ΙΩΑΝΝΗΣ Ν. ΠΕΡΥΣΙΝΑΚΗΣ
ΑΡΧΑΪΚΗ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ
Το εξώφυλλο του βιβλίου
Ἡ Ἀρχαϊκὴ Λυρικὴ Ποίηση εἶναι
Ἀνθολογία ἀρχαϊκῆς λυρικῆς ποίησης ἀπὸ τὸν Ἀρχίλοχο ἕως τὸν
Βακχυλίδη μὲ βάση τὴν ἀρετή, τὸν ἀγαθό, τὸν
κακό, καὶ ἄλλους συνώνυμους ἢ ἀντίθετους ὅρους ἠθικῶν ἀξιῶν
καὶ πολιτικῆς συμπεριφορᾶς. Καθὼς οἱ λέξεις ἀγαθὸς
καὶ ἀρετὴ ἀποτελοῦν τοὺς ἰσχυρότερους ὅρους
ἐπαίνου καὶ ἐπιδοκιμασίας στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ κοινωνία,
δηλώνουν ἑπομένως τὴν κατοχή, ἀπὸ ἐκείνους ποὺ
χρησιμοποιοῦνται, ὅλων τῶν ἰδιοτήτων ποὺ πάντοτε
ἐκτιμοῦνται περισσότερο σὲ ὅλο τὸ μῆκος της. Κατὰ τὶς
ἀρετὲς ἢ τὶς κακίες μᾶς ἐπαινοῦν ἢ μᾶς ψέγουν, ὅπως
λέγει ὁ Ἀριστοτέλης. Ἡ λέξη ἀγαθὸς καὶ ἡ λέξη ἀγὼν
προέρχονται ἀπὸ τὴν ἴδια ἰνδοευρωπαϊκὴ λέξη *αγα. Ὁ
ἀνταγωνισμὸς δηλ. εἶναι σύμφυτος μὲ τὴν ἔννοια τοῦ ἀγαθοῦ.
Ἀρετὴ (ἀπὸ τὴ ρ. τοῦ ἀραρίσκω, ταιριάζω) εἶναι ἡ
ἱκανότητα, ἀποτελεσματικότητα, ὑπεροχή.
Ὁ ἀγαθὸς ἀποτελεῖ τὸν πιὸ
θαυμαστὸ τύπο ἀνθρώπου. Ἀγαθὸς σημαίνει νὰ εἶναι
κανεὶς γενναῖος, ἱκανός, ἀποτελεσματικός, νικητὴς στὸν
πόλεμο καὶ στὴν εἰρήνη, νὰ ἔχει πλοῦτο καὶ σὲ καιρὸ
εἰρήνης τὴν ἄνεση ποὺ ἀποτελεῖ ἀναγκαία προϋπόθεση
γιὰ τὴν ἀνάπτυξη αὐτῶν τῶν ἱκανοτήτων. Ἀγαθὸς
σημαίνει εὐγενὴ καταγωγή, ὑψηλὴ κοινωνικὴ καὶ πολιτικὴ
θέση στὴν κοινωνία καὶ πλοῦτο. Καὶ δὲν τίθεται θέμα
γιὰ χωριστὲς σημασίες: ἔχει ὅλες αὐτὲς τὶς σημασίες
ταυτόχρονα. Ἀντίθετα, τὸ ἐπίθετο κακὸς σημαίνει
πρώτιστα ἄνθρωπος ταπεινῆς καταγωγῆς, φτωχός, ὁ ὁποῖος
δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ προστατεύσει τὸν ἑαυτό του. Ἀκόμη
πρέπει νὰ ὑπογραμμιστεῖ ὅτι ἡ ἀρχαία ἑλληνικὴ λογοτεχνία εἶναι
ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ ἔχοντος, ὁμιλεῖ δηλ. τὴν γλώσσα τοῦ ἀγαθοῦ.
Τὰ ὁμηρικὰ ποιήματα, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀρχαία ἑλληνικὴ λογοτεχνία,
καθὼς καὶ ἡ ἱστορία, εἶναι γραμμένα ἀπὸ τὴν ἄποψη τῶν ἀγαθῶν,
καὶ γιὰ τοὺς ἀγαθούς· καὶ αὐτὸ γίνεται ἀποδεκτὸ ἀπὸ τοὺς
κακούς.
Εἶναι σημαντικὸ γεγονὸς στὴ μελέτη
τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς κοινωνίας ὅτι οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες
χρησιμοποιοῦσαν τὴν ἴδια λέξη ἀρετὴ ὅπου ἐμεῖς
χρησιμοποιοῦμε διαφορετικές. Ἄν, ἑπομένως, μεταφράζουμε,
ὅπως συνηθίζουμε, τὸ ἀγαθὸς μὲ τὸ «καλός» καὶ τὸ
κακὸς μὲ τὸ «κακός», διαπράττουμε τὸ μεθοδολογικὸ
σφάλμα νὰ ἐξισώνουμε ἕναν ὅρο ἠθικῶν ἀξιῶν καὶ
πολιτικῆς συμπεριφορᾶς τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς σκέψης,
ἀγαθός, μὲ ἕναν ἄλλο ὅρο ἠθικῆς τῆς νεοελληνικῆς
πραγματικότητας, «καλός», ὡσὰν νὰ μὴν ὑπῆρχαν
ἐνδιαμέσως εἴκοσι ὀκτὼ περίπου αἰῶνες, ὡσὰν νὰ μὴν
ἔχει μεσολαβήσει ὁ χριστιανισμός, καὶ πρὶν ἀπὸ αὐτὸν
ὁ Πλάτων καὶ ὁ Ἀριστοτέλης. Ἡ παραδοσιακὴ φιλολογικὴ
ἑρμηνεία ἀντιλαμβάνεται τὴν ἀρετὴ στὴν ἀρχαία
ἑλληνικὴ λογοτεχνία μὲ ἠθικὸ νόημα, διακρίνοντας τὸ πολὺ
τὴν γενναιότητα στὸν πόλεμο. Ἔτσι, τὸ νὰ λέγεται σὲ
σχέση πρὸς τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ λογοτεχνία «οἱ καλοί [=
ἀγαθοί] ταιριάζει νὰ ἔχουν τὸν πλοῦτο καὶ οἱ
κακοί [= κακοί] τὴν φτώχεια», γιὰ τὴν ἀρχαία
ἑλληνικὴ πολιτικὴ σκέψη (ὅροι μὲ πλάγια γράμματα) εἶναι
βέβαια ἀληθὲς καὶ ταυτολογία, ἀλλὰ γιὰ τὴ νέα
ἑλληνικὴ πραγματικότητα ἀσφαλῶς δὲν ἰσχύει. Ὁμοίως
δὲν ἔχει κανένα νόημα νὰ λέγεται «αὐτοὶ ποὺ ἦταν
προηγουμένως καλοὶ τώρα εἶναι κακοί», γιατὶ οἱ καλοὶ
αὐτοὶ εἶναι οἱ ἀγαθοί, ποὺ ἔχουν γίνει
κακοί, ἐπειδὴ ἀπὸ διάφορες αἰτίες ἔχουν χάσει τὴν
περιουσία τους καὶ ἔχουν γίνει φτωχοί. Μία τέτοια
ἑρμηνεία καὶ μετάφραση ὑποσκάπτει ἐκ τῶν ἔνδον τὴν
ἀρχαία ἑλληνικὴ λογοτεχνία καὶ τὴν καθιστᾶ
ἀναξιόπιστη, ἀφοῦ τὴν φέρνει ἀντιμέτωπη μὲ τὴν
πραγματικότητα.
Εἶναι πρόδηλη ἡ σημασία τῆς
προσέγγισης αὐτῆς γιὰ τὴν ἑρμηνεία καὶ τὴ διδασκαλία
τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς λογοτεχνίας, καθὼς καὶ γιὰ τὴ
μετάφρασή της. Ὅσον ἀφορᾶ στὴν ἀπὸ μετάφραση
διδασκαλία τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν κειμένων θέτει τὸ
ἐρώτημα «ἀπὸ ποιά μετάφραση», ἀλλὰ καὶ ὅσον ἀφορᾶ
στὴν ἑρμηνεία θέτει ἐπίσης τὸ ἐρώτημα «ποιά
ἑρμηνεία». Ἡ μετάφραση προϋποθέτει τὴν ἑρμηνεία καὶ
τὴν συνοψίζει.
Τὸ βιβλίο ἀπευθύνεται στοὺς ἐρευνητές, τοὺς
φιλολόγους, τοὺς φοιτητές, ἀλλὰ καὶ εὐρύτερα σὲ ὅσους
ἐνδιαφέρονται γιὰ τὶς ἠθικὲς ἀξίες στὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ κοινωνία
καὶ τὴν ἐπιβίωσή τους στὴ σύγχρονη.
########################################################################
Ὁ Ἰ.Ν. Περυσινάκης σπούδασε φιλολογία στὸ
Tμῆμα Φιλολογίας τῆς Φιλοσοφικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
(1971) καὶ ἔκανε μεταπτυχιακὲς σπουδὲς στὸ Πανεπιστήμιο τοῦ
Λονδίνου, ὅπου ἐκπόνησε διδακτορικὴ διατριβὴ μὲ θέμα Wealth and
Society
in
Early
Greek
Literature (King’s
College, 1982). Εἶναι καθηγητὴς ἀρχαίας ἑλληνικῆς
φιλολογίας (1998) στὸ Tμῆμα Φιλολογίας τοῦ Πανεπιστημίου
Ἰωαννίνων.
Tὰ κύρια ἐνδιαφέροντά του εἶναι ἡ ἑρμηνεία
τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς λογοτεχνίας ἀπὸ τὴν ἄποψη ἠθικῶν ἀξιῶν καὶ
πολιτικῆς συμπεριφορᾶς, ἡ ἐξέλιξη καὶ ἡ μετάπλαση τῶν ἠθικῶν
ἀξιῶν καὶ τῆς πολιτικῆς καὶ οἰκονομικῆς συμπεριφορᾶς ἀπὸ τὸν
Ὅμηρο ὣς τὸν Πλάτωνα καὶ τὸν Ἀριστοτέλη, ἡ ἀρχαία ἑλληνικὴ
σκέψη, καθὼς καὶ ἡ πρόσληψη τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς στὴ νέα
ἑλληνικὴ λογοτεχνία.
Εἰκόνα ἐξωφύλλου: Σκηνὴ συμποσίου, Δοῦρις,
ἀνάδρομη ἐπιγραφὴ ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ ἀνακεκλιμένου ἄνδρα ΟΥΑΥΝΑΜΟΥ
(πβ. Θέογνις 367), ἀττικὴ ἐρυθρόμορφη κύλιξ (περ. 480 π.Χ.) ἀπὸ
τὸ Vulci
τῆς Ἐτρουρίας (Μόναχο,
Staatliche
Antikensammlungen (2646)
am
Koenigsplatz)
Μακέτα:
Γιάννης Λεκκὸς
τον φάκελο «βιβλίο»
τον διαβάσανε:
αριθμός επισκεπτών