίωνας από τις Σάρδεις, σε ένα λατρευτικό τραγούδι που έγραψε προς τιμήν της Ορθίας Άρτεμης αναφέρεται ιδιαίτερα σε δύο κοπέλες του χορού του ( Αγησιχόρα, Αϊδώ), που φαίνεται ότι κατείχαν ξεχωριστή θέση. Έχουμε και από τους αλεξανδρινούς φιλολόγους πληροφορίες ότι στη γιορτή της Ορθίας Άρτεμης οι κοπέλες έφεραν πέπλο και προς τιμήν της συναγωνίζονταν με άλλους χορούς. Και σ’ ένα άλλο ποίημα του Αλημάνα σώζονται τα ελαφρά αμοιβαία πειράγματα ανάμεσα στις ομάδες των κοριτσιών που χορεύουν. Γενικά η χορική λυρική ποίηση είναι απαραίτητη στις γιορτές των θεών και τις υψηλές στιγμές της ανθρώπινης ζωής.

 

     Την ίδια περίπου εποχή στη Μυτιλήνη, η Σαπφώ συνθέτει ανάμεσα σε άλλα επιθαλάμια, δηλαδή τραγούδια γάμου που παινεύουν την τύχη του γαμπρού και την ομορφιά της νύφης και εκτελούνται από χορούς με συνοδεία λύρας. Από τα λυρικά ποιήματα της Σαπφούς φαίνεται ότι υπήρχαν διάφοροι κύκλοι κοριτσιών με μία δημιουργό επικεφαλής. Οι ομάδες αυτές είχαν σχέση με τη λατρεία και κύριος σκοπός των κοριτσιών ήταν να ψέλνουν και να χορεύουν στους διάφορους πανηγυρικούς εορτασμούς. Το φαινόμενο αυτό δεν ήταν καθόλου μεμονωμένο, εφόσον μια τέτοια ομάδα συναντούμε και γύρω από την ποιήτρια Κορίνα, τον 5ο αιώνα π.Χ. στην περιοχή της Βοιωτίας.

 

     Στο 2ο μισό του 6ου αιώνα π.Χ. στην Ιωνία, ο ποιητής Ανακρέοντας γράφει χορικά άσματα, που κοπέλες έψελναν και χόρευαν σε ιερές ολονύκτιες γιορτές. Ο Πίνδαρος, τον 5ο αιώνα π.Χ. συνθέτει και υπορχήματα. Υπάρχει η εκδοχή πως το είδος ονομάστηκε έτσι επειδή ο χορός χόρευε παρακολουθώντας το τραγούδι μιας άλλης ομάδας.

 

     Η όρχηση (χορός ) κατείχε σημαντικότατη θέση, όπως είπαμε, και στη λατρεία του Διονύσου, του οποίου ιερό όργανο ήταν ο αυλός. Ο διθύραμβος ήταν ένα λυρικό-ορχηστικό άσμα, που αφηγούνταν αρχικά κάποια ιστορία για τη ζωή και τα παθήματα του Διονύσου. Συνοδευόταν με χορό των πιστών, ο οποίος συνδεόταν με μιμητικές τελετές βλάστησης που οι πιστοί του εκτελούσαν φορώντας μάσκα ως μέσο μεταμόρφωσης. Με το μιμητικό χορό μάλιστα έφταναν στη θεοληψία, ένιωθαν δηλαδή να καταλαμβάνονται από το πνεύμα του θεού. Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως ο Κλεισθένης στην Αθήνα πρώτος αφιερώνει οργανωμένους χορούς στο Διόνυσο.

 

     Από το διθύραμβο γεννιέται στην Αθήνα η τραγωδία, αφού ο Αρίωνας τον 7ο αιώνα π.Χ. παρουσιάζει τους χορευτές του μεταμφιεσμένους σε τράγους. Ο «χορός» των τραγουδιών τραγουδά τις επωδούς εκτελώντας ρυθμικές κινήσεις από τα αριστερά προς τα δεξιά και αντίστροφα. Έτσι η όρχηση περνά κι εκεί. Ο χορός των τραγουδιών αποτελούνταν από ερασιτέχνες Αθηναίους πολίτες και η συμμετοχή κάποιου θεωρούνταν ιδιαίτερη τιμή. Ο χορός αποτελούνταν από 15 άτομα στην ακμή του και τον συνόδευε πάντα ο αυλητής. Επίσης από τους δαίμονες-χορευτές του Διονύσου, τους οποίους αναφέρει κι ο Αριστοτέλης, θεωρείται ότι προήλθε η κωμωδία.

 

     Ο χορός ήταν αναπόσπαστο στοιχείο όλων των μεγάλων ελληνικών εορτών. Στα Μεγάλα Διονύσια στην Αθήνα έχουμε τις παραστάσεις διθυράμβων όπως και τραγουδιών. Στα Μεγάλα Παναθήναια δε το πρόγραμμα περιλάμβανε και χορούς. Ένας μάλιστα ιδιότυπος αγώνας της γιορτής ήταν η Πυρρίχη, δηλαδή χορός οπλισμένων ανδρών.

 

Μαρκέλλα Βαρουδάκη

Φιλόλογος