2016.  Έτος Ρωσο-ελληνικής και Ελληνο-ρωσικής Φιλίας

2016-Й – ГОД РУССКО-ГРЕЧЕСКОЙ ДРУЖБЫ

 ← αρχικό  κείμενο          

3) ΕΝΟΤΗΤΑ  (Μάρτης, 2016) 

 Σημ.: Η επιλογή των ποιητών, τραγουδιστών, τα πεζά κείμενα και οι μεταφράσεις των στίχων ανήκουν στον καθηγητή και ποιητή Γιάννη Μότσιο   εδώ 

Ανοιξιάτικη θερμή χειραψία

1η Μαρτίου 2016. Σήμερα: καλή κι ανθηρή να είναι και η φετινή άνοιξη. Στην καρδιά, την ψυχή και το νου. Στα πάντα και των πάντων. Να παίρνουμε, λέω, πού και πού, κι από κανένα μάθημα από τα σιωπηρά, αλλά τόσο εύγλωττα, διδάγματα της φύσης: κι αυτή διδάσκει όχι με λόγια, αλλά με πράξεις επαναλαμβανόμενες. Που ποτέ δεν είναι ίδιες. Κι ας φαίνονται ίδιες. Γνωστό, ότι η επανάληψη είναι η μάνα της μάθησης. Με μαθήματα, λοιπόν,  απερίγραπτα υψηλού επιπέδου που βρίσκονται πιο πάνω, πιο ψηλά  κι από τα καλύτερα ΑΕΙ και τις καλύτερες Ακαδημίες στην ιστορία της ανθρωπότητας, διδάσκει η Φύση. Η μεγαλύτερη Δασκάλα της ιστορίας.

Την άνοιξη, φέτος, θα τη συνοδεύσουμε με κείμενα ποίησης, μουσικής και τραγουδιστικής τέχνης. Ρωσικής.


 Γιάννης  Μότσιος

Στο επίκεντρο των προσπαθειών, για την προώθηση ετούτων, ακριβώς, των ειδών της τέχνης, βρίσκεται ο συγκρητισμός του εγχειρήματος: η μουσική να επιλέγει τους στίχους και να τους εμπλουτίζει με τα καθαρά δικά της μέσα και τρόπους, διευρύνοντας έτσι, το πιο πιθανό τριπλασιάζοντας (ίσως και περισσότερο), τους αρχικούς καλλιτεχνικούς θησαυρούς. Ο τραγουδιστής, από την πλευρά του, να παίρνει τη μελοποιημένη ποίηση, να την ανεβάζει στα φτερά της δικής του τέχνης, ώστε και οι τρεις φωνές, σε μια πρωτάκουστη συνδυαστική συνεργασία κι αποτελεσματικότητα, να κάνουν θαύματα στην πολύπλευρη καλλιέργεια του κόσμου της σκεπτόμενης και της αισθαντικής ανθρωπότητας. Σε ένα άκουσμα να λειτουργούν ταυτόχρονα πολλά είδη της τέχνης, τροφοδοτώντας συνεχώς την ψυχή και το σώμα στην πορεία προς την τελειότητα.

Τα ποιητικά κείμενα που συνειδητά επιλέξαμε, παίρνουν την αρχή τους (στην 1η Ενότητα) στο 12ο αι.: όταν εμφανίζεται το μεγάλο θαύμα στην ποίηση της Ρωσίας του Κιέβου, το πρώτο έπος στην ιστορία των τριών σημερινών σλαβικών λαών στην Ανατολική Ευρώπη – των Ρώσων, των Ουκρανών και των Λευκορώσων – η εξαίρετη «Διήγηση για την εκστρατεία του Ίγκορ», περί τις 15 σελίδες σχεδόν πεζογραφικής, αλλά ρυθμικής διάταξης. Με διάχυτη τη λυρική επίτευξη του εξαίρετου λογοτεχνικού κειμένου. Στις αρχές- αρχές και στις πηγές της ρωσικής καλλιτεχνικής δημιουργίας.

Τα κείμενα που ακολουθούν σήμερα, στην 3η Ενότητα, αντιπροσωπεύουν τη ρωσική ποίηση του 19ου και 20ου αιώνων, στις καλύτερες στιγμές της, ως προς το είδος της χρήσης του από ρώσους μουσικοσυνθέτες σε άριες για τις όπερές τους, για τα τραγούδια – romance, ένα ειδικό και πολύ πετυχημένο ποιητικό και μουσικό είδος που γνώρισε μέρες δόξας και χρήσης στον 19ο, κυρίως, αιώνα για τα λαϊκά, βεβαίως, και τα δημοτικά τραγούδια των Ρώσων με το απροσμέτρητο βάθος της ανθρωπιάς και της καλοσύνης, της καθαρά λυρικής εκφραστικής δύναμής τους.

Η μελοποιημένη ποίηση από τις άριες, τα τραγούδια-romance, τα λαϊκά και τα δημοτικά, παρουσιάζει μια ιδιαιτερότητα: με το να θέλει συνειδητά να διευρύνει τις δυνατότητες δημιουργικού και συνεχούς διαλόγου με πλατύτερα στρώματα αναγνωστών και ακροατών-θεατών, δεν μπορούσε παρά οι στίχοι και οι μελωδίες τους να είναι απλά και σοφά δομημένοι, ώστε να ανοίγουν από μόνοι τους το δρόμο για αντίστοιχη χρήση από μουσουργούς.

Ποιητές και μουσουργοί συνθέτουν έργα, εύχρηστα για τη δεξιοτεχνία των τραγουδιστών, ώστε από κοινού να κατορθώνουν το ανώτατο δυνατό εννοιολογικό και αισθητικό αποτέλεσμα και να προσφέρουν, κατ’ αυτό τον τρόπο, καλλιτεχνικά επιτεύγματα χρησιμότητας και απόλαυσης μεγάλης χρονικής διάρκειας. Μέσα από τη διαφορετικότητα, αλλά με τη δυνατότητα οργανικών και γόνιμων συνδυασμών τους, συντελείται το θαύμα και η μαγεία της συγκρητικής καλλιτεχνικής δημιουργίας. Ένα βήμα πιο πέρα - η συνένωση και η καλλιτεχνική συνεργασία τής υψηλής τέχνης με το κοινό της που εν πολλοίς αποτελεί και αμοιβαίο δημιούργημα.

Ευχόμαστε κάθε επιτυχία στο δρόμο της απόλαυσης και του εμπλουτισμού της ψυχής, του κόσμου των αισθήσεων και του πνεύματος.

Και της σταθερής προσέγγισης ανθρώπων και λαών.

 

Γιάννης  Μότσιος.

Πεδινή Ιωαννίνων, 1/3/2016.

 

3 α.  Άρια «Γκρέμιν» από την όπερα του Τσαϊκόφσκι  

       «Ευγένιος Ονέγκιν», σε στίχους  του Πούσκιν
 
 

 

    

  

Ρέιζεν Μαρκ Όσιποβιτς (Рейзин, Марк Осипович) (1895 – 1992)

Τραγουδιστής όπερας και λαϊκών τραγουδιών.

Λαϊκός Ηθοποιός (1937). Τραγούδησε στα θέατρα Όπερας: Χαρκόβου, Λένινγκραντ, Μπολσόι της Μόσχας. Για τους ρόλους Μπορίς Γκοντουνόφ και Ντοσιφέι («Μπορίς Γκοντουνόφ» και «Χοβάνστσινα» του Μούσοργκσκι),  βραβεύτηκε με Κρατικά Βραβεία της ΕΣΣΔ το 1949, 1951. Είναι κάτοχος δυο βραβείων Λένιν.

  

  

 

  

  

  

  

  

  

  

 

    

Πιοτρ Ιλίτς Τσαϊκόφσκι (Пётр Ильич Чайковский, 1840 – 1893): ένας  από τους μεγαλύτερους μουσικοσυνθέτης όλων των εποχών. Το 1878 γράφει τη μουσική της όπερας «Ευγένιος Ονέγκιν» και στις 17 (29) Μαρτίου 1879 ανεβαίνει στο σκηνή του θεάτρου.

  

  

  

  

  

   

   


 

   

  

   

  

 

Αλεξάντρ Σεργκέγιεβιτς Πούσκιν (Александр Сергеевич Пушкин) -  (1799 – 1837)

Ρώσος λογοτέχνης, ποιητής και πεζογράφος· 

ο μεγαλύτερος ποιητής της Ρωσίας· ο πατριάρχης της νεότερης ρωσικής λογοτεχνίας. Αντιμοναρχικός. Φιλέλληνας.

   

  

  

   

Άρια Γκρέμιν

 

Σε σένα, αγάπη, οι ηλικίες πάσες υποκύπτουν ·

Αλλά στις νέες, τις παρθενικές καρδιές,

Τα ξεσπάσματά της είναι ευεργετικά,

Καθώς της άνοιξης οι μπόρες στους αγρούς:

Στη βροχή των παθών δροσίζονται,

Κι ανανεώνονται, και ωριμάζουν –

Και η πανίσχυρη ζωή δίνει

Άνθη λαμπρά,  γλυκό καρπό.

Αλλά στα χρόνια τα στερνά και τ’ άγονα,

Στων χρόνων μας τη στροφή,

Θλιμμένο είναι το ίχνος το νεκρό τού πάθους:

Έτσι κι οι μπόρες του κρύου φθινοπώρου

Σε βάλτο μετατρέπουν το λιβάδι

Και ξεγυμνώνουν γύρω μας τα δάση.

 

  

   

. Τραγούδι – romance: «Μη την ξυπνάς  πρωί –πρωί»

  


 

     

Ο Αφανάσι Αφανάσιεβιτς Φετ (Афанасий Афанасьевич Фет, 1820 — 1892), με γερμανικές ρίζες, είναι από τους πιο λυρικούς ποιητές στη λογοτεχνία. Ασχολήθηκε με μεταφράσεις και άφησε τα απομνημονεύματά του. Αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Επιστημών της Πετρούπολης.

 

Ο ποιητής Νικολάι Νεκράσοφ έγραψε για τον Φετ: Είναι ο «Άνθρωπος που καταλαβαίνει από ποίηση και πρόθυμα ανοίγει την ψυχή του στα αισθήματα· σε κανέναν από τους ρώσους συγγραφείς, μετά τον Πούσκιν, δεν θα αντλήσεις τόση ποιητική απόλαυση, όση θα σου προσφέρει ο κ. Φετ».

   

   

 


 
     
   
     
   
   
    
Σεργκέι Γιάκοβλεβιτς Λέμεσεφ 
(Серге́й Я́ковлевич Ле́мешев) (1902 – 1977). 
Ρώσος τραγουδιστής όπερας και λυρικών τραγουδιών, 
σκηνοθέτης όπερας, παιδαγωγός.
Λαϊκός Ηθοποιός της ΕΣΣΔ (1950), 
βραβείο Στάλιν 2ου βαθμού (1941).

  

  

  

 

   

μη την ξυπνάς  πρωί –πρωί

Μη την ξυπνάς πρωί – πρωί:

Πολύ γλυκά κοιμάται το πρωί ·

Στα στήθια της αναπνέει η χαραυγή,

Των μάγουλών της  τα λακκάκια λάμπουν.

 

Το μαξιλάρι της καυτό κι αυτό,

Και τ’ όνειρο της κούρασης καυτό,

Μαυρίζοντας, γλιστρούν στους  ώμους

Κορδέλες, κι από τις δυο μεριές κοτσίδες.

 

Χτες στο παράθυρο προς το βράδυ

Ώρα πολλή, καθόταν ώρα πολλή,

Κοίταγε το παιχνίδι των νεφών, κι όταν,

Γλιστρώντας η σελήνη, έπαιζε κι αυτή.

 

Κι όσο πιο καθαρά έπαιζε το φεγγάρι,

Όσο πιο δυνατά το αηδόνι κελαηδούσε,

Τόσο πιο χλωμή γινόταν, σκέτη χάρη,

Όλο πιο δυνατά χτυπούσε  η καρδιά.

Γι αυτό, στα νεαρά τα στήθια,

Στα μάγουλα τόσο καίει το πρωί.

Μη την  ξυπνάς, όχι, στ’ αλήθεια,

Τη χαραυγή κοιμάται πιο γλυκά κι αυτή.

 

  

3γ. Λαϊκό τραγούδι: Ο πραματευτής («Το κασελάκι»)
                                      КоробейникиКоробочка»)  

 

   

       

    

 Ο Νικολάι Αλεξέγιεβιτς Νεκράσοφ (Никола́й Алексе́евич Некра́сов, 1821 – 1877) συγκαταλέγεται ανάμεσα στους μεγάλους ρώσους ποιητές, πεζογράφους, εκπρόσωπος της  μαχόμενης δημοσιογραφίας που με το πλούσιο έργο του, εν μέρει, καθόρισε την πορεία  της ρωσικής λογοτεχνίας, παλιάς και νέας. Με τα δυο περιοδικά του, «Σύγχρονος» - «Современник», 1847 – 1866 και «Σημειώσεις της πατρίδας» - «Отечественные записки», από το 1868 και μετά,  επέδρασε στα λογοτεχνικά και τα κοινωνικά δρώμενα της εποχής του.  Καθιερώθηκε ως «επαναστάτης δημοκράτης».

  

    

 

 

   

  

Ο πραματευτής («Το κασελάκι»)

 

Όι, το κασελάκι μου γεμάτο,

Έχω τσίτια και δαμασκηνά.

Λυπήσου, ψυχή και φιλενάδα μου,

Τον ώμο του παλικαριού!

Βγες, στη αψηλή τη βρίζα βγες,

Ως τη νύχτα θα σε περιμένω,  βγες,

Μόλις δω τη μαυρομάτα μου

Όλη την πραμάτεια μου θ’ ανοίξω.

 

Πλήρωσα ποσά όχι μικρά,
Μην παζαρεύεις,  μη τσιγκουνευτείς.
Δώσε χείλη ροδοκόκκινα,
Πιο κοντά στο νέο  κάτσε! 
 
Έπεσε συννεφιασμένη η νύχτα,
Το καλό το παλικάρι καρτερεί…
Μπα! Έρχεται, να την, η ποθητή,
Το εμπόρευμα ο έμπορος πουλάει.
 
Λάου-λάου εμπορεύεται η Κάτια,
Όλα να τα δώσει τρέμει.
Φιλιέται με τη νια ο νιος, 
Την τιμή τους θέλει ν’ ανεβάσει.
 
Μόνο η νύχτα η βαθιά γνωρίζει,
Πώς τα βρήκανε οι δυο…
Ίσιωσε και συ, βρίζα αψηλή,
Φύλαξε το μυστικό το ιερό. 
  
   
Σόλο: Αλεξάντρ Λιφάνοφ, με τη συνοδεία  χορωδίας.
 
Σημ.: Οι στίχοι αν και είναι  γνωστότατου και σημαντικού Ρώσου ποιητή, 
η πλειοψηφία των Ρώσων τους θεωρεί δικούς του: δημοτικούς.  
   
 

 
    
Βιτάλι Κορολιόφ (Виталий Королёв)
 
Εκτέλεση μόνο μελωδίας από τον μεγάλο οργανοπαίκτη
Απόσπασμα από το συνθετικό ποίημα του Ν. Νεκράσοφ 
«Ο ποιητής και ο πολίτης» 
ως δείγμα μιας άλλης πλευράς της ίδιας πολυφωνικής 
ποιητικής διάστασης:
    
   
     
   

  

 
………………………………………………………………
    
                      Ο  π ο λ ί τ η ς
 
Της αμερόληπτης αλήθειας να ο λόγος:
Μακάριος ο φλύαρος ποιητής,
Για κλάματα ο άφωνος πολίτης.
 
 
        Ο  π ο ι η τ ή ς
 
 

Για λύπη είσαι, ρόλε του ποιητή! Μακάριος

Ο άφωνος πολίτης: Από την κούνια του
Είναι ξένος προς τις Μούσες, 
Των πράξεών του όλων κύριος αυτός,
Τις πάει προς ευγενικούς σκοπούς,
Κι ο κόπος με καρπούς, οι διαμάχες…
 
                   Π ο λ ί τ η ς
 
Η καταδίκη δεν είν’ απ’ τις θωπευτικές.
Ρωτώ: δική σου είναι; Εσύ την λες;
Μπορούσες και πιο δίκαια να κρίνεις:
Μπορείς και να μην είσαι ποιητής,
Αλλά πολίτης να μην είσαι δε μπορείς.
Και ποιος λογίζεται πολίτης;
Ο άξιος της πατρίδας γιος.
…………………………………………………………………
    
3δ. Δημοτικό τραγούδι: «Ξεσελώστε τ’ άλογα, λεβέντες». 
        Роспрягайтэ, хлопци, конэй.
       Украинская песня. Кубанский казачий хор 

         Слова: народные   Музыка: народная

Ουκρανικό τραγούδι που το τραγουδάει σχεδόν ολόκληρη η Ρωσία 
Εκτελεί η κοζάκικη χορωδία του Κουμπάν.
 
Στίχοι: δημοτικοί - Μουσική: δημοτική

 

Ξεσελώστε τ’ άλογα, παιδιά, στρώστε το γι’ αναπαμό.
Στον πράσινο θα πάω κήπο, πηγάδι να σκάψω δροσερό.
   
Η Μαρούσια,  ένα, δυο,  τρία, όπυλος-καλίνα,
Μια μαυρόφρυδη κοπέλα φρούτα έκοβε στον κήπο.
Η Μαρούσια,  ένα, δυο, τρία, όπυλος-καλίνα,
Μια μαυρόφρυδη κοπέλα φρούτα έκοβε στον κήπο.
 
Βγήκε, όι,  για νερό στο βυσσινόκηπο, η κοπέλα.
Το κατόπι  νιος κοζάκος τ’ άλογο  πάει να ποτίσει. 
 
Η Μαρούσια,  ένα, δυο, τρία, όπυλος-καλίνα,
Μια μαυρόφρυδη κοπέλα φρούτα έκοβε στον κήπο.
Η Μαρούσια,  ένα, δυο, τρία, όπυλος-καλίνα,
Μια μαυρόφρυδη κοπέλα φρούτα έκοβε στον κήπο.
 
Όλο και παρακαλούσε τον κουβά ο νιος, δεν του δίνει τον κουβά.
Της δωρίζει δαχτυλίδι και στο χέρι τ’ απιθώνει, δεν το παίρν’ η κοπελιά.
 
Η Μαρούσια, ένα, δυο,  τρία, όπυλος-καλίνα,
Μια μαυρόφρυδη κοπέλα φρούτα έκοβε στον κήπο.
Η Μαρούσια,  ένα, δυο,  τρία, όπυλος-καλίνα,
Μια μαυρόφρυδη κοπέλα φρούτα έκοβε στον κήπο.
   
Ξέρω, ξέρω, κοπελιά,  πώς σ’ εξόργισα.  
Ψες το βράδυ μ’ άλλη νια κουβέντιαζα.
 
Η Μαρούσια,  ένα, δυο, τρία, όπυλος-καλίνα,
Μια μαυρόφρυδη κοπέλα φρούτα έκοβε στον κήπο.
Η Μαρούσια, ένα, δυο, τρία, όπυλος-καλίνα,
Μια μαυρόφρυδη κοπέλα φρούτα έκοβε στον κήπο.
 
Είν’ στο μπόι της μικρή,  και στα χρόνια πιο μικρή.
Η πλεξούδα ρούσα ώς τη μέση κι η κορδέλα γαλανή.
 
Η Μαρούσια, ένα, δυο, τρία, όπυλος-καλίνα,
Μια μαυρόφρυδη κοπέλα φρούτα έκοβε στον κήπο.
Η Μαρούσια, ένα, δυο, τρία, όπυλος-καλίνα,
Μια μαυρόφρυδη κοπέλα φρούτα έκοβε στον κήπο.
Η Μαρούσια, ένα, δυο, τρία, όπυλος-καλίνα,
Μια μαυρόφρυδη κοπέλα φρούτα έκοβε στον κήπο.
Η Μαρούσια, ένα, δυο, τρία, όπυλος-καλίνα,
Μια μαυρόφρυδη κοπέλα φρούτα έκοβε στον κήπο.
  
   

  

Σημ.: Αυτό το τραγούδι το άκουσα για πρώτη φορά στην Τασκένδη, στην ξύλινη μονοκατοικία 
φίλου μου και μαχητή του Κόκκινου Στρατού στο 2-ο παγκόσμιο πόλεμο.  
Η αυλή του σπιτιού του ‘ακουμπούσε’ στο κρύο ποτάμι (Ιούλιο μήνα) Σαλάρ. 
Στη συνέχεια το τραγούδησα (και το τραγουδώ) κι εγώ. Στο Σαλάρ με πολλά ποτά και με τουρσιά. 
Και μπόλικο κρέας. Το κέφι ήταν γενικό που ώρα με την ώρα άναβε.
  
   
. Το ποίημα του Μαξίμ Γκόρκι (1868 – 1936): 
        «Το τραγούδι του Θαλασσοπόρου»
   

 

Στης θάλασσας την  άπλα  τη φουρτουνιασμένη ο άνεμος αναμαζώνει σύννεφα.

Στα νέφη ανάμεσα και στα νερά περήφανος  πετάει Θαλασσοπόρος, ίδιος με μαύρη αστραπή.

Πότε με το φτερό τα γκρίζα κύματ’ αυλακώνει, πότε σαΐτα διαπερνάει τα σύννεφα,  σκούζει και τα νέφη τη χαρά ακούνε στου πουλιού στην τολμηρή φωνή.       

Στην κραυγή του  δίψα καταιγίδας περπατά! Της οργής τη δύναμη, πυρκαγιά του πάθους, και τη σιγουριά της νίκης αφουγκράζονται  τα σύννεφα σε τούτη την κραυγή.

Πριν τη  μπόρα  οι γλάροι αναστενάζουν, σπαρταρούν πάν’ απ’ τη θάλασσα, στη θωριά της  μπόρας, στο βυθό της, έτοιμοι τη φρίκη τους να κρύψουν.  

Μα κι οι ψαροφάγοι αναστενάζουν, ταπεινά  θαλασσοπούλια, δε μπορούν την τέρψη να χαρούν μες στη μάχη της ζωής.

Ο κουτός ο πιγκουίνος το παχύ το σώμα άτολμα  στα βράχια κρύβει… Μόνο ο περήφανος Θαλασσοπόρος  λεύτερα  και τολμηρά πετάει στη γκρίζα των αφρών τη θάλασσα!

Βροντάει η βροντή. Στον αφρό τής οργής βαριά στενάζουν τα κύματα, με τον άνεμο λογομαχώντας.  Να που ο άνεμος τα κοπάδια των κυμάτων με χερούκλες δυνατές αδράζει, και με φόρα εξαγριωμένος τα πετάει σε βραχώδη ακτή, σκόνη κάμνοντας και καπνό τις σταγόνες - πιτσιλιές από τα θεόρατα σμαράγδια.

Φτερουγίζει με κραυγές, ο Θαλασσοπόρος, μαύρης γέννημα αστραπής , και σαν βέλος διαπερνάει τα σύννεφα, των κυμάτων τους αφρούς με το φτερό ξεσκίζει.

Να τος που καλπάζει, ίδιος δαίμονας,- μαύρος δαίμονας περήφανος της μπόρας,- άλλοτε να χαχανίζει, και την άλλη να θρηνεί… Πότε λοιδορεί τα νέφη,  πότ’ από χαρά θρηνεί!

Στην οργή της μπόρας,-λεπτεπίλεπτος ο δαίμων,-από ώρα τώρα αφουγκράζεται την κούραση, κι είναι σίγουρος πως τα σύννεφα τον ήλιο δε θα κρύψουν.- όχι, δεν θα κρύψουνε ποτέ τον ήλιο!

Μουγκρίζει ο άνεμος… Βροντούν οι βροντές…

Με γαλάζιες φλόγες τα κοπάδια των νεφών φλέγονται στης θάλασσας την άβυσσο. Ψαρεύ’ ο πόντος των αστραπών τα βέλη και στα μπλάβα σπλάχνα του τα σβήνει. Σάμπως φίδια της φωτιάς, κουλουριάζονται στον πόντο, αστραπών  αντανακλάσεις αφανίζοντας.

Μπόρα!  Όπου νά ’ναι, θα ξεσπάσει  μπόρα!

Είν’ ο τολμηρός Θαλασσοπόρος  που περήφανα πετάει σε θύελλα και σε πόντο ανάμεσα και βρυχάται με οργή· και της νίκης ο προφήτης διασαλπίζει:

- Δυνατά,

                πιο δυνατά 

                                     ας ξεσπάσει μπόρα!..

 

Σημ.: Ο ελεύθερος, αλλά  ρυθμικός στίχος,  χωρίς τις ισοσυλλαβίες, τις ομοιοκαταληξίες κ.ά. δομικά στοιχεία του άριστα οργανωμένου παραδοσιακού στίχου ενός Πούσκιν, ενός Λέρμοντοφ ή ενός Τιούττσεφ.

Είναι πολύ νωρίς για τη ρωσική ποίηση. 1903. Προφητικός ο Γκόρκι ως προς τη μελλοντική πορεία της ποίησης μέσα από την ανακάλυψη νέων μορφών έκφρασης – νεωτερικών, αλλά σταθερά ποιητικών και κατανοητών από τους επαρκείς αναγνώστες.

Κι ας αφιερώθηκε σχεδόν αποκλειστικά στην καλλιτεχνική πεζογραφία.

 

Μια επισήμανση: το ‘ας ξεσπάσει  μπόρα’ το βρίσκομαι, εν μέρει, και στο ποίημα του Νικολάι Νεκράσοφ:

……………………………………………………………..

Χτύπησε  βροντή· αναστενάζει  μπόρα,
Σύνεργα σκίζει, και το κατάρτι γέρνει σε μεριά,-
Δεν είναι ώρα 
                          σκάκι να παίξει κανείς, 
Κι ούτε τραγούδια εύθυμα να τραγουδήσει!
Να κι ο σκύλος –τον κίνδυνο κι αυτός γνωρίζει 
Και λυσσασμένα τους ανέμους αλυχτά: 
Και συ, τι θά ’καμες, ποιητή, εσύ;
Σε καμπίνα μακρινή θ’ άρχιζες
Την εμπνευσμένη λύρα να κουρδίζεις
Των τεμπέληδων τ’ αφτιά να τέρπεις, 
Ή το γδούπο της βροντής να θες να πνίξεις; 
   


 
τον φάκελο "κίνηση ιδεών"
     τον διαβάσανε:

       
 
      αριθμός επισκεπτών